Γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
Μια γλώσσα γης στα δυτικά του μεγάλου λιμανιού του Πειραιά
χαμηλώνει ήρεμα του λόφους της προς τη θάλασσα. Οι παραλίες της, γεμάτες από τα
παλιά εργοστάσια του γύψου, των τσιμέντων ΑΓΕΤ Ηρακλής, της Shell, των Σφαγείων, των Λιπασμάτων, των
δεξαμενών - ναυπηγείων Βασιλειάδη, τις αποθήκες του Ο.Λ.Π., τις σιδερένιες
γραμμές του τρένου, είναι όλο σκουριά, μπετόν, απόσταση, δυσφορία.
Παραπίσω, οι προσφυγικές πολυκατοικίες και τα σύγχρονα
σπίτια της πόλης των 13.094 κατοίκων της απογραφής του 1991… Είναι η Δραπετσώνα
των τραγουδιών, που σίγουρα έχει ζωή κι αναμφίβολα, ευοίωνο μέλλον.
Κατά τον πιθανότερο τρόπο η Δραπετσώνα πήρε το όνομά της από
τη μορφολογία του εδάφους της - και το διατηρεί έτσι από τα αρχαία κιόλας
χρόνια, σε πείσμα της μακραίωνης εγκατάλειψης του ευρύτερου πειραϊκού χώρου.
Το φυσικό περιβάλλον αποτελούσε ένα σύνολο χαμηλών υψωμάτων,
με λοφίσκους που έφταναν τα 16,7 μέτρα πάνω από το Καστράκι, 25,5 και 27,5
μέτρα προς τα νότια και 37,3 βορειότερα. Το τελευταίο ύψωμα ήταν πιο
εκτεταμένο, με επίπεδες κορυφές, ευκολοδιάβατο. Μπορούμε και σήμερα να
εννοήσουμε τη σχετική ανηφοριά περπατώντας στους δρόμους της πόλης. Φαίνεται
ότι από μακριά το σχήμα του έμοιαζε στους αρχαίους Πειραιώτες με κείνο του
τραπεζιού, έτσι του δόθηκε το κατάλληλο όνομα «Τραπεζών», πράγμα που
συνηθίζεται ακόμα να γίνεται σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Η λέξη τράπεζα προέρχεται από την τετράπεζα, δηλαδή από το
αριθμητικό τέτταρα ή τέσσαρα και την πέζα ( πόδι, βάση, κράσπεδο). Εκτός από
την ερμηνεία της σαν τραπέζι φαγητού και τράπεζα αργυραμοιβού, έχει και τη
σημασία της τραπεζοειδούς επιφάνειας. Στα αρχαία ελληνικά και στην καθαρεύουσα
μερικά από τα ονόματα που έχουν κατάληξη σε –ών, γενική –ώνος, δηλώνουν
περιεκτικότητα και μέγεθος, όπως αμπελών, ελαιών, τόπος με αμπέλια και
ελαιόδεντρα, πυλών, θυρών, αλλά και τόπους ή πόλεις: Κιθαιρών, Μαραθών.
Φτάνουμε λοιπόν στη γνωστή λέξη «η Τραπεζών», αιτιατική «την Τραπεζώνα» από
όπου προήλθε η σημερινή Δραπετσώνα. Με απλά λόγια είναι δυνατό να εξηγηθεί
γλωσσολογικά η τροπή του Τ σε Δ και του
Ζ σε ΤΣ, όπως μας παραδόθηκε προφορικά από τα χείλη των μεσαιωνικών αγροτικών
πληθυσμών που έμεναν στους διπλανούς οικισμούς και στις μάντρες, οι
περισσότεροι αρβανίτικης καταγωγής. Η Τραπεζώνα έγινε Ντραπετσώνα ή Ντραπετζώνα
με το μαλάκωμα του ΝΤ και ΤΖ κατέληξε σε Δραπετσώνα.
Παράδειγμα λεκτικής αλλοίωσης έχουμε ένα σωρό, η Τρίπολη της
Αρκαδίας ονομάστηκε TROPOLITZA
- DROPOLITZA, η
Τραπεζούς του Πόντου λέγεται στα τουρκικά TRABZON (TREBIZONDE
στις παλιές καρτ ποστάλ). Για σύγκριση παραθέτω κι άλλες τοποθεσίες με
παρεμφερή ονομασία. Ο Στράβων αναφέρει στην Αντιόχεια λόφο Τραπεζών. Πόλη
Τραπεζούς υπήρχε και στον Αραβικό κόλπο. Η Τραπεζούπολη ήταν πόλη στη Φοινίκη,
η Τραπεζούσα στην Καππαδοκία.
Ένα βουνό στην
Αργολίδα καλείται Τραπεζόνα - Τραπεζόντα. Τραπεζάκι χωριό στην Άρτα, Τραπεζίτσα
στην Κοζάνη, Τραπεζαντή στη Λακωνία, Τράπεζα στο Διακοφτό και στην Κόνιτσα,
χωρίς να ξεχνάμε και το αντίστοιχο Τραπεζοειδές όρος, το Table Mountain, πάνω από το Cape Town της Νότιας Αφρικής.
Στον Ενετικό χάρτη του Πειραιά (Porto Lion d’ Attene) του 1687 της Μαρκιανής
Βιβλιοθήκης, κώδικας IT,
VII. 94 (10051), διπλό
φύλλο χάρτης 117, περιλαμβάνεται το ανατολικό τμήμα της Δραπετσώνας με τα
υψώματα E που
αντιστοιχεί στη διασταύρωση Εθνικής Αντιστάσεως - Αγίου Παντελεήμονος και D, επαφή της οδού
Καλοκαιρινού με την Ερυθρού Σταυρού. Στο γράμμα C όπου το ρολόι του Ο.Λ.Π. σημειώνονται Torri (Πύργοι) και στο G στη θέση Καστράκι τείχη και
θεμέλια αρχαία. Τα άκρα Κέραμος και Δρακώνα σχηματίζουν τον ανοιχτό με δυο
εσοχές όρμο της Δραπετσώνας. Ίσως αυτό να ήταν το αρχαίο λιμάνι των Φωρών,
δηλαδή των κλεφτών (ο φωρ, γεν. του φωρός, σήμαινε ο κλέπτης).
[φωρών δε λιμήν ην ολίγω δυσμικώτερος του Πειραιώς, εις ον
κατέφευγον οι κλεπτοτελωνούντες των εμπόρων. Λεξικό Γεωργίου Ζηκίδου, έκδοσις 9η,
1958, σ. 1221].
[φωρών λιμήν, πλησίον των Αθηνών, δυσμικώτερον του Πειραιώς,
εις τον οποίον κατέφευγον οι λαθρεμπόριον ασκούντες. Παύλου Αναμίτη, εκδόσεις
Νικόδημος, 1973, λεξικό, σ. 926].
Από εκεί παραλάμβαναν τα λαθραία εμπορεύματα οι επιτήδειοι
για να τα προωθήσουν στις αγορές της Αθήνας και του Πειραιά. Στην περιοχή
βρίσκονταν και τα λατομεία πωρόλιθου που μαζί με τον ακτίτη χρησιμοποιήθηκε
ευρύτατα σαν οικοδομικό υλικό. Επίσης ανακαλύφτηκαν ελάχιστα απομεινάρια ναού,
οικιών και πάμπολλοι τάφοι. Εδώ κάπου προς τον Άγιο Διονύσιο ήταν χτισμένο κι
ένα Αφροδίσιο. Μνημονεύονται ακόμα οι Πύλες στην Ηετιώνεια, στη μικρή ομώνυμη
Χερσόνησο, στα τείχη με τους δυο στρογγυλούς πύργους που σώζονται του ενός μόνο
κάποιοι σκόρπιοι ογκόλιθοι στη θέση Καστράκι (Παλαιόκαστρο).
Πιο κάτω ανοίγεται ο όρμος της Κρομμυδαρούς.
Τακτικές αναφορές για την περιοχή έχουμε από τον 19ο
αιώνα, όταν ήρθε στον Πειραιά ο Καραϊσκάκης. Το Μάρτη του 1827 πέρασε ο
Κιουταχής από τους λόφους της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου για να πάει στον
όρμο του Αγίου Γεωργίου. Στα περάσματα προς τον Άγιο Διονύσιο είχε στήσει έξι
τουρκικά οχυρώματα. Σε μια αψιμαχία με τους Έλληνες χτυπήθηκε στο στήθος ο
Γιουρούκος που κρατούσε κι αυτός ταμπούρι. Ο Κιουταχής σχεδίαζε να οχυρώσει την
κορυφή του λόφου της Δραπετσώνας για να χτυπάει το λιμάνι του Κερατσινίου αλλά
ύστερα από τη συμπλοκή άλλαξε γνώμη. Πολλοί Τούρκοι ήταν ταμπουρωμένοι στην
εκκλησία του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. Η ελληνική πλευρά είχε κάνει δικά
της ταμπούρια στα δραπετσωνίτικα εδάφη με αρχηγούς το Σισίνη, το Γενναίο
Κολοκοτρώνη, το Βάσσο, το Μιχελή, τον Τζαβέλα.
Στις 12 Απριλίου 1827 ο Καραϊσκάκης έστειλε από το
στρατόπεδο της Καστέλλας το Χατζημιχάλη με ιππείς να πάει στην παραλία της
Δραπετσώνας. Συνάντησε το ναύαρχο Τζωρτζ Κόχραν που έφτασε με βάρκα και τον
οδήγησε προς τα ταμπούρια του Κώστα Χορμόβα και του Καλύβα. Τον συνόδεψαν κι
ανέβηκαν στο λόφο της Δραπετσώνας, «εις το επίπεδον από όπου το Μοναστήριον
(του Αγίου Σπυρίδωνος) εφαίνετο καλύτερα να το παρατηρήσει». Την επόμενη έγινε
η επίθεση και το μοναστήρι καταστράφηκε.
Οι πληροφορίες για τη Δραπετσώνα στα βιβλία, στα έγγραφα,
στις συμβολαιογραφικές πράξεις για αγοραπωλησίες κτημάτων και στα
σχεδιαγράμματα πυκνώνουν στις μετέπειτα δεκαετίες. Γερμανικοί κι άλλοι χάρτες
γράφουν ήδη τη λέξη TRAPEZONA.
Στην «Ιστορία του Πειραιώς», 1883, του Παντολέοντος
Καμπούρογλου, διαβάζουμε στη σελίδα 32: «Εις την θέσιν Τραπετζόνα οικοδομήθη
προ ολίγου πρωτοβουλία του Δημάρχου ωραίον Σφαγείον εις το οποίον εδαπανήθησαν
ως έγγιστα 50.000 δραχμών».
Πάντως ο Δημήτριος Πανταζής, στον Περιηγητή Αθηνών του 1868,
προτιμά να γράφει «Δραπιτσώνα».
Δε νομίζω λοιπόν ότι στέκονται οι φήμες για την ετοιμολογία
της λέξης από το αρβανίτικο Ντράπε - Τσώνα, το ρέμα, η τάφρος του Τσώνα, ούτε
από τους δραπέτες του Τσώνη κι ό,τι άλλο μη πραγματικό.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα Πειραϊκή Πολιτεία, Πέμπτη 30
Οκτωβρίου 1997, σ. 22. Μεταφορά εδώ, 6 Ιανουαρίου 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου