Του Δημήτρη
Κρασονικολάκη
Μπορούμε να μιλάμε για μια μεγάλη περίοδο εγκατάλειψης
του Πειραϊκού χώρου, στην κυριολεξία όμως φαίνεται ότι ποτέ δεν έμεινε εντελώς
έρημο το Porto Lion.
Όλο και κάποια καλύβα για τους βοσκούς και τους καλλιεργητές
θα έβλεπες αραιά και που, μιά μάντρα για τα ζώα, μιά στέρνα νερού για πότισμα,
μερικά αγροτόσπιτα, πολλά χωράφια κι
ένα πέτρινο χτίσμα ή αποθήκες δίπλα στη θάλασσα, σαν αυτό που οι χάρτες του 18ου
αιώνα μνημονεύουν ως Τελωνείο (Δογάνα) και καταστήματα: Custom House and Magazines.
Ώσπου στο σχέδιο του Πειραιά που έφτιαξαν οι ζωγράφοι της
αποστολής του αρχαιολόγου James Stuart
και του αρχιτέκτονα Nicholas Revett
στα 1751 - 54 σημειώνεται η πρώτη «επίσημη» κατοικία, το σπίτι του πρόξενου της
Γαλλίας (Maison du Consul de France)
σε θέση κοντά στο Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα!
Στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αι. ο πρόξενος του
γαλλικού κράτους στην Αθήνα Pierre Aubert
απέκτησε ένα οικόπεδο από τους μοναχούς της μονής του Αγίου Σπυρίδωνα.
Εκεί έχτισε μία οικία κι ένα κατάστημα που τα περιέβαλε με
κήπο. Χρόνια μετά, το πρωινό της 10ης Ιανουαρίου 1750 ο άλλοτε
πρόξενος και τώρα κάτοικος Μασσαλίας
πούλησε στο συμπατριώτη του
έμπορο Joseph Cayrac
ολόκληρο κτήμα «Savoir:
une Maison, Magazine, Jardins, droits, appartenances, et dépendences» που ο εν λόγω κύριος Aubert κατέχει στη λεγόμενη
Αθήνα, στο Port Lion,
κοντά στη μονή του Αγίου Σπυρίδωνα (Ρrès du Couvent St. Spiridion). Η παρούσα πώληση
γίνεται στην τιμή και το ποσό των 2.700 λιβρών..».
Έτσι η οικογένεια Καϋράκ εγκαθίσταται στον Πειραιά, χωρίς
βέβαια να γνωρίζουμε αν είχε ήδη από παλαιότερα αναπτύξει εμπορικές ή άλλες
δραστηριότητες στην Αττική. Ο Καϋράκ
νυμφεύτηκε τη Μαρία του Μαμωνά
κι έκανε μαζί της παιδιά. Για το γάμο τους γράφτηκε το παρακάτω σατιρικό
δίστιχο:
Κυρά Μαργιώ του Μαμουνά κι εγγόνη τ’ Αστρακάρη / Μουσιού
Καϋράκ σε γύρεψε γυναίκα να σε πάρει.
(Μια από τις τέσσερις κόρες του Αστρακάρη, η Καρυά, είχε
παντρευτεί τον άρχοντα της Κορίνθου Ιωάννη Μαμωνά από τη Μονεμβάσια. Την κόρη
τους Μαρία πήρε ο Καϋράκ).
Οι αναφορές της εποχής δε μας ξεκαθαρίζουν τους ακριβείς
οικογενειακούς δεσμούς των Καϋράκ. Όλοι γράφουν για το μουσιού-Καϋράκ και «το σπίτι του γιαλού του Πειραιά».
Πιθανόν να υπήρξαν δυο αδέλφια που έκαναν απογόνους (ή ο ένας απ’ αυτούς).
Έχουν σωθεί τα ονόματα των André
και Louis Cayrac.
Το χρονικό του Άνθιμου μας πληροφορεί ότι στις αρχές του
Ιουνίου 1770 ο μουσιού Καϋράκ « όστις εκάθητο πάντα κάτω εις τα οσπίτιά του»
πήγε στο με ρώσικη σημαία καράβι του καπετάν Αλέξανδρου Παλικούτζα και τον
απέτρεψε να φέρει το στόλο στον Πειραιά για να ξεσηκώσει τους Έλληνες κατά των
Τούρκων. Ο μουσιού Καϋράκ «ως φρόνιμος και ειδήμων και καλοθελητής
του τόπου» τον έπεισε πως αν έκανε κάτι τέτοιο θα έφερνε τον αφανισμό στους
δυστυχείς ρωμιούς της Αθήνας. Άλλωστε θα κινδύνευε κι ο αδελφός της γυναίκας
του Παλικούτζα (την έλεγαν Σιδερή), ο Σπυρίδων Λογοθέτης που ζούσε εκεί. Η
γυναίκα του Καϋράκ ήταν ξαδέλφη της…άρα κι αυτοί είχαν κάποια συγγένεια.
Αλλά και με τον πρόξενο της Γαλλίας Πέτρο Γκασπαρί
(Γάσπαρης) ήταν συγγενής ο Καϋράκ αφού οι γυναίκες τους ήταν αδελφές. Σε
συνεργασία έκαναν εμπόριο λαδιού, μάλιστα ο Γκασπαρί είχε κι αποθήκες στον
Πειραιά δίπλα στις δικές του.
Μέσα από τα συμβόλαια των διάφορων αρχείων μαθαίνουμε και
την ύπαρξη της οικίας του Pierre Delisles
στον Πειραιά. Είχε κάνει περιουσία με επιχειρήσεις μαζί με το Στέφανο Λεουζόν,
που ήταν γραμματέας του γαλλικού προξενείου στην Αθήνα κι ένα διάστημα
υποπρόξενος της Βενετίας.
Οι κληρονόμοι του πούλησαν το σπίτι του στον Ανδρέα Καϋράκ (André Cayrac) μέσω του αντιπροσώπου του
τελευταίου Joseph François Giraud ο οποίος τους έδωσε
3.500 λίβρες στις 1.5.1781. Στα 1788, όταν νυμφεύτηκε για δεύτερη φορά ο
πατέρας του Παναγή Σκουζέ, (είναι ο συγγραφέας του Χρονικού της σκλαβωμένης
Αθήνας) ήλθαν οι συγγενείς της μητέρας του κι αφού κατέγραψαν όλη τα κινητά
υπάρχοντά της, τα μάζεψαν και τα έδωσαν για φύλαξη «εις το σπίτι κάποιου
μουσού Καϋράκ, Γάλλου πλούσιου, ως ασφαλέστερον μέρος».
Ο Καϋράκ λοιπόν απολάμβανε το σεβασμό των κατοίκων αλλά και
των περιηγητών που επισκέφτηκαν τον τόπο. Υποδεχόταν τους ξένους με φιλόξενα
αισθήματα κι έκανε το παν να τους εξυπηρετήσει. Ο Saverio Scrofani λέει στα 1795 ότι
αφού πέρασε πολλά βάσανα μάζεψε ότι είχε απομείνει από την περιουσία του και
ήλθε στον Πειραιά. Ζούσε ως αρχαίος σοφός μέσα στα βιβλία του, τον κήπο, το
ψάρεμα, κοντά στην Αθήνα και τον καθαρό αέρα. Για συντροφιά είχε την κόρη του
και μια φίλη της.
Δύο χρόνια πριν, στις 21 του μηνός Θερμιδώρ του τέταρτου
έτους της Γαλλικής Δημοκρατίας (Αύγουστος του 1793) ο πολίτης Ανδρέας Καϋράκ,
έμπορος εγκατεστημένος στη σκάλα (échelle - αποβάθρα) πούλησε την οικία του
στο λιμάνι (la maison de la marine)
κι ότι άλλο είχε στα Πατήσια στον André Mertrud.
Ο Μερτρούντ είχε νυμφευτεί τη Μαργαρίτα, κόρη του Καϋράκ και
της Μαρίας Μαμωνά. Στη συμφωνία υποχρεούται να παραχωρήσει μερικά δικαιώματα
πάνω στο σπίτι και τους κήπους του Πειραιά στον André και Louis όσο ζουν.
Ένας Καϋράκ είχε αναλάβει για ένα χρόνο (1775-1776) το
αξίωμα του Βενετού Πρόξενου στην Αθήνα. Ο γνωστός Καϋράκ πέθανε υπέργηρος στα
1798-1800.
Όταν η γαλλική στρατιά αποβιβάστηκε στην Αίγυπτο, οι Γάλλοι
της Αθήνας στάλθηκαν από τους Τούρκους στην Κωνσταντινούπολη για να
φυλακιστούν:
«1801, Ιουνίου 23 Κυριακή. Ήλθε φιρμάνι δια τους Φραντζέζους
να πάνε εις την Μπόλη και τους αλικόντισε εις τα χαρέμια μέσα χάψη. Εις το έτος
Ιουλίου 10 Τετράδη η ώρα εις τας 5, τους εμπαρκάρανε εις το καΐκι του Δαμιανού
και τους στέλνουν στην Μπόλη, τον Κόνσουλο Γάσπαρη, τη μαντάμα, τον μουσιού
Ρωκ, τον Μουσαντρέα (έτσι έλεγαν τον Ανδρέα Μερτρούντ), και τας δύο
Μουσουκεράδες (τις γυναίκες Καϋράκ), τον Πιέρο (Γάσπαρη), και Φωβέλ (Fauvel). Καλό τους κατευόδιο».
Φυσικά μετά από καιρό όταν ηρέμησαν τα πράγματα
ξαναεπέστρεψαν στην Αθήνα μ’ ένα ρωσικό καράβι. Στα 1806 ο Chateaubriand είδε το κατάστημα των
Γάλλων και αναφέρει ότι κτίστηκε από τον Γάσπαρη. Στα 1810 ο John Galt έγραψε για το εξοχικό
σπίτι και τις αποθήκες που τις είχε ένας Γάλλος που μένει στην Αθήνα κι είναι
γιατρός κι έμπορος μαζί. Ο Pouqueville
στα 1815 είδε το μεγάλο εμπορικό σπίτι των Καϋράκ να ερειπώνεται. Οι πρώτοι
Καϋράκ είχαν πεθάνει. Οι τάφοι τους βρίσκονταν στο μοναστήρι των Καπουτσίνων
στην Αθήνα. Ο Μερτρούντ είχε πεθάνει επίσης. Είχε κάνει δύο γιους και δύο κόρες
με την προαναφερόμενη Μαργαρίτα: τον Ιωσήφ (Γκιουζέπη), το Βαρθολομαίο, τη Βιττόρια και την Αικατερίνα.
Στις 10.5.1815 έκαναν αίτηση οι κληρονόμοι του, δηλαδή ο
Ιωσήφ Μερτρούντ, ο Cesare Vitali
για τη σύζυγό του Αικατερίνη και με τη συγκατάθεση του επιτρόπου των δύο
ανηλίκων μελών της οικογένειας, του Γάλλου πρόξενου Fauvel, με σκοπό να προχωρήσει ο δημόσιος πλειστηριασμός της οικίας του
Πειραιά.
Κήρυκας ο Osman agha Xourafi.
Δεν έγινε όμως καμία προσφορά και αναβλήθηκε για τις 13 του μήνα. Επαναλήφτηκε
στις 22.5.1815 όπου πλειοδότης ήταν μόνο ο Ιωσήφ Μερτρούντ με 4040 πιάστρα
οπότε μετατέθηκε για τις 6 Ιουνίου. Τέλος στις 4.11.1815 έχουμε την οριστική
εκποίηση. Ο Φωβέλ ήταν πάλι αντιπρόσωπος του Βαρθολομαίου. Ο Σπυρίδων
Μπενιζέλος «πουλητής δια το μερτικό γυναικός του».
Το μισό σπίτι κατακυρώθηκε στον αγοραστή Σπυρίδωνα
Αλεξάνδρου Μπενιζέλο και από κοινού, «en compagnie», στους «αγοραστάδες δια το άλλο μισό σπίτι και
μαγαζιά» Παναγή Σκουζέ και Χατζή Σπύρο Τζικάκη ή Τζικάτζη οι οποίοι πρόσφεραν
συνολικά 4051 τουρκικά πιάστρα. Στις 8 και 9. 11. 1815 πιστοποιείται στην Αθήνα
η γνησιότητα του αντιγράφου και επικυρώνεται το συμβόλαιο του 1793, στις 11.11
το αποτέλεσμα του πλειστηριασμού, ενώ στις 12 Νοεμβρίου 1815
επικυρώνονται τα έγγραφα πώλησης της οικίας και του περιβάλλοντα χώρου των ετών
1750 και 1781 από το νοτάριο (συμβολαιογράφο) Paul Giuravich και υπογράφει ο
υποπρόξενος της Γαλλίας στην πόλη Louis François Sebastien Fauvel.
Για το «σπίτι του γιαλού του Πειραιά» ή αλλιώς «του οσπιτίου
και μαγαζίου εις τον γιαλόν Πόρτο Πειραιά» existant dans le voisinage du Couvent de Saint Sriridione
έχουμε όμως κι ένα ακόμα έγγραφο ημερομηνία 4 Νοεμβρίου 1815. Παρόντος του
Φωβέλ ως αντιπρόσωπος του ανήλικου Barthelemy Mertrud (1),
με συνοδεία των Joseph Mertrud, Cesare Vitali, Spiridione Benizelo, που είχαν λόγο στην
κληρονομιά του μακαρίτη André
Mertrud (οι δύο
τελευταίοι για τις συζύγους τους, Catine και Victoire
αντίστοιχα) δήλωσαν ότι πούλησαν το ίδιο πρωινό σε δημόσια πλειοδοσία στον Spiridione Benizelo που αποδέχτηκε το
ένα τέταρτο του σπιτιού που ο André
Mertrud κατείχε στο Port Pirée. Η Victoire Mertrud, σύζυγος του, διατηρεί το μερίδιο από αυτό το σπίτι, το
οποίο πήρε από προικοδότηση. Το άλλο μισό κατακυρώθηκε στους Panayi Scousé και
Kadji Spiro Ghichacki συντροφικά. Το ειρημένο
ποσό των 4051 πιάστρων προσεφέρθη για όλα το οίκημα συμπεριλαμβανομένου του τέταρτου
προικώου μεριδίου της Victoire Mertrud - Benizelo,
που το έχει κρατήσει. Το παρόν πιστοποιητικό σύμφωνο με το πρωτότυπο του
βιβλίου εγγραφών, έγινε στην Αθήνα στις 11.11.1815.
Την επόμενη χρονιά, 1816, έχομε την πληροφορία ότι η
πριγκίπισσα της Ουαλίας Καρολίνα ερχόμενη με τη συνοδεία της στην Αθήνα
εγκαταστάθηκε στην οικία του Γάσπαρη και πρόσφερε κάποια χρήματα για
φιλανθρωπικούς σκοπούς μεταξύ των οποίων, όταν αναχωρούσε και σε μια καθολική
οικογένεια που διέμενε στον Πειραιά. Φαίνεται λοιπόν ότι οι Καϋράκ είχαν ξεπέσει
και οι απόγονοί τους δεν ενδιαφέρθηκαν να κρατήσουν το σπίτι.
Στη συνέχεια έχουμε τα δύο συμβόλαια που περίληψή τους δημοσίευσα στο άρθρο
«Αγοραπωλησίες κτημάτων στον Πειραιά μέσα από συμβόλαια των ετών 1824 -1834».
Το με αριθμό 614 της 14.5.1832 όπου το μερίδιο του Γκικάκη πουλιέται στον
Κωνσταντίνο Βλαχούτση για 7000 γρόσια και το 695 της 19.12.1823 όπου ο
Βενιζέλος για ισοσκέλιση της επιστροφής της προίκας της αποθανούσας γυναίκας
του Βιττόριας στα 1821 που δεν έκαναν παιδιά στα αδέλφια της, πήρε το τέταρτο
μερίδιο που είχε η ίδια κρατήσει με τη συμφωνία της 4.11.1815. Είχε εκτιμηθεί
1012 γρόσια. Δηλαδή στο τέλος της έρευνας βλέπουμε το ερειπωμένο σπίτι με το
κτήμα να ανήκει το μισό στον Σπυρίδωνα Βενιζέλο και το άλλο μισό στον Παναγή
Σκουζέ και τον Κωνσταντίνο Βλαχούτση.
Τι απέγινε είναι θέμα περαιτέρω έρευνας. Το γεγονός είναι
ότι εντάχτηκε στον πολεοδομικό ιστό της σύγχρονης πόλης ή απαλλοτριώθηκε για
τις ανάγκες του ρυμοτομικού της σχεδίου. Ο Γιάννης Χατζημανωλάκης θεωρεί πως
βρισκόταν κοντά στο Μέγαρο Σπυράκη (Φίλωνος και Γεωργίου Α΄). Σήμερα μικρός δρόμος
στην Πειραϊκή λέγεται Καϋράκ. Μια προσεκτική ματιά στα δημοτικά αρχεία θα μας
διαφώτιζε περισσότερο. Πίσω όμως από όλα αυτά τα ονόματα και τις οικογενειακές
καταστάσεις κρύβεται η πορεία μιας μακράς ζωής εκείνων των ανθρώπων που
γνώρισαν πολύ καλά τα πειραϊκά πράγματα της προ και μετά επαναστατικής περιόδου
οι οποίοι δεν μπορούσαν καν να φανταστούν τη μελλοντική εξέλιξη που θα μετέβαλε
τα πάντα..
(1) Ο
Βαρθολομαίος νυμφεύτηκε αργότερα την Τατιανή, κόρη του Σπυρίδωνα Ζαχαρίτσα. Η
προικοδότηση έχει ημερομηνία 4.11.1823 κι έγινε από το θείο της Παναγή αφού ο
πατέρας της είχε πεθάνει.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, «Το σπίτι των
Καϋράκ -Μερτρούντ στον Πειραιά (1750 - 1815)». Πέμπτη, 26 Φεβρουαρίου 1998,
σελ. 15. Δεύτερη δημοσίευση: Περιοδικό ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τεύχος 8, Ιούλ - Σεπ.
2004, σελ. 13 - 14: «Αναδιφήσεις: Δύο συμβόλαια για τους κληρονόμους της οικίας
Καϋράκ στον Πειραιά». Εδώ σε ενιαία διαφοροποιημένη μορφή, 1 Ιουνίου 2009.
Thanks for all these information on the Mertrud's family where i come from
ΑπάντησηΔιαγραφή