Αφιερωμένο
στα 90 χρόνια της Φιλολογικής Στέγης
Πειραιώς την οποία υπηρέτησα στα
τελευταία 35 χρόνια.
Ερευνά και
γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
Δημοσιογράφος - Συλλέκτης. Ανεξάρτητος
ερευνητής πειραϊκής ιστορίας και
λογοτεχνίας.
Σε πειραιώτικα και
άλλα λογοτεχνικά βιβλία και περιοδικά
που τυχαίνει να στολίζονται με φωτογραφίες
και σκίτσα διαφόρων λογοτεχνών, προβάλλει
η μορφή του Παύλου Νιρβάνα, του Δημοσθένη
Βουτυρά, του Παλαμά, του Δροσίνη, του
Ξενόπουλου, του Μαλακάση, του Ψυχάρη
και άλλων σε εύστοχα γελοιογραφήματα
ενός άγνωστου στο τοπικό φιλολογικό
κοινό καλλιτέχνη.
[Παράδειγμα στο
βιβλίο σταθμός του Γιάννη Χατζημανωλάκη,
Χρονικό της πειραϊκής πνευματικής ζωής,
1973, μεταξύ των σελίδων 88 και 89, το σχέδιο
του Νιρβάνα. Ο Νιρβάνας έγραψε για αυτόν
στην ΕΣΤΙΑ, 20.12.1924: «Με το πρώτο βλέμμα
διακρίνει κανείς εκεί μέσα (στην έκθεση
με έργα του) την κυριαρχία ενός ταλέντου.
Η γραμμή του Αντ. Πρωτοπάτση αρχίζει
πλέον να γίνεται γραμμή διδασκάλου»]
Πρόκειται
για ένα σημαντικό πρόσωπο για το οποίο
έχουν γραφτεί τόσα πολλά, έχουν ασχοληθεί
αρκετοί λογοτέχνες και δημοσιεύσει σε
σοβαρά έντυπα σημαντικές μονογραφίες,
ειδικά συμπατριώτες του από την Λέσβο.
Έτσι εγώ, σαν μη επαΐων θα σας παραπέμψω
σε πηγές που έχω υπ’ όψη μου και θα
αρκεστώ σε μια σύντομη διαδρομή της
ζωής του για να φτάσω στο ζητούμενο που
θέλω να τονίσω.
Ο Αντώνης Πρωτοπάτσης
γεννήθηκε στο προάστιο της Μυτιλήνης
Ακλειδιού στις 21 Μαρτίου 1897, δηλαδή στις
4 Απριλίου 1897 με το νέο ημερολόγιο.
Η
μητέρα του Ελένη το γένος Σιφναίου
(1867-1932), «χήρα πρόωρα, τον μεγάλωσε από
μωρό προσεκτικά, με περίσκεψη, σοβαρότητα,
μ’ αυστηρές αρχές και μ’ αρχοντικούς
τρόπους». Η αδελφή του Μαρία νυμφεύτηκε
τον «βασιβουζούκο της Λεσβιακής Άνοιξης»
Χρύσανθο Μολίνο (1888-1972). Πρώτο του
εξάδελφος ήταν ο Παναγιώτης Μ. Σιφναίος,
1904-1979, αργότερα γενικός διευθυντής ΕΙΡ,
υπουργός κ.ά.).
Στα 1912 αρχίζει να
στιχουργεί με το όνομα Μήτρος
Ακλειδιανός.
Στα γυμνασιακά του χρόνια
εργάστηκε για λίγο στο ελαιομεσιτικό
γραφείο του Αποστόλου Γρημάνη. Φοίτησε
στην Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας
(1914) επίσης για σύντομο διάστημα θεωρώντας
ότι «νεκρώνει ταλέντα».
Για την
καταγραφή διάσωση και αξιοποίηση των
λαογραφικών θησαυρών του νησιού του
στάθηκε κοντά στις προσπάθειες των
περιοδικών «Ελπίδες», 1915 και «Ο Φάρος
της Μυτιλήνης», Απρίλιος 1919, πέντε τεύχη,
το οποίο μετονομάστηκε σε «Τα Νιάτα»,
από το έκτο τεύχος 30.6.1919. Υπάρχουν
φωτογραφίες να χορεύει με λεσβιακή
ενδυμασία.
Στα 1917 μαζί με άλλους,
«αυτοτιτλοφορούμενοι ως ΜΑΛΛΙΑΡΟΙ»
(Μιχάλης Ψαρός, Παναγιώτης Ψάλτης [ο
Παναγιώτης Νικήτας], Παναγιώτης Κεφάλας)
τέθηκαν υπέρ της δημοτικής γλώσσας
εναντίον του «γλωσσαμύντορα
ελληνοδιδασκάλου» Μιχαήλ Ι. Μιχαηλίδη
(1859-1950) και τύπωσαν ένα κείμενο (22
σελίδες).
Όντας κλάσεως του 1917, στα
1918 τον βρίσκουμε για εκγύμναση ως
κληρωτό. Απολύθηκε προσωρινά αφού ήταν
δημοσιογράφος και συνέχισε να μην
υπηρετεί με νέα απόφαση του Υπουργείου
Στρατιωτικών που στήριξε τον κλάδο του
αφού τυγχάνει έφεδρος, δεν είναι
λιποτάχτης και δεν βρίσκεται στην ζώνη
των επιχειρήσεων. Τελικά απολύθηκε με
τον βαθμό του δεκανέα και με την ειδικότητα
του σχεδιαστή.
Στα 21 του, τέλη του 1918
έπαιξε σε μια θεατρική παράσταση (Η
πρόταση του Τσέχωφ), καθώς και σε άλλες
στην επόμενη χρονιά.
Καταφέρνοντας
να εξασφαλίσει συνεργασία ευρωπαϊκού
επιπέδου στα 1919, τον Νοέμβριο στην
Γενεύη, παρακολούθησε κι έκανε τα σκίτσα
των αντιπροσώπων των Κρατών που
συμμετείχαν με αγορεύσεις στις
συνεδριάσεις της Κοινωνίας των
Εθνών.
1920. Όταν έγινε η διασυμμαχική
κατοχή της Κωνσταντινούπολης η οικογένεια
του αδελφού τα μητέρας του επέστρεψε
στην κατοικία της, οπότε πήγε και ο
Πρωτοπάτσης για να εργαστεί. Εκεί
συνδέθηκε με καλλιτεχνικούς κύκλους
και διανοούμενους ενώ «απέφευγε κάθε
κουβέντα για αρρώστιες και το πέρασμά
του από χασάπικα που είχαν κρεμασμένα
σφαγμένα ζώα για πούλημα» [Μαρτυρία του
εξαδέλφου του Παναγιώτη Μ. Σιφναίου].
Η
δουλειά του εκτιμήθηκε και εξασφαλίστηκε
η συνεργασία του με γνωστά γαλλικά
έντυπα. Μετακόμισε στην Γαλλία και
προσλήφτηκε στην Le
Journal,
καθώς αργότερα και σε άλλα γνωστά
περιοδικά.
Στην Γαλλία έμεινε από το
1922 έως το 1924, από το φθινόπωρο του 1928 έως
τον Αύγουστο του 1930, και από το 1931 έως
το 1939 δηλαδή με πολλές διακοπές παραμονής
του στην Λέσβο, όπου ζωγράφισε τοπία
του νησιού σε ακουαρέλες και ελαιογραφίες
τις οποίες εξέθεσε στην Μυτιλήνη
(Σεπτέμβριος του 1924), στην Αθήνα (στο
ΣΠΛΕΝΤΙΤ, Δεκέμβριος 1924), στην Αίγυπτο
(Αλεξάνδρεια και Κάιρο, Μάρτιος - Απρίλιος
1928) και στην Αθήνα όπου έδινε τα σκίτσα
του σε διάφορα έντυπα («Ελεύθερος Τύπος»
του Χρήστου Καβαφάκη στα 1925-1926 και
«Πολιτεία» του Θεολόγου Νικολούδη στα
1927 όταν την είχε αναλάβει ο Σβολόπουλος).
Για την ζωή του στο Παρίσι και τις
κριτικές για τα σκίτσα του έγραψαν
μεταξύ άλλων σε εφημερίδες ο Άγγελος
Τανάγρας και ο Φώτος Γιοφίλλης στα
1924-1925.
Τα σκίτσα του καμωμένα σε λίγα
λεπτά της ώρας, εκφραζόταν με το μολύβι
και πίστευε ότι τα ζημίωνε όταν ήταν
υποχρεωμένος να περνά πάνω από τις
αρχικές μολυβιές γραμμές σινικής μελάνης
για να αποδοθούν σε γραμμικά κλισέ στα
τσιγκογραφεία.
Τον Φεβρουάριο του
1925 τέλεσε στην Αθήνα γάμο με την
Marie-Louise
(Μαρί-Λουΐζ), δεν έκαναν παιδιά.
Στα
1927 έγινε πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων
Σκιτσογράφων Αθηναϊκών Εφημερίδων,
πριν διοργανωθεί από τον Φωκίωνα
Δημητριάδη (1894-1977).
Σε μια επιστροφή
του στην Γαλλία, έβαλε τον εξάδελφό του
να πάει στην Le
Journal
και να ζητήσει να τον επαναπροσλάβουν.
Τον δέχτηκαν με ενθουσιασμό, ο διευθυντής
της είπε μάλιστα «il
n’
y
a
pas
que
lui
et
Sennep
pour
la
caricature».
Jean
Sennep,
1894-1982, Γάλλος σχεδιαστής και γελοιογράφος
από τους μεγαλύτερους εικονογράφους
του γαλλικού τύπου.
Ο Πρωτοπάτσης
υπέγραφε τα έργα του με το ψευδώνυμο
Pazzi.
Με αυτό έγινε όπως προείπα δεκτός για
συνεργασίες σε ένα μεγάλο αριθμό γαλλικών
εντύπων του μεσοπολέμου. Πολλές
εικονογραφήσεις του είναι σημαντικές
και πολύ εντυπωσιακές. Σκίτσα σύγχρονών
του της Γαλλίας και της Ελλάδος,
επιστημόνων, πολιτικών, συγγραφέων,
ποιητών, καλλιτεχνών, όλα ήταν αναγνωρίσιμα
με την πρώτη ματιά. Παράλληλα έβγαλε
και λευκώματα με σκίτσα προσωπικοτήτων
διαφόρων ειδικοτήτων. Ειδικεύτηκε και
στην χαλκογραφία «pointe
sèche»
dry
point,
την τεχνική πρώτος είχε χρησιμοποιήσει
με σημαντικό τρόπο ο Dürer,
πράγμα που τον ώθησε σε πιο εκλεπτυσμένες
γραμμές. Σε δημοπρασίες πωλούνται ακόμα
σχέδιά του. Μετέφρασε και ποιήματα του
Baudelaire.
Στην εφημερίδα «Πολιτεία» δεν έπαψε
να γράφει για την Λέσβο: Έχω
γεννηθή στη Μυτιλήνη και κάθε φορά που
θα την ξαναντικρύσω μου φαίνεται πως
ξαναγεννιέμαι… Αλήθεια, δεν ξέρω τι μ’
εμποδίζει να γράψω κάτι που μου είναι
περισσότερο παρά πεποίθηση, κάτι που
το φωνάζουν όλες οι ίνες του σώματός
μου: «Η Μυτιλήνη είναι ο ωραιότερος
τόπος του κόσμου»…
Μου θυμίζει τις λυρικές εξάψεις του
δικού μας Βασίλης Λαμπρολέσβιου, του
Βασίλη Λαμπρέλη (10.4.1908-24.3.1989) που παράλληλα
με την λατρεία του για τον Πειραιά, σε
κάποια ποιήματα κείμενα ή γράμματα
νοσταλγεί το νησί του…
Όμως στην
μεγάλη περίοδο της ζωής του που αναφέρομαι
έπρεπε να σκιτσάρει με βιασύνη λόγω των
απαιτήσεων και των παραγγελιών των
εντύπων που είχε επαφές. Νοσταλγούσε
τις ήρεμες στιγμές των ακρογιαλιών στην
Λέσβο, τα τοπία και τους ανθρώπους της
που τον χαλάρωναν και ζωγράφιζε με
πάθος.
Μέσα σε όλα αυτά, κατέβαλε
προσπάθειες να βελτιώσει τα οικονομικά
του και να αισθανθεί άνετος, να αποδεσμευθεί
από Γαλλία και Αθήνα, να επιστρέψει στην
γενέτειρα γη την οποία επισκεπτόταν
λίγες εβδομάδες, μόνο στις κανονικές
άδειες τα καλοκαίρια ή τα φθινόπωρα.
Εν
τέλει πήρε την απόφαση και γύρω στον
Μάρτιο του 1939 το βρίσκουμε πίσω στην
Λέσβο όπου τον καλωσόρισαν οι γνωστοί
του με ευχές στα τοπικά έντυπα: «Ο πόθος
της ωραίας πατρίδας έφερε πάλι ανάμεσά
μας ένα από τα πιο εκλεκτά λουλούδια
της Λεσβιακής Άνοιξης. Ύστερα από 8
χρόνια ο Αντώνης Πρωτοπάτσης εγκατέλειψε
την Γαλλία για να εγκατασταθή οριστικά
στο νησί μας, πάνω στο οποίο θα σκορπιστή
πάλι το αγνό άρωμα του πνεύματος και
της τέχνης… Κατά την παραμονή του στην
Γαλλία είχε ασχοληθή ειδικά με τη
χαλκογραφία και εξέδωσε συλλογές
χαλκογραφιών του. Περνώντας από την
Αθήνα, όπου έμεινε μερικές εβδομάδες,
εφιλοτέχνησε τις χαλκογραφίες των
καλλιτέρων συγγραφέων της χώρας μας,
οι οποίοι θα εκδοθούν πολύ σύντομα σε
τεύχος ιδιαίτερο…» έγραψε ο Παρασκευαΐδης
στην εφημερίδα ΠΡΩΙΝΗ της 28.3.1939. Οκτώ
χρόνια, εννοεί την δεύτερη σχεδόν συνεχή
παραμονή του στην Γαλλία.
Το καλοκαίρι
του 1939 συμμετείχε στην οργάνωση της
Λεσβιακής Έκθεσης, στις εκδηλώσεις της
οποίας ο Στρατής Παπανικόλας (22.11.1894 -
30.10.1952, έφυγε από καρδιακή προσβολή)
διευθυντής, μετά ιδιοκτήτης του ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ
ΛΟΓΟΥ που καταστράφηκε από φωτιά στα
1925 και επανακυκλοφόρησε, αποχώρησε και
την εκχώρησε στα 1929, εκδότης του σατιρικού
ΤΡΙΒΟΛΟΥ στα τέλη του 1931 έως το 1941,
επανακυκλοφορία στις 11.7.1952) έγραψε λαϊκή
επιθεώρηση, στις παραστάσεις της οποίας
πρωτοακούστηκε το τραγούδι ΜΥΤΙΛΗΝΗ
σε μουσική Κλεάνθη Μυρογιάννη «Η Μυτιλήν’
μας είνι ένα τρανό χουργιό αρχόντ’ τσι
φουκαράδις ζούμι μακριά ’π’ του θιό»
στην ιδιωματική γλώσσα του Ασώματου
Αγιάσου.
Τις απόψεις και τα ενδιαφέροντά
του για την τέχνη, διοχέτευσε γράφοντας
στην Εξέλιξη, στην Εφημερίδα των Λεσβίων,
στην Πρωϊνή.
Οι συνθήκες επιβίωσης
ήταν πολύ ακραίες. Τον Οκτώβρη του 1942
εγκαταστάθηκε στην Αγία Παρασκευή
Λέσβου. Οικονομική δυσπραγία αφού ήδη
είχαμε μπει στον πόλεμο: «παρέμεινα
επί τινα έτη εις την ιδιαιτέραν μου
πατρίδα Μυτιλήνην μη δυνάμενος όμως να
προσπορισθώ τα προς το ζην, καθ’ όσον
το επάγγελμά μου δεν επιτρέπει την
εξάσκησίν του εις την επαρχίαν, μετέβην
εις Τουρκίαν το 1944 και παρέμεινα εις
Σμύρνης και Κωνσταντινούπολιν μέχρι
του Ιουλίου 1945. Έκτοτε ευρίσκομαι εις
τας Αθήνας. Λόγω του επαγγέλματός μου
είμαι ηναγκασμένος να διαμένω εις
μεγαλούπολιν, μη δυνάμενος δε επί του
παρόντος να επιστρέψω εις Παρισίους,
παραμένω εις Αθήνας δια να εξασφαλίσω
τα προς το ζην».
Αντιγράφω
από τον Μολίνο για εκείνη την περίοδο
της Μυτιλήνης: «Στον ορίζοντα ήδη
πρόβαλαν σαν απειλητική συννεφούρα η
πείνα, η δυστυχία μαζί κι ο ξεπεσμός κι
η καταφρόνια. Οργάνωσε και πάλι επισκέψεις
σε κεφαλοχώρια του νησιού, κάθε άλλο
όμως παρά ενθουσιώδεις και κεφλήδικες
όπως εκείνες της νειότης του. Σκοπός
τώρα είναι η εξεύρεση λίγων τροφίμων
για να αντεπεξέλθει όπως - όπως με τη
γυναίκα του. Πληρώνει με σκίτσα όσους
σ’ ανταλλαγή δίνουν φασόλια, λάδι,
γεννήματα φυλαγμένα απ’ τους
πλιατσικολόγους Ναζί». Στα 1944 τύπωσε
βιβλίο με μεταφράσεις 50 ποιημάτων του
Μποντλέρ. Άλλωστε ο ίδιος έγραψε και
δημοσίευσε ποιήματα.
Τον Ιούλιο
του 1945 ήλθε στην Αθήνα. Ως προσωρινός
κάτοικος Αθηνών, στα 1946, υπέβαλε αίτηση
για την παροχή δελτίου άρτου και τροφίμων
στις 16 Μαΐου. Εργάστηκε στον Ριζοσπάστη
και στον Ρίζο της Δευτέρας, στην Μάχη
και στην Ελεύθερη Ελλάδα. Έστελνε
προσωπογραφικά σκίτσα ατόμων που
κάλυπταν την επικαιρότητα, μερικές
φορές απομακρυσμένα από την πρωτοτυπία,
ξεσηκωμένα από φωτογραφίες, «εις βάρος
της εκφραστικότητας της σκιτσογραφικής
τέχνης». Το έργο του λοιπόν, με την
πρόσθεση αντιγράφων, ζημιώθηκε
ποιοτικά.
«Η ζωή του ήταν κατάφορτη
από οραματισμούς, πειραματισμούς που
πότε - πότε απέβαιναν επιτυχείς, ενώ
συχνά θα τους χαρακτήριζε κανείς χωρίς
περιστροφές αλλοπρόσαλλους, η ζωή του
πραγματικά έντονη και φωτισμένη, υπήρξε
σύντομη».
Πέθανε, από την επάρατη
αρρώστια, στην Αθήνα, στο νοσοκομείο
Ευαγγελισμός, στις 16 Απριλίου 1947, σε
ηλικία 50 ετών «την εποχή που η Ελλάδα
περνούσε μεγάλες δοκιμασίες, αδύναμη,
ασυγκρότητη, ασθενής. Αδύναμη ακόμα να
εξασφαλίσει έγκαιρα τη σωστή διάγνωση
της αρρώστιας του δυστυχισμένου
διανοούμενου». Ο Σπύρος Βασιλείου στην
νεκρολογία του έγραψε ότι ο Πρωτοπάτσης
ατύχησε πριν φύγει να δει το δεξί του
χέρι, εκείνο που δημιουργούσε, παράλυτο.
Ετάφη στο 3ο νεκροταφείο, αργότερα τα
οστά του μεταφέρθηκα στην ιδιαίτερη
πατρίδα του.
Κι αλλού διάβασα: «Αρρώστησε
το 1947 σε ηλικία 50 χρονών και η Γαλλίδα
σύζυγός του ζήτησε να του βγάλουν
διαβατήριο, ώστε να πάει στο Παρίσι για
θεραπεία. Αλλά ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης
Ναπολέων Ζέρβας δεν του έδωσε (!), για
να… ξεμπερδεύει με αυτόν τον σκιτσογράφο
του «Ριζοσπάστη»!!!»
Ας έλθω τώρα
στο προκείμενο, στην ευτυχή συγκυρία,
στην επαφή του Πρωτοπάτση με τα πρώτα
πολιτιστικά βήματα της νεοϊδρυθείσας
τότε Φιλολογική Στέγης Πειραιώς.
Η
Φιλολογική Στέγη Πειραιώς ιδρύθηκε στα
τέλη του 1930, στον εορτασμό των εκατό
ετών από τη ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Τα 18 άρθρα του πρώτου καταστατικού της
εγκρίθηκαν με την απόφαση 4156/17.11.1930 του
Πρωτοδικείου Πειραιώς. Αρχικά πρόεδρος
εξελέγη ο Κώστας Δ. Σούκας (από 9.10.1930 έως
20.12.1931) κι ακολούθησε ο Γρηγόρης Θεοχάρης
(από 20.12.1931 έως 7.2.1965).
Ο Πρωτοπάτσης,
«Ανοίγοντας προς όλες τις κατευθύνσεις
την επιρροή του έγινε ο θεωρητικός της
″Λεσβιακής Άνοιξης″, που με διαλέξεις
και δημοσιεύματα την έκανε ευρύτερα
γνωστή στο πανελλήνιο. Η προωθητική
επίδραση στο γράψιμο και στο τύπωμα της
″Ζωής εν τάφω″ και ύστερα η μεταφραστική
της αναδημιουργία στα γαλλικά και στην
προβολή της σε ευρωπαϊκή κλίμακα είναι
ανυπολόγιστης αξίας».
Ως «δημοσιογράφος
- φοιτητής» ο φιλόλογος, λαογράφος,
ζωγράφος, σκιτσογράφος Μίλτης Παρασκευαΐδης
(18.1.1911 - 21.12.1999, κληροδότησε το ακίνητό
του στην οδό Κοτυαίου 5 στην Ομοσπονδία
Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής, ιδρύθηκε
στα 1988) παρακολούθησε «μεταξύ πολλών
άλλων και μια διάλεξη που έδωσε ο
Πρωτοπάτσης το 1930 στο Δημοτικό Θέατρο
Πειραιώς για τη Λεσβιακή Άνοιξη με
πρωτοβουλία της ″Φιλολογικής Στέγης″
Πειραιώς. Όταν μιλούσε έξω από το νησί
του για τη Λεσβιακή Άνοιξη ο Πρωτοπάτσης,
που ήταν στις ομιλίες του πάντοτε
γλαφυρός και ενθουσιώδης, γινόταν
αληθινός μύστης. Στην διάλεξή του του
1930 είπε και τα εισαγωγικά αυτά λόγια,
που χαρακτηρίζουν τους ενθουσιασμούς
του, που έμειναν για πάντα ″εφηβικοί″,
σε όλη του την ζωή:
Μου
είναι μεγάλη ανάγκη, μεγάλη βία να σας
μιλήσω για τη Λεσβιακή Άνοιξη. Μη σας
φαίνεται παράξενο. Η Λεσβιακή Άνοιξη
μ’ ενθουσιάζει. Κι είναι δύσκολο να
είναι κανείς ενθουσιασμένος μοναχός
του. Ποτές σου δεν νοιώθεις τον εαυτό
σου τόσο μεταδοτικό, τόσο ανοιχτόκαρδο,
όσο όταν είσαι ενθουσιασμένος… Έχω
χρόνια να περάσω την άνοιξη στον τόπο
μου…
Λεσβιακή Άνοιξη! Έτσι μας αρέσει
να ονομάζουμε εκεί πέρα ένα άνθισμα από
νέα ελπιδοφόρα ταλέντα στην τέχνη του
λόγου. Και είναι τόσο φυσικό ένα τέτοιο
φαινόμενο για όποιον γνωρίζει το νησί.
Στη Λέσβο όποιος έχει μάτια σπουδάζει
την ομορφιά. Όποιος έχει ψυχή ζητά να
την εκφράσει. Το τραγούδι στη Λέσβο
είναι πάντα έτοιμο ν’ αντιλαλήσει,
φτάνει να το επιτρέπουν οι καιροί. Έτσι
και τώρα. Αντίθετα με την Εφτανησιώτικη
Σχολή π.χ., όπου τα γράμματα καλλιεργούσε
προνομιακά ένας στενός κύκλος από
αριστοκράτες μ’ ευρωπαϊκή μόρφωση, η
Λεσβιακή Άνοιξη είν’ ένα φαινόμενο
πολύ πλατύτερο, με βαθύτερες και
λαϊκότερες ρίζες. Αυτή η πλειάδα των
ταλέντων, που εκφράζεται στη Μυτιλήνη
κι εκφράζει τη Μυτιλήνη, αντιπροσωπεύει
τις πνευματικές και ψυχικές ορέξεις
μιας ολόκληρης νεολαίας από τη μεσαία
τάξη. Απ’ αυτήν κυρίως προέρχονται οι
συγγραφείς, μα και σ’ αυτήν αποτείνεται.
Η νεολαία αυτή τους περιβάλλει με θερμή
στοργή….
Μην έχοντας χρόνο να αναφερθεί με
λεπτομέρειες στους αντιπρόσωπους της
Λεσβιακής Άνοιξης, κατά την ομιλία του
στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιώς το
1930, ο Πρωτοπάτσης περιορίστηκε να
μνημονεύσει μερικούς απ’ αυτούς…
Σύμφωνα με πληροφορίες μου η διάλεξη
- ή οποία κατά πάσα πιθανότητα υπήρξε η
πρώτη της Στέγης - έγινε στις 14 Δεκεμβρίου
1930. Η πανδημία εμποδίζει στο να ερευνήσω
τις εφημερίδες της εποχής στο Ιστορικό
Αρχείο του Δήμου μας.
«Ο Αντώνης
Πρωτοπάτσης… αναδείχτηκε κορυφαίος
φυσιογνωμιστής, σκιτσογράφος της
περιόδου 1920-1947, ζωγράφος, λογοτέχνης,
εμπνευστής των πνευματικών και
καλλιτεχνικών εκδηλώσεων της ″Λεσβιακής
Άνοιξης″ του Στρατή Μυριβήλη και
οραματιστής της Αναγέννησης του γνήσιου
πατροπαράδοτου λαϊκού πολιτισμού των
Ελλήνων μ’ αποφασιστικήν αντίδραση
στον ″εκφραγκισμό″ της ελληνικής ζωής»
(Παρασκευαΐδης).
Τα χρόνια πέρασαν κι
όπως ξεχνούν και στρέφονται σε πιο
πικάντικα ενδιαφέροντα οι σύγχρονοι
αντιγραφείς «ερευνητές, ιστορικοί,
αρθρογράφοι» του πειραϊκού χώρου,
παραγκωνίζοντας άθελα, λόγω περιορισμένης
αντίληψης ή σκόπιμα, λόγω άποψης τους
παλαιότερους δημιουργούς, έτσι αφέθηκε
στην λήθη και το όνομα του Αντώνη
Πρωτοπάτση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
-Γιώργος Βαλέτας, άρθρο
«Ο Μυριβήλης της Μυτιλήνης», στην ΝΕΑ
ΕΣΤΙΑ, τεύχος 1033, Ιούλιος 1970, Αφιέρωμα
στον Στράτη Μυριβήλη.
-Πάνος Ευαγγελινός,
Σοβαρά και Γελοία, Μυτιλήνη 1970.
-Κώστας
Μάκιστος (Παπαχαραλάμπους), Η Σελλάδα
της Αγίας Παρασκευής Λέσβου. Ιστορική
και λαογραφική έρευνα. Με βιβλιογραφικό
επίμετρο Μίλτη Παρασκευαΐδη. Αθήναι.
1970.
-ΤΑ ΝΕΑ, 28 Ιανουαρίου 1972, συνέντευξη
του Μανώλη Καλλιγιάννη στον δημοσιογράφο
Γιώργο Πηλιχό (1929-1.5.2003).
-ΤΟ ΒΗΜΑ, 26
Μαρτίου 1972, Φ. Κομνηνάκης, Αντώνης
Πρωτοπάτσης - Ένας «ωραίος απόστολος»
του Νεοελληνικού Πολιτισμού.
[Απόστολο
του νεοελληνικού πολιτισμού τον είχε
χαρακτηρίσει ο Στράτης Μυριβήλης
(1892-1969) με αφορμή ενός φιλολογικού
μνημόσυνου με πρωτοβουλία της ΧΟΡΩΔΙΑΣ
ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ στις 10.5.1953]
-Ο Αντώνης
Πρωτοπάτσης μέσ’ από τις επιστολές
του, Βασίλης Καραγιάννης, 1972.
-Μίλτη
Παρασκευαΐδη. Ο Αντώνης Πρωτοπάτσης
“PAZZI,,
και η Λεσβιακή Άνοιξη. Ένας ωραίος
απόστολος του Νεοελληνικού Πολιτισμού.
1897 - 1947. Ανάτυπο από τα «Αιολικά Γράμματα».
Αφιέρωμα, τόμος 2ος, τεύχος 8, σελ. 132 -
143. Αθήνα 1972. Σελ. 16.
-Μίλτη Παρασκευαΐδη,
Αντισνομπιστικά και αντιρομποτικά,
1977.
-Στρατής Αλ. Μολίνος. Ο Αντώνης
Πρωτοπάτσης και το έργο του. Αθήνα 1991.
Σελ. 20. Η ομιλία έγινε στις 24 Σεπ. 1990 στο
Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης
-Α. Πρωτοπάτσης.
1897-1947. Εκδόσεις αστερίας. Αθήναι 1997. Σε
1000 αντίτυπα.
-Από τις εκδόσεις ΣΜΙΛΗ
κυκλοφόρησε στα 2019 το βιβλίο του
Charles
Baudelaire
ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ σε μετάφραση του Αντώνη
Πρωτοπάτση με εισαγωγικά κείμενα του
Βάσου Βόμβα και του Στρατή Μολίνου.
εξαιρετικο αφιερωμα στον αντωνη πρωτοπατση συγχαρητηρια
ΑπάντησηΔιαγραφή