Ερευνά
και γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
Χρόνια
του 1950 στον Πειραιά. Η εσωτερική μετακίνηση του πληθυσμού από την επαρχία
στην πρωτεύουσα και στους γύρω δήμους ήταν σε εξέλιξη για να κορυφωθεί στις
επόμενες δεκαετίες.
Όσο έρχονταν καινούργια άτομα στην πόλη, τόσο κτίζονταν σπίτια και απλωνόταν η πόλη. Τα φυσικά ισώματα κι οι παλιές βραχώδεις πλαγιές περιορίζονταν. Οι δρόμοι παρέμεναν χωμάτινοι, γεμάτοι πέτρες οι κατηφορικοί ειδικά προς την Πειραϊκή, με σκόνη ή λάσπη ανάλογα τον καιρό. Τα πεζοδρόμια ήταν ασχημάτιστα ή σκεπασμένα με πλάκες και μαρμαρένια αγκωνάρια οπότε τα δένδρα και τα αγριόχορτα είχαν πιο πολύ χώρο να αναπτυχθούν.
Ο περισσότερος κόσμος περνούσε δύσκολα αλλά τα κατάφερνε, η ζωή ήταν φτωχική αλλά υποφερτή, διάχυτη με μια αγόγγυστη κι αισιόδοξη διάθεση. Η παραδοσιακή συνταγή σπίτι, δουλειά, κάποια σχολή, ψώνια, επισκέψεις, βόλτες, σινεμά, γήπεδα, εκκλησία, ταβέρνα, καφενεία, ζαχαροπλαστεία, άντε και καμιά εκδρομή, ακολουθούταν σταθερά από τους νέους και τις νέες ώστε να γεμίζει ο χρόνος και να εκτονώνονται οι ανησυχίες.
Σήμερα αυτή η περίοδος θεωρείται αγνή και αξέχαστη, οι δε μεγαλύτεροι την αναφέρουν με νοσταλγία κάνοντας τις προσωπικές τους συγκρίσεις κι εκτιμήσεις. Ίσως επειδή όλες εκείνες οι εμπειρίες συνδυάζονται με τα νιάτα τους - που από καιρό έχουν χαθεί - και το περιβάλλον, οικογενειακό και οικοδομικό που τόσο πολύ έχει μεταβληθεί ώστε να μην αναγνωρίζεται.
Την Πειραϊκή Ακτή γνώρισα από τις νεανικές βόλτες στην παραλία με τα φιλαράκια μου, τότε που αναζητούσαμε να συνδυάσουμε περπάτημα φαγητό ή καφέ με τον ήλιο και την θάλασσα. Ύστερα κατοίκησα μόνιμα πρώτα στην πλατεία Φρεαττύδας και μετά κοντά στην πλατεία Καρπάθου, στην κατηφοριά προς το λιμανάκι του Μπαϊκούτση. Έτσι, αφού πάντα ήθελα να δοκιμάζω και να μην δένομαι με τον χώρο, κάθισα στις περισσότερες ταβέρνες και στις καφετέριες της Ακτής Θεμιστοκλέους.
Ένα τμήμα της παραλίας, παλιά βραχώδης έκταση που κατέληγε σε γκρεμό, κράτησε για χρόνια το φυσικό του σχήμα αν και με την χάραξη των δρόμων τα σπίτια είχαν πλησιάσει κατά πολύ τις άκρες του. Εδώ κατέβαιναν πολλοί, μόνοι ή σε παρέες και απολάμβαναν το υπέροχο τοπίο. Αργότερα, για τουριστική ανάπτυξη και οικονομική απολαβή, επιχωματώθηκε και ισοπεδώθηκε. Για να δεχτεί καταστήματα, δηλαδή ψαροταβέρνες που πρόσφεραν και καφέ, παγωτά αναψυκτικά, μπήκαν τσιμεντένιες βάσεις και υψώθηκαν σιδερένια εξαρτήματα, ξύλινα πατώματα, τέντες, τραπέζια και καρέκλες. Έτσι με τόνους χωμάτων σκεπάστηκαν οι λίθινες βάσεις των πύργων και τα απομεινάρια των τειχών.
Αν ξεκινήσουμε από τον αριθμό 64 - 66 της Ακτής Θεμιστοκλέους και φτάσουμε με ορισμένες διακοπές στον 118 (η αρίθμηση της λεωφόρου είναι ζυγή, δεν υπάρχουν κτήρια στην απέναντι πλευρά εκτός από τον κτισμένο πιο μακριά ΑΧΙΝΟ) η σειρά των επιχειρήσεων όπως την θυμάμαι ήταν η εξής: Ευάγγελος Κριτσίλης, Ανεμόμυλος, Κάβο Διρός, Γιάγκος, Ιππόκαμπος και Romance - Ρομάντζο.
Δεκαετίες μετά, ύστερα από διαμαρτυρίες περιοίκων, τα καταστήματα που λειτουργούσαν μέσα στον “κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του Κονώνειου Τείχους της Πειραϊκής στην Ακτή Θεμιστοκλέους” θεωρήθηκαν παράνομα, κατεδαφίστηκαν. Ακόμα παραμένει περιφραγμένος με συρματόπλεγμα. Έγιναν ελάχιστες δοκιμαστικές τομές σε σημεία για να δουν οι αρχαιολόγοι το μέγεθος της διασποράς των ογκόλιθων. Η προσπάθεια σταμάτησε και η περιοχή αφέθηκε στην εγκατάλειψη. Οι καιροί πέρασαν και η κατάσταση παραμένει η ίδια.
Ας σταθούμε όμως στην Ακτή Θεμιστοκλέους 116. Βλέπουμε την πολυκατοικία που εκτείνεται προς τις οδούς Μπινιάρη, Δραγούμη και Μητρώου να γωνιάζει με ένα κηπάριο. Εκεί υπήρχε ένα παλιό σπίτι που γύρω στα 1950 ήταν ενοικιασμένο από μέλη της οικογενείας Αποστόλου (το σαλόνι ήταν στην θέση του κήπου), η οποία έλκει την καταγωγή της από την Κύμη Ευβοίας.
Ξέγνοιαστες στιγμές της, εντός κι εκτός του σπιτιού, απαθανατίστηκαν σε φωτογραφίες και ευτυχώς διατηρήθηκαν σε διαμέρισμα απογόνων της.
Ευκαιρίας δοθείσης από την παραχώρηση σε αυθεντική ή ψηφιακή μορφή ενός μέρους του υλικού αυτού από τον φίλο μου Δημήτρη Φόρα (η μητέρα του λεγόταν Τριανταφυλλιά Αποστόλου), θα δημοσιεύσω όποιες φωτογραφίες θεωρώ ενδιαφέρουσες ώστε να αναβιώσω κάτι από την ρευστή καθημερινότητα, τις εικόνες που έβλεπαν τα μάτια, την θέα, τις οικοδομές, τα αντικείμενα, τις φυσιογνωμίες, τις κινήσεις και το στήσιμο, την ενδυμασία, όλα όσα ήταν τότε πραγματικότητα, τα μετέτρεψε με αργούς ρυθμούς ο χρόνος και ξεχασμένα σήμερα θα μπορούσε να ενταχτούν στην κατηγορία της αστικής λαογραφίας.
Στο πρώτο μέρος βγαίνουμε στον ήλιο και αντλούμε, εκεί στα βράχια της Πειραϊκής, ευχαρίστηση μέσα από κάποια όμορφα στιγμιότυπα που μοιράστηκαν στο διάβα της ζωής αρκετοί συντοπίτες μας.
Για μένα θα ήταν άνετη η παράθεση υπότιτλων. Θα αρκεστώ όμως στην καταγραφή των ονομάτων που συμμετείχαν στην φωτογράφηση κι αφήνω ελεύθερο τον καθένα από σας να χαρεί και να εκτιμήσει με την προσωπική του έκφραση γνώμης αυτά που βλέπει.
Η οικογένεια Αποστόλου (γονείς ο Ιωάννης και η Μαριγώ) αποτελούνταν από οκτώ αδέλφια: Εμμανουήλ, Γεώργιος, Τριανταφυλλιά (περ. 1922 - 2014, έφυγε από την ζωή τελευταία), Αγγελική (Κούλα), Βιργινία, Άρτεμις, Φωτεινή, Δήμητρα (Μιμίτσα). Οι Άρτεμις, Φωτεινή, Δήμητρα παρέμειναν ανύπαντρες.
Όσο έρχονταν καινούργια άτομα στην πόλη, τόσο κτίζονταν σπίτια και απλωνόταν η πόλη. Τα φυσικά ισώματα κι οι παλιές βραχώδεις πλαγιές περιορίζονταν. Οι δρόμοι παρέμεναν χωμάτινοι, γεμάτοι πέτρες οι κατηφορικοί ειδικά προς την Πειραϊκή, με σκόνη ή λάσπη ανάλογα τον καιρό. Τα πεζοδρόμια ήταν ασχημάτιστα ή σκεπασμένα με πλάκες και μαρμαρένια αγκωνάρια οπότε τα δένδρα και τα αγριόχορτα είχαν πιο πολύ χώρο να αναπτυχθούν.
Ο περισσότερος κόσμος περνούσε δύσκολα αλλά τα κατάφερνε, η ζωή ήταν φτωχική αλλά υποφερτή, διάχυτη με μια αγόγγυστη κι αισιόδοξη διάθεση. Η παραδοσιακή συνταγή σπίτι, δουλειά, κάποια σχολή, ψώνια, επισκέψεις, βόλτες, σινεμά, γήπεδα, εκκλησία, ταβέρνα, καφενεία, ζαχαροπλαστεία, άντε και καμιά εκδρομή, ακολουθούταν σταθερά από τους νέους και τις νέες ώστε να γεμίζει ο χρόνος και να εκτονώνονται οι ανησυχίες.
Σήμερα αυτή η περίοδος θεωρείται αγνή και αξέχαστη, οι δε μεγαλύτεροι την αναφέρουν με νοσταλγία κάνοντας τις προσωπικές τους συγκρίσεις κι εκτιμήσεις. Ίσως επειδή όλες εκείνες οι εμπειρίες συνδυάζονται με τα νιάτα τους - που από καιρό έχουν χαθεί - και το περιβάλλον, οικογενειακό και οικοδομικό που τόσο πολύ έχει μεταβληθεί ώστε να μην αναγνωρίζεται.
Την Πειραϊκή Ακτή γνώρισα από τις νεανικές βόλτες στην παραλία με τα φιλαράκια μου, τότε που αναζητούσαμε να συνδυάσουμε περπάτημα φαγητό ή καφέ με τον ήλιο και την θάλασσα. Ύστερα κατοίκησα μόνιμα πρώτα στην πλατεία Φρεαττύδας και μετά κοντά στην πλατεία Καρπάθου, στην κατηφοριά προς το λιμανάκι του Μπαϊκούτση. Έτσι, αφού πάντα ήθελα να δοκιμάζω και να μην δένομαι με τον χώρο, κάθισα στις περισσότερες ταβέρνες και στις καφετέριες της Ακτής Θεμιστοκλέους.
Ένα τμήμα της παραλίας, παλιά βραχώδης έκταση που κατέληγε σε γκρεμό, κράτησε για χρόνια το φυσικό του σχήμα αν και με την χάραξη των δρόμων τα σπίτια είχαν πλησιάσει κατά πολύ τις άκρες του. Εδώ κατέβαιναν πολλοί, μόνοι ή σε παρέες και απολάμβαναν το υπέροχο τοπίο. Αργότερα, για τουριστική ανάπτυξη και οικονομική απολαβή, επιχωματώθηκε και ισοπεδώθηκε. Για να δεχτεί καταστήματα, δηλαδή ψαροταβέρνες που πρόσφεραν και καφέ, παγωτά αναψυκτικά, μπήκαν τσιμεντένιες βάσεις και υψώθηκαν σιδερένια εξαρτήματα, ξύλινα πατώματα, τέντες, τραπέζια και καρέκλες. Έτσι με τόνους χωμάτων σκεπάστηκαν οι λίθινες βάσεις των πύργων και τα απομεινάρια των τειχών.
Αν ξεκινήσουμε από τον αριθμό 64 - 66 της Ακτής Θεμιστοκλέους και φτάσουμε με ορισμένες διακοπές στον 118 (η αρίθμηση της λεωφόρου είναι ζυγή, δεν υπάρχουν κτήρια στην απέναντι πλευρά εκτός από τον κτισμένο πιο μακριά ΑΧΙΝΟ) η σειρά των επιχειρήσεων όπως την θυμάμαι ήταν η εξής: Ευάγγελος Κριτσίλης, Ανεμόμυλος, Κάβο Διρός, Γιάγκος, Ιππόκαμπος και Romance - Ρομάντζο.
Δεκαετίες μετά, ύστερα από διαμαρτυρίες περιοίκων, τα καταστήματα που λειτουργούσαν μέσα στον “κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του Κονώνειου Τείχους της Πειραϊκής στην Ακτή Θεμιστοκλέους” θεωρήθηκαν παράνομα, κατεδαφίστηκαν. Ακόμα παραμένει περιφραγμένος με συρματόπλεγμα. Έγιναν ελάχιστες δοκιμαστικές τομές σε σημεία για να δουν οι αρχαιολόγοι το μέγεθος της διασποράς των ογκόλιθων. Η προσπάθεια σταμάτησε και η περιοχή αφέθηκε στην εγκατάλειψη. Οι καιροί πέρασαν και η κατάσταση παραμένει η ίδια.
Ας σταθούμε όμως στην Ακτή Θεμιστοκλέους 116. Βλέπουμε την πολυκατοικία που εκτείνεται προς τις οδούς Μπινιάρη, Δραγούμη και Μητρώου να γωνιάζει με ένα κηπάριο. Εκεί υπήρχε ένα παλιό σπίτι που γύρω στα 1950 ήταν ενοικιασμένο από μέλη της οικογενείας Αποστόλου (το σαλόνι ήταν στην θέση του κήπου), η οποία έλκει την καταγωγή της από την Κύμη Ευβοίας.
Ξέγνοιαστες στιγμές της, εντός κι εκτός του σπιτιού, απαθανατίστηκαν σε φωτογραφίες και ευτυχώς διατηρήθηκαν σε διαμέρισμα απογόνων της.
Ευκαιρίας δοθείσης από την παραχώρηση σε αυθεντική ή ψηφιακή μορφή ενός μέρους του υλικού αυτού από τον φίλο μου Δημήτρη Φόρα (η μητέρα του λεγόταν Τριανταφυλλιά Αποστόλου), θα δημοσιεύσω όποιες φωτογραφίες θεωρώ ενδιαφέρουσες ώστε να αναβιώσω κάτι από την ρευστή καθημερινότητα, τις εικόνες που έβλεπαν τα μάτια, την θέα, τις οικοδομές, τα αντικείμενα, τις φυσιογνωμίες, τις κινήσεις και το στήσιμο, την ενδυμασία, όλα όσα ήταν τότε πραγματικότητα, τα μετέτρεψε με αργούς ρυθμούς ο χρόνος και ξεχασμένα σήμερα θα μπορούσε να ενταχτούν στην κατηγορία της αστικής λαογραφίας.
Στο πρώτο μέρος βγαίνουμε στον ήλιο και αντλούμε, εκεί στα βράχια της Πειραϊκής, ευχαρίστηση μέσα από κάποια όμορφα στιγμιότυπα που μοιράστηκαν στο διάβα της ζωής αρκετοί συντοπίτες μας.
Για μένα θα ήταν άνετη η παράθεση υπότιτλων. Θα αρκεστώ όμως στην καταγραφή των ονομάτων που συμμετείχαν στην φωτογράφηση κι αφήνω ελεύθερο τον καθένα από σας να χαρεί και να εκτιμήσει με την προσωπική του έκφραση γνώμης αυτά που βλέπει.
Η οικογένεια Αποστόλου (γονείς ο Ιωάννης και η Μαριγώ) αποτελούνταν από οκτώ αδέλφια: Εμμανουήλ, Γεώργιος, Τριανταφυλλιά (περ. 1922 - 2014, έφυγε από την ζωή τελευταία), Αγγελική (Κούλα), Βιργινία, Άρτεμις, Φωτεινή, Δήμητρα (Μιμίτσα). Οι Άρτεμις, Φωτεινή, Δήμητρα παρέμειναν ανύπαντρες.
Η
Δήμητρα Αποστόλου περπατάει στην Ακτή Θεμιστοκλέους, στην στροφή του δρόμου
προς το ΔΙΡΟ, στο ύψος περίπου της σημερινής στάσης ΜΠΟΤΑΣΗ. Η διώροφη
μονοκατοικία πίσω της υπάρχει και σήμερα, εκεί λειτουργεί ο Σταθμός Προσχολικής
Αγωγής «Πόλη Μαγική» (Ακτή Θεμιστοκλέους 108 στην αρχή με τη Κωλέττη).
Η Φωτεινή Αποστόλου με την μικρή Αναστασία Φόρα, αδελφή του Δημήτρη Φόρα. Βρισκόμαστε στην Ακτή Θεμιστοκλέους 116, βλέπουμε τα σπίτια με την αρίθμηση Ακτή Θεμιστοκλέους 114 - 108. Πίσω ανοίγεται η οδός Μητρώου. Ο χώρος που ενώνει τις οδούς Μητρώου - Δραγούμη και Μπινιάρη ήταν ακόμα ασχημάτιστος, γεμάτος βράχια.
Η Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα (κατοικούσε στην Ακτή Θεμιστοκλέους 100) με την κόρη της Αναστασία Φόρα (γεννήθηκε στις 14.6.1956), έξω από το σπίτι της μητέρας της στην Ακτή Θεμιστοκλέους 116. Η είσοδος του μαντρότοιχου έχει κλειστεί με πέτρες.
Εμμανουήλ Αποστόλου, Άρτεμις Αποστόλου, Δήμητρα Αποστόλου, Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα με την μικρή Αναστασία Φόρα έξω από την πατρική τους κατοικία στην Ακτή Θεμιστοκλέους 116. Ο δρόμος ήταν χωμάτινος.
Ακτή Θεμιστοκλέους 116. Δήμητρα Αποστόλου, Εμμανουήλ Αποστόλου, Άρτεμις Αποστόλου και η Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα να δείχνει με το δάκτυλο στην κόρη της Αναστασία Φόρα που κλαίει να κοιτάξει τον φακό. Το μηχανάκι τύπου Vespa (από το 1946) ήταν σπάνιο μεταφορικό μέσο, σύμβολο ανεξαρτησίας - δύναμης και τότε που διαδόθηκε αποτελούσε δείγμα ανεκτής οικονομικής επιφάνειας, όνειρο κάθε νέου και κατ’ επέκταση τρόπος επίδειξης.
Ακτή
Θεμιστοκλέους 116. Ομάδα ένδεκα νέων Πειραιωτών σε αναμνηστική φωτογραφία. Λόγω
παλαιότητάς της, ελάχιστοι αναγνωρίζονται. Κανένα από τα πέντε άρρενα πρόσωπα.
Από τα έξι κορίτσια, πάνω από δεξιά, η Φωτεινή Αποστόλου. Κάτω από αριστερά, η
Τριανταφυλλιά Αποστόλου. Ο μικρός στα δεξιά θα είναι μάλλον εμβόλιμος.
Συντροφιά νέων στα βράχια της Πειραϊκής. Η φωτογραφία φέρει χρονολογία 25 Δεκεμβρίου 1946. Η Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα στο κέντρο κρατώντας ένα μωρό (δεν ξέρουμε πιο είναι, ίσως ξαδέλφη του Δημήτρη Φόρα) και δεξιά η Δήμητρα Αποστόλου (η μικρότερη από όλα τ’ αδέλφια). Άγνωστα τα υπόλοιπα πρόσωπα.
Η Άρτεμις Αποστόλου καθισμένη σε έναν βράχο στην Πειραϊκή. Διακρίνεται ο απότομος γκρεμός με τους πεσμένους ογκόλιθους. Παρά την επιχωμάτωση στα επόμενα χρόνια η σαθρότητα του εδάφους επιφέρει κατολισθήσεις και καθιστά την διαμονή επικίνδυνη. Η ΚΣΤ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων χαρακτήρισε την περιοχή ως Αρχαιολογικό χώρο Κονώνειου Τείχους (ΦΕΚ 414/8/1982) κι ανέλαβε τις «εργασίες αποκάλυψης και ανάδειξης επιχωσμένων τμημάτων του τείχους» (Υπουργική απόφαση ΥΠΠΟ/ ΔΑΑΜ/ 2239/ 102686/ 2-12-05). Έτσι ολόκληρος ο χώρος περιφράχθηκε και παραμένει σε αχρησία.
Βράχια
της Πειραϊκής. Σε στάση έτοιμη για φωτογράφηση η Άρτεμις Αποστόλου. Τα
κοριτσάκια πίσω της, τα πρώτα εξαδέλφια του Δημήτρη Φόρα, Μαρία και Ιωάννα
Ευσταθίου (μητέρα τους ήταν η Αγγελική Αποστόλου) παίζουν με την κούκλα τους.
Άκρη - άκρη στα βράχια της Πειραϊκής. Η Δήμητρα Αποστόλου, η Άρτεμις Αποστόλου με την μικρή Ιωάννα Ευσταθίου.
Στα
βράχια της Πειραϊκής. Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα, Άρτεμις Αποστόλου, μικρή
Ιωάννα Ευσταθίου, Φωτεινή Αποστόλου, Γεώργιος Αποστόλου. Κάτω σειρά: μικρή
Μαρία Ευσταθίου, Δήμητρα Αποστόλου. Μια όμορφη ημέρα, με αρκετό κόσμο να έχει
βγει στην χορταριασμένη πλαγιά για να χαρεί τον ήλιο.
Συντροφιά τεσσάρων γυναικών με δύο μικρές καθισμένες στα βράχια της Πειραϊκής. Η Τριανταφυλλιά Αποστόλου - Φόρα, η Φωτεινή Αποστόλου, η Άρτεμις Αποστόλου, η Δήμητρα Αποστόλου με τα πρώτα ξαδέλφια του Δημήτρη Φόρα, Μαρία και Ιωάννα Ευσταθίου. Διακρίνουμε τις κατοικίες της Ακτής Θεμιστοκλέους από το 108 έως το 92, οι δρόμοι που ανοίγονται είναι η Κωλέττη και η Μπόταση. Η φωτογραφία αυτή μας δείχνει εμπεριστατωμένα την φυσική μορφή της ακτής στο σημείο εκείνο της παραλιακής. Εκτός από τους τόνους χωμάτων εδώ ρίχτηκαν και υλικά κατεδαφισμένων οικοδομών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου