Ο τελευταίος παλαιοβιβλιοπώλης του Πειραιά.
Του Δημήτρη Κρασονικολάκη.
Του Δημήτρη Κρασονικολάκη.
Ο τελευταίος της γενιάς των παλαιοβιβλιοπωλών του Πειραιά,
δε σηκώνει πια τα ρολά του μαγαζιού του, δεν ανοίγει τη δίφυλλη σπαστή ξύλινη
πόρτα που πάνω της στηρίζονταν τόσα βιβλία, δεν ταιριάζει τις σανίδες με τις
κούτες στη θέση τους, δεν κατεβάζει το βαρύ φορτίο σκαρφαλώνοντας πάνω στους
σωρούς ό,τι είδους έντυπου φανταστείς για να τ’ απλώσει τριγύρω, έτοιμος να
δεχτεί τους πελάτες του.
Ο Θανάσης Ζαφειρόπουλος γεννήθηκε το 1929 στη Νάξο,
τόπο καταγωγής της μητέρας του Μαρίας Μανωλά, έγινε όμως Δημότης Πειραιά από το
δεύτερο κιόλας μήνα της ζωής του, αφού οι γονείς του έμεναν μόνιμα στην πόλη
μας.
Ο παππούς και
συνονόματός του Αθανάσιος Ζαφειρόπουλος άφησε κάποτε την Πελοπόννησο
παίρνοντας τις δυο του κόρες και το γιο του Αρχόντιο, αβάφτιστο τότε και πήγε
στην Ανατολική Θράκη, κοντά στον πολιτευτή συγγενή του Δημήτριο Ζαφειρόπουλο,
μετέπειτα βουλευτή της Οθωμανικής Βουλής του νομού Μάκρης (Τσατάλτζας).
Εξ αιτίας του πατριωτικού του χαρακτήρα ο πολιτευτής τον
απομάκρυνε για να μην τον εκθέσει κι έτσι ο Αθανάσιος έμεινε στη Μυτιλήνη και
μετά στη Σμύρνη.
Εκεί συνέχισε την εθνική του δράση, λέγοντας μάλιστα στους
ντόπιους να μη λένε πως είναι ραγιάδες ή ρωμιοί, αλλά Έλληνες καθαροί όπως κι
αυτός.
Έκανε λοιπόν εχθρούς και τελικά βρέθηκε δολοφονημένος από
τους Τούρκους.
Τα ορφανά ανέλαβε η Δημογεροντία η οποία και φρόντισε να
βαπτιστεί το αγόρι Αρχόντιος, το φώναζαν όμως Αρχόντη. Μεγαλώνοντας τον έβαλαν
στην Ευαγγελική Σχόλη Σμύρνης, εκκλησιαζόταν τακτικά κι έμαθε «καλά» γράμματα.
Από μικρός μπήκε στο βιβλιοπωλείο του Καρακίζη, στο Βερχανέ,
στη δίοδο της Σχολής, κοντά στην ορθόδοξη μητρόπολη της Αγίας Φωτεινής.
Με το μοραΐτικο δαιμόνιό του μόλις απέκτησε χρήματα, άνοιξε
δικό του βιβλιοπωλείο στα περίχωρα της πόλης. Χρόνια αργότερα, πολλοί Σμυρνιοί
και Αϊβαλιώτες πρόσφυγες του έλεγαν στον Πειραιά πως αγόραζαν βιβλία του από τη
Σμύρνη ακόμα. Όταν τον κάλεσαν να υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό, στα αμελέ
ταμπούρ, όπου κατατάσσονταν χίλιοι και γύριζαν οι πενήντα, αποδεκατισμένοι από
τις στερήσεις, την πείνα, το ξύλο και τα μαχαίρια των μουσουλμάνων συστρατιωτών
τους, αρνήθηκε να πάει. Πήρε όσα λεφτά είχε στο συρτάρι του κι όσα βιβλία
μπορούσε να πουλήσει αμέσως, είπε στους γείτονες να προσέχουν το μαγαζί γιατί
πάει σε μια δουλειά, ρευστοποίησε όσο - όσο τα βιβλία, κατέβηκε στο Κε (quai, η αποβάθρα της Σμύρνης)
και σε κάποια μπυραρία συνάντησε το πλήρωμα ενός ξένου πλοίου. Γνωρίζοντας
ξένες γλώσσες, τους χαιρέτησε, κεραστήκανε και φορώντας το κασκέτο του ενός και
την πατατούκα του άλλου, προσπάθησε να μπει μαζί τους στο πλοίο.
- Πότε φράγκεψες βρε Αρχόντη; τον ρώτησε ο Τουρκοκρητικός
τελωνοφύλακας αναγνωρίζοντάς τον..
- Πάρε κι εσύ, και του έβαλε στο χέρι κάτι μπαγκανότες
(τουρκικές χάρτινες λίρες).
-Ασκ ολσούν Αρχόντη, κι έτσι τα κατάφερε να επιβιβαστεί,
αφήνοντας για πάντα την αξέχαστη Ιωνία. Το πλοίο πέρασε από Ρουμανία, Αίγυπτο
και κατέληξε στη Μασσαλία απένταρος. Έκανε διάφορες εργασίες κι ασχολήθηκε πάλι
επιτυχώς με την εμπορία βιβλίων.
Συμμετείχε με πολλούς άλλους Έλληνες στην αγορά ενός μεγάλου
αριθμού αυτοκινήτων που είχε ο αμερικανικός στρατός στην Ευρώπη κατά το Α΄
Παγκόσμιο πόλεμο που φυσικά ήταν αδύνατον να προωθηθούν πίσω στη Αμερική. Οι εταιρείες και οι πράκτορες των
αυτοκινητοβιομηχανιών, φοβούμενοι ότι παίρνοντας οι Έλληνες στα χέρια τους τόσα
οχήματα θα έχαναν κέρδη τα εργοστάσια στα οποία θα εργάζονταν και οι άνεργοι
απολυμένοι στρατιώτες τους, παρενέβησαν στους αρμόδιους και οι μεν αμερικάνοι
τα έκαψαν οι δε μέτοχοι έχασαν ό,τι είχαν επενδύσει.
Από το 1926 ο Αρχόντης πουλούσε βιβλία - παλαιά και
καινούργια - στα κάγκελα του Τινάνειου κήπου απέναντι από το Ρολόι, με ειδική
άδεια από τον Τουρισμό σε κατάλληλα σχεδιασμένο πάγκο σα ντουλάπα. Πιο πέρα
ήλθαν κι έκαναν το ίδιο επάγγελμα οι Στέλιος Πολυχρονίδης, Πόντιος, ο Γιώργος
Μόφορης, Μανιάτης, και για ένα διάστημα ο Μήτσος Αριστόπουλος από την Πόλη. Το
1928 νυμφεύτηκε κι έκανε τέσσερα παιδιά, τον Αθανάσιο, τη Χρυσάνθη, τον
Κωνσταντίνο και τον Παύλο. Το 1938 μετακόμισαν τις βιβλιοθήκες τους στην αρχή
της Σωτήρος Διός, όπου τότε έφτανε μέχρι την Ακτή Μιαούλη, δίπλα ακριβώς από
τον Άγιο Σπυρίδωνα. Ο κήπος διαπλατύνθηκε και κατέλαβε μέρος του δρόμου που
αργότερα πεζοδρομήθηκε επί δημαρχίας Σκυλίτση. Το 1950 περίπου οι τρεις
παλαιοβιβλιοπώλες μεταφέρθηκαν στην οδό Φίλωνος, στο μαντρότοιχο του ΙΚΑ, πριν
από τα παραγκάκια των αιτησιογράφων, απέναντι από τις μαρμάρινες θυρίδες υποδοχής
των γραμμάτων στο μέγαρο του παλαιού ταχυδρομείου.
Με την ανέγερση του κτιρίου της Χριστιανικής Αγωγής και του
Σωτήρος γύρω στα 1960, τα υπαίθρια βιβλιοπωλεία έφυγαν πάλι από τη θέση τους.
Στη γωνία Φίλωνος και επί της Καραολή - Δημητρίου στάθηκε ο Γιάννης Κλωνάρης,
παρακάτω ο Θανάσης Ζαφειρόπουλος - μέχρι το 1965 που πέρασε στην άλλη πλευρά,
στον αριθμό 21 και λειτούργησε για πολλά ακόμη χρόνια το κατάστημά του - μετά ο
Σ. Πολυχρονίδης και στη συνέχεια η κυρά Βάσω με τον Ηλία Καρτέρη.
Η επιγραφή του βιβλιοπωλείου στην οδό Καραολή και Δημητρίου 21. Τη φωτογραφία, μου δώρισε ο φίλος Γιάννης Οικονομίδης στις 31.1.2013. |
Ο Αρχόντης είχε πια
αποσυρθεί και πέθανε υπέργηρος με πλήρη διαύγεια πνεύματος στις αρχές του ’72.
Στη γωνία επί της Φίλωνος ήταν ο Γ. Μόφορης με το γιο του
Μιχάλη.
Ο Κώστας Ζαφειρόπουλος, αδελφός του Θανάση, βρισκόταν στη
μια πλευρά του περιπτέρου όπου κρέμονταν οι ζώνες για τα αντρικά παντελόνια,
δεξιά της κεντρικής εισόδου του παλαιού
ταχυδρομείου κι ύστερα έκανε το βιβλιοπωλείο του στο παραγκάκι του Βασίλη του
Αιγυπτιώτη που έφυγε για την Αμερική και του το πούλησε. Με την κατάργηση όλων
των αδειών των μικροπωλητών και υπόλοιπων βιοπαλαιστών επί Σκυλίτση, ο Κώστας
άνοιξε το βιβλιοπωλείο του στο κατάστημα επί της Φίλωνος 35 (αργότερα Θεοδώρου)
το οποίο και διατήρησε μέχρι το θάνατό του (σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα
μαζί με τον αδελφό του Παύλο το Σεπτέμβρη του 1972).
Ο Θανάσης Ζαφειρόπουλος μαθήτευσε στο 7ο Δημοτικό
Σχολείο Νέας Κοκκινιάς κι ακολούθως στο Γυμνάσιο Νίκαιας (έμεναν Ιουστινιανού
3). Από μικρό τον έπαιρνε ο πατέρας του στη δουλειά και του έδινε βιβλία τα οποία πουλούσε στα καφενεία, στις λέσχες,
στα μαγαζιά, στους δρόμους της Κοκκινιάς και του Πειραιά, στο λιμάνι, στα
ιστιοφόρα δεχόμενος και παραγγελίες.
Πριν τη στρατιωτική του θητεία, μαζί με την πώληση βιβλίων
εργάστηκε για λίγο καιρό στο κατάστημα του Π. Β. Πραπόπουλου, τζάμια - κρύσταλλα
- καθρέπται (φέρνω στο μυαλό μου ακόμα αυτή την επιγραφή!), Φίλωνος 59 πάνω από
τον Τινάνειο.
Από το μαγαζάκι του πέρασε σχεδόν όλος ο μαθητόκοσμος που
αντάλλασσε και πουλούσε τα σχολικά του βιβλία, οι Πειραιώτες που παράγγελναν ή
έψαχναν μόνοι τους παλιά περιοδικά, εγκυκλοπαίδειες και κάθε λογής δυσεύρετα
έντυπα.
Αν η διαίσθησή του έλεγε πως ο πελάτης ήταν χωρίς χρήματα,
του χάριζε το βιβλίο ή μείωνε την τιμή. Με τη συνεχή εντρύφησή του με τα βιβλία
απέκτησε σημαντική μόρφωση και οξύνοια πνεύματος πράγμα που τον έκανε καλό
συζητητή, αγαπητό και γνωστό μέτοχο της πνευματικής πειραϊκής κοινωνίας.
Υπήρξε τακτικός συνεργάτης της Φωνής του Πειραιώς, σύμβουλος
εκπαίδευσης στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, από τα δρώντα μέλη του Ζήνωνα, από τα
ιδρυτικά του Ομίλου για τη Διάδοση της Ελληνικής Γλώσσας (είχε λάβει μέρος στο
Β΄ διεθνές συνέδριο στην Καβάλα και στο Γ΄ στην Ολυμπία), μέλος της Φιλολογικής
Στέγης Πειραιώς ενώ είχε δημοσιεύσει επί μια 25ετία στη Φιλολογική Πρωτοχρονιά
ποιήματά του τηρώντας αυστηρά ομοιοκαταληξία και μέτρο. Πολλά δε από τα κείμενά
του είναι ανέκδοτα.
Ένα εγκεφαλικό επεισόδιο στα 2001 ήταν η αρχή του κλονισμού
της υγείας του. Μεγάλο μέρος των βιβλίων του δωρίθηκε στο Ιστορικό Αρχείο του
Δήμου Πειραιά. Πέθανε το Μάρτη του 2008 και μ’ αυτόν τον καλό μας φίλο, χάθηκε άλλος
ένας τύπος ανθρώπου που εξάσκησε στους δρόμους του Πειραιά κάποιο από τα
ξεχασμένα επαγγέλματα που στις μέρες μας διαβάζουμε μόνο σε «παληές αναμνήσεις
Πειραιώτου».. {τίτλος βιβλίου με χρονογραφήματα του Χάρη Σταματίου, Πειραιεύς
1970}
Υ Γ: Στις 10.5.1997, Σάββατο, αφού τον βοήθησα να κλείσει -
μάλλον να στριμώξει - τα βιβλία του πίσω από την πόρτα και να κατεβάσει τα
ρολά, πήγαμε και φάγαμε στο εστιατόριο Ολύμπια του Βέργου, στον Άγιο
Κωνσταντίνο. Εκεί, στο συγκερασμό ήρεμου διαλόγου, φαγητού και κόκκινου κρασιού
μου έδωσε τα περισσότερα από τα παραπάνω στοιχεία που δημοσίευσα στην ΠΕΙΡΑΪΚΗ
ΠΟΛΙΤΕΙΑ, φύλλο 152, 22.5.1997, σελ. 18.
Όταν αναφέρομαι στο Θανάση Ζαφειρόπουλο, φίλο από τα παιδικά
μου χρόνια - από τότε τριγύριζα στα μαγαζιά με τα παλιά βιβλία και περιοδικά - σκέφτομαι
ότι τελικά υπάρχουν κάποιοι χαρισματικοί άνθρωποι (μεμονωμένα πρόσωπα ενταγμένα
στον πληθυσμό της πόλης) οι οποίοι με τις πράξεις τους χαρακτηρίζουν την εποχή
τους δημιουργώντας έτσι την πειραϊκή μικροϊστορία και την αστική μας λαογραφία.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ», Απρίλιος
- Μάϊος -Ιούνιος 2009, τεύχος 27, σελ. 14 - 15. Καταχώρηση επαυξημένη εδώ, 9
Αυγούστου 2009.
Καλοκαίρι 2010. Το βιβλιοπωλείο του Γιάννη Θεοδώρου, με το
όνομα στην επιγραφή «Καρτολίνο», έκλεισε μετά από 35 χρόνια εργασίας του
ιδιοκτήτη λόγω συνταξιοδότησης. Χρησιμοποιείται από το Δήμο.
Καλοκαίρι 2013. Το πρώην μαγαζί του Ζαφειρόπουλου, ανάμεσα
στο κατάστημα ακουστικών βαρηκοΐας Γαλιώτος και εκείνου πού εμπορεύεται
ηλεκτρονικά τσιγάρα πούρα κ.ά. (Easy smoking),
έγινε ψάθινα είδη - έπιπλα μπαμπού εποχιακά - επισκευές επίπλων του Μιχάλη
Ευσταθίου, κλειστό κι αυτό...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου