Γράφει ο Δημήτρης
Κρασονικολάκης.
Το θρησκευτικό συναίσθημα είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδηση
του Πειραιώτη, πλουτισμένο με δοξασίες, παραδόσεις, δεισιδαιμονίες, θαύματα κι
είναι πάντα έτοιμος να εμπιστευτεί τις ελπίδες του στο θεό, να τον ευχαριστήσει
κάθε φορά για διαφορετικούς λόγους, να αποδώσει σε εκείνον τη σωτηρία του, να
του απευθύνει την ικεσία για καλή υγεία, τύχη, μεσιτεία για τους αγαπημένους
νεκρούς.
Έτσι τους τάζει
αφιερώματα, χτίζει ναούς για τις προσευχές του κι οργανώνει ειδικές τελετές.
Το ίδιο ακριβώς έκανε κι ο αρχαίος κάτοικος αυτού του τόπου.
Απομεινάρια παμπάλαιων εποχών σε χαραμάδες των βράχων της
παράλιας Ακτής, σεβάσματα ταπεινά των φτωχών ψαράδων καθώς και των φερμένων από
μέρη μακρινά πολιτών του, άλλα λιγότερο φροντισμένα κι ανακαινισμένα στους
αιώνες αλλά και κατασκευές όλο
μεγαλοπρέπεια σε κεντρικούς ιερούς χώρους επισημαίνονται στα ευρήματα,
αναφέρονται στις επιγραφές, στα κείμενα, δίνοντας την εικόνα μιας πόλης γεμάτη
βωμούς, ιερά και ναούς αφιερωμένους στους θεούς και στους τοπικούς ήρωες.
Οι θεοί αυτοί εγκωμιάζονταν κατά περίσταση με δεκάδες
κοσμητικά επίθετα ανάλογα με τις ιδιότητες που τους είχαν αποδώσει οι πιστοί,
όπως ακριβώς κι εμείς στις μέρες μας έχομε ναούς της Παναγίας με την επωνυμία
Ρόδο το Αμάραντο, Μυρτιδιώτισσα, Ευαγγελίστρια, Ζωοδόχος Πηγή, Κοίμηση,
Οδηγήτρια, των Εισοδίων, του Χριστού ως της Αναλήψεως, της Μεταμορφώσεως, του
Τιμίου Σταυρού, της Υπαπαντής.
Η ύπαρξη και άλλων ναών όπως εκείνων του Αγίου Ελευθερίου,
Αγίου Νείλου, Αγίων Αναργύρων, του Σπυρίδωνος, Χαραλάμπους, Διονυσίου, Νικολάου,
Βασιλείου, Δημητρίου, της Παρασκευής, Σοφίας, Μαρίνας, παραπέμπει σε ξεχωριστά
ταξίματα των ιδρυτών τους αφού κάθε άγιος προστατεύει κατά των ασθενειών (των
ματιών π.χ.), υπέρ των ναυτικών..
Το πλέον αξιοθέατο μνημείο - αντίστοιχο με τη σημερινή Αγία
Τριάδα - υπήρξε ο ναός του Δίος Σωτήρος και της Αθηνάς Σωτείρας, το Δισωτήριον,
όπου επιστρέφοντας σώοι οι ναυτικοί πρόσφεραν θυσίες.
Το τέμενος αυτό διατηρήθηκε περισσότερο από τα υπόλοιπα,
φθαρμένο από το χρόνο μέχρι την επικράτηση του χριστιανισμού στην περιοχή μας.
Η θέση του παραμένει ακόμα άγνωστη με πιθανή την τοποθέτησή του προς στον Άγιο
Σπυρίδωνα και στον Τινάνειο κήπο. Η οδός Σωτήρος (εννοείται Διός) δίκαια
συνεχίζει να τον μνημονεύει. Υπήρχαν ιερά του Δία με την επίκληση Μειλίχιος,
Φίλιος, Αθήναιος, Αγοραίος, Ξένιος..
Η Αθηνά είχε τα ιερά
της με την ονομασία Εργάνη, Ξενία, Ηετιώνη, Αγοραία, Πρόνοια..
Πανάρχαια όμως λατρεία που ήρθε από την Ανατολή και ρίζωσε
στον Πειραιά ήταν της Αρτέμιδος Μουνιχίας, στο ιερό της εκεί που σήμερα
στέκεται ο Ναυτικός Όμιλος στο Μικρολίμανο. Το λεξικό του Σουΐδα στη λέξη
«Έμβαρος ειμί» γράφει πως το ίδρυσε ο Μούνιχος. Όταν οι Αθηναίοι σκότωσαν τη
μεταμόρφωσή της σε αρκούδα έπεσε λιμός που για να απαλλαγούν βγήκε χρησμός να
θυσιάσει κάποιος την κόρη του. Μόνο ο Έμβαρος δέχτηκε, με την προϋπόθεση να
αποχτήσει ο ίδιος και η γενιά του τα δικαιώματα της ιεροσύνης του ναού: αφού
έκρυψε την κόρη του στο Άδυτο, έντυσε μια κατσίκα με την εσθήτα της και τη
θυσίασε σαν να ήταν το παιδί του.
Ο μύθος παραπέμπει σε ύστατους καιρούς που εξημερώνεται πια
η άγρια φύση, εξολοθρεύονται τα άγρια ζώα και οι αντίστοιχοι θεοί γίνονται
προσιτοί ενώ παύουν να ισχύουν κι οι ανθρωποθυσίες, κυρίως παρθένων κοριτσιών.
Η Άρτεμις τιμήθηκε στον Πειραιά και ως Εκάτη, Φωσφόρος, μετά
δε προστέθηκε στην τοπική λατρεία και η μικρή θεά των Θρακών Βένδις.
Η Αφροδίτη είχε επίσης την τιμητική της στον αρχαίο Πειραιά
ως Ευπλοία, Ουρανία, Πανδημος, Συρία, Άπαρχος, Μουνιχία, Ηγεμόνη. Προστάτευε
τους ναυτικούς και τους ταξιδιώτες στα πέλαγα αλλά και τους στρατιώτες στις
θαλάσσιες συγκρούσεις. Έτσι ο Θεμιστοκλής έκτισε το Αφροδίσιο μετά τη ναυμαχία
της Σαλαμίνας: η Αθηνά παρουσιάστηκε στον ουρανό ως κουκουβάγια κι η Αφροδίτη
είχε καθίσει σαν περιστέρι στην τριήρη του, καλός οιωνός για τη μάχη «όθεν μετά
την νίκην απαρχήν Αφροδίτης ιερόν ιδρύσατο».
Δεύτερο Αφροδίσιο αποδίδεται στον Κόνωνα μετά την επιτυχία
του στην Κνίδο κατά των Σπαρτιατών το καλοκαίρι του 394 π.Χ. Μια βέβαιη θέση
ενός Αφροδίσιου τοποθετείται έξω από τα τείχη και τις πύλες της Ηετιωνείας, στη
Δραπετσώνα προς Άγιο Διονύσιο. Επιγραφή που δημοσίευσε ο Foucart το 1887 λέει ότι επί των ημερών
του επώνυμου άρχοντα Ευβουλίδη (394-3 π.Χ.) έγινε ένα μέρος του τείχους που
άρχιζε από εκείνο το σημείο που στήθηκε η επιγραφή μέχρι το μέτωπο των πυλών
που βλέπουν προς το Αφροδίσιο, δεξιά σε αυτόν που βγαίνει.
Άλλη επιγραφή που εκδόθηκε το 1842 προερχόμενη από την
περιοχή του Αγίου Σπυρίδωνα, στην τότε οικία Δ. Σεφερλή, και γράφει «Αργείος
Αργείου τρικορύσιος στρατηγήσας επί τομ Πειραιά Αφροδίτει Ευπλοία τύχη [αγαθή]»
υποθέτει ξανά Αφροδίσιο εγκαταστημένο κάπου κοντά. Στο Τελωνείο έχουμε σήμερα
την οδό Ευπλοίας.
Ο Ασκληπιός ως θεός της ιατρικής είχε το Ασκληπιείο του ΝΔ
του λόφου της Καστέλλας, μεταξύ των οδών Σηραγγίου, Κλεμανσώ, Καρατζά και
Ουΐλσωνος.
Στην επιγραφή - αφιέρωμα διαβάζουμε ότι κάποιος «Ασκληπιώ
Μουνιχίω και Υγεία θεραπευθείς ανέθηκε».
Ιερά θεών ή επικλήσεις σε αυτούς από επιγραφές που βρέθηκαν
στον Πειραιά έχουμε για τον Ερμή (Ηγεμόνιος, Αγοραίος), την Εστία, τη Δήμητρα
και Κόρη, (η Δήμητρα Θεσμοφόρος είχε το ιερό της, το Θεσμοφόριον σε εξοχική
ανηφοριά, απ’ όπου έχουμε και την οδό Θεσμοφορίου στον Άγιο Διονύσιο), τον
Απόλλωνα (Πύθιος, Τάρσιος, Αγοραίος, Αποτροπαίος στο Σηράγγιο, Δελφίνιος), τον
Ήλιο, τον Πάνα και τις Νύμφες, την Τύχη, τις Μοίρες, τη Λευκοθέα Σωτήρα, την
Κυβέλη στο Μητρώο και στο Μοσχάτο..
Οι ξένοι μόνιμοι κάτοικοι του Πειραιά που ήλθαν από τα
λιμάνια της Ανατολής (Φοίνικες, Σύριοι, Αιγύπτιοι, Μικρασιάτες) οργανωμένοι με
τη σειρά τους σε σωματεία, ενώσεις, παροικίες (Θιασώτες, Οργεώνες, Ερανιστές)
ακολουθούσαν τις δικές τους θρησκείες και έθιμα, που έτρεχαν στις γιορτές τους
να παρακολουθήσουν τα πλήθη από τον υπόλοιπο Πειραιά και την Αθήνα (Θιασώτες
των Ηρακλεϊστών, Σαβαζιαστών, Σαραπιστών, Αφροδίτης Συρίας, Αδώνιδος, Ποσειδωνιαστών)
με κύριους θεούς την Ευπορία Βέληλα, την Ίσιδα, τον Άμμωνα, τον Άττη, τον Άπι,
τον Όσιρι, τον Βάαλ, τον Μήνα, τον Ήλιο Μίθρα, τον Κάριο Δία Λαβδάνδων κ.ά.
Κατάσπαρτα τέλος ήταν στον Πειραιά και τα προγονικά ηρώα όπως του Ακταίου,
Μουνίχου, Ηετίωνα, Σηράγγου, Σχοίνου, Ευριμέδοντα, Κανθάρου, Ηρακλή, Φαλήρου..
Μέχρι και Θησείο είχε η πόλη, με περίβολο γύρω από το
τέμενος 60Χ56 μέτρα στις οδούς Κονίτσης, Σκυλίτση και Μπιζανίου. Κανένας από
τους παραπάνω θεούς, παλαιός ή καινούργιος - ντόπιος ή ξενόφερτος, δεν μπόρεσε
να σταματήσει την παρακμή, το χαλασμό και την εγκατάλειψη της πόλης του Πειραιά
και των περιχώρων της.
Οι τελευταίες - μάταια όμως - σπαρακτικές επικλήσεις των
ιερέων και των πιστών τους, ακούστηκαν στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες κι
έσβησαν στον αέρα ανάμεσα στους βωμούς και στα μάρμαρα των ερειπίων.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα Πειραϊκή Πολιτεία, Πέμπτη 27
Φεβρουαρίου 1997, σελ.18. Διορθωμένη αντιγραφή εδώ, 8 Απριλίου 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου