Με αφορμή την έκθεση έργων του στο Ίδρυμα Β. κ' Μ. Θεοχαράκη.
«Αν όμως ο Βολανάκης κατέχει ξέχωρη θέση στην ελληνική ζωγραφική, τούτο οφείλεται στη σημασιολογική ροπή του για τη θαλασσινή θεματογραφία. Η ήρεμη φύση του τον παροτρύνει να αποδίδει τη γαλήνη και τη λανθάνουσα νοσταλγική ποίηση των αραγμένων καραβιών και τη ζωή των λιμανιών, αποφεύγοντας κατά κανόνα κάθε βίαιη απεικόνιση. Ακόμα και στις ναυμαχίες ή σε παρόμοια θέματα, είναι φανερό πως ρίχνει το βάρος περισσότερο στο περιγραφικό και αφηγηματικό στοιχείο παρά στη δραματικότητα της σκηνής.
Ο Βολανάκης, εξαίρετος σχεδιαστής, είναι από τους λίγους ζωγράφους της γενιάς του που τόλμησε ν’ αντιμετωπίσει πολύπλοκες και πολυάριθμες πολυπρόσωπες συνθέσεις («Τσίρκο», «Ναυμαχίες» κ.ά.) με άνεση και ευχέρεια. Όταν λοιπόν, θα επιδοθεί ειδικότερα στη θαλασσογραφία, εκείνο που θα επικρατήσει στους πίνακές του δεν είναι η ασάφεια του ρευστού στοιχείου, αλλά οι συγκεκριμένες περιγραφικές λεπτομέρειες του σκάφους.
Ο Βολανάκης είναι κατά βάθος ένα κράμα ρεαλιστή και ρομαντικού ζωγράφου. Ο ρεαλισμός που διαφαίνεται στην ακριβή λεπτομερειακή απόδοση της βάρκας, του καραβιού, του λιμανιού. Ταυτόχρονα, η ευαίσθητη νοσταλγική φύση του τον οδηγεί ν’ αποδώσει με μοναδικό τρόπο την υφή της θάλασσας και κυρίως την απεραντοσύνη και τις χρωματικές εναλλαγές του ουρανού. Είναι φανερές εδώ οι μνήμες από τη θητεία του στον εμπρεσιονιστικό χώρο και στους Ολλανδούς δασκάλους.
Τελειώνοντας, ας παρατηρήσουμε τις πρωτοποριακές ανακαινίσεις που επιφέρει η ζωγραφική του Βολανάκη. Στροφή στην εξελικτική πορεία της ελληνικής τέχνης, εκτός από τη δεκτικότητα που επέδειξε ο καλλιτέχνης αφομοιώνοντας τις νεωτεριστικές τάσεις της Δύσης, θεματικά ξέφυγε από το νεοκλασικισμό ή το λαογραφικό περιεχόμενο των ηθογραφικών σκηνών, ανανεώνοντας έτσι τη θαλασσογραφία» [Τώνης Σπητέρης, Δάσκαλοι της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου και 20ου αιώνα, Καστανιώτης, Αθήνα 1982, σελ. 120]
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία και τις δικές μου σημειώσεις, ο Κωνσταντίνος Βολανάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στα 1837. Γιος του Δημητρίου Βολανάκη και της Χαρίκλειας Ηλιάδη. Αδέλφια του ήταν ο Ιωάννης, ο Αθανάσιος, ο Μιλτιάδης, η Πολυξένη και η Καλλιόπη. Η οικογένεια γύρω στα 1851 μετακόμισε στην Σύρο κι ύστερα στον Πειραιά. Αργότερα ο αδελφός του Αθανάσιος Βολωνάκης (μέλος της επιτροπής για την περίθαλψη των Κρητών προσφύγων στα 1867 και στα 1877 για την αποστολή εθελοντών στα σύνορα) ίδρυσε στα 1868 κλωστήριο βάμβακος (αίτηση του Επαμεινώνδα Α. Δ. Βολονάκη, σε χώρο στο τετράγωνο μεταξύ των οδών Ασκληπιού, Παλαμηδίου, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και Μεθώνης, λειτούργησε από το 1869, χρεοκόπησε και αγοράστηκε στα 1881 από την μετοχική εταιρεία «Έκτωρ Ψύχας και Σία») και το 1873 αγγειοπλαστείο (ο αδελφός του Μιλτιάδης βρίσκεται και στο κεραμοποιείο των αδελφών Ζαρόκωστα <Ζαροκώστα;> πριν μπει στην διεύθυνση του νηματουργείου, τον βρήκα και ως έναν από τους διευθυντές της επιχείρησης στα 1884).
Η Καλλιόπη πήρε ως σύζυγο τον Ι. Μανούση. Η Πολυξένη παντρεύτηκε τον Θεόδωρο Αφεντούλη (ιατρός, καθηγητής φαρμακολογίας, 1824 - 8.4.1893). Ο αδελφός του Γεώργιος Αφεντούλης διέκρινε στην Τεργέστη - που είχε τον Κωνσταντίνο ως υπάλληλο - το καλλιτεχνικό του ταλέντο όποτε τον έστειλε για σπουδές στο Μόναχο (1864). Στην πόλη μας, περίπου στα 1875, έγινε ο γάμος του με την Φανή, κόρη του Ιωάννου Χρηστίδη και της αδελφής του Αφεντούλη, δηλαδή πήρε την ανιψιά του γαμπρού του. Τα πρώτα παιδιά τους, η Πολυξένη, ο Δημήτριος και ο Γεώργιος, γεννήθηκαν στο Μόναχο. Την Πολυξένη βάπτισε ο Νικόλαος Γύζης, τον Γεώργιο ο Πολυχρόνης Λεμπέσης. Ο Δημήτρης πέθανε περίπου δύο ετών. Στο Μόναχο έμεινε έως το 1883. Τα προβλήματα υγείας της συζύγου του «αποδοθείσας παρ’ αυτής και των ιατρών εις το ασύνηθες δι’ αυτήν κλίμα του Μονάχου», ανάγκασαν τον Βολανάκη να μετοικήσει στον Πειραιά και να δεχτεί την θέση καθηγητού στην Σχολή των Τεχνών (Πολυτεχνείο).
Αρχικά έμειναν στην οικία Καστριώτη, Σώτειρας ή Σωτείρας (Σωτήρος Διός) και Δεληγιώργη. Μετά στην οικία των οδών Σωτείρας και Λεωφόρο Μουνυχίας (Γρ. Λαμπράκη) όπου γεννήθηκαν τα παιδιά τους Άγγελος (πέθανε στα 1924) και Μαρία (Μαίρη). Στα 1890 περίπου εγκαταστάθηκε στην οικία Ιωάννου Σκλήρη, λεωφόρο Αθηνάς (Γεωργίου Α΄) 16 όπου άνοιξε σχολή ζωγραφικής και συμμετείχε στο «Καλλιτεχνικόν Κέντρον Πειραιώς» (1895), που σύμφωνα με τον Άγγελο Κοσμή στα «Περασμένα κι αλησμόνητα» αποτελούσε συντροφιά από τους Νιρβάνα, Στρατήγη, Βώκο, Δραγάτση, Πορφύρα, Καραγιάννη και άλλους που είχε θέση στις παρέες που σύχναζαν μέσα στον Τινάνειο κήπο όταν είχε καλό καιρό (σελ. 102). «Αλλά του κέντρου αυτού η δράσις είχε περιορισθή εις το να συγκεντρώνωνται οι λογοτέχναι και οι ποιηταί της εποχής εκείνης του 1896 εις το οίκημα του συλλόγου των, χωρίς να εξωτερικεύουν την λειτουργίαν του με καμμίαν εξαιρετικήν ενέργειαν» (σελ. 155).
Εκεί γεννήθηκε ο Μιλτιάδης και ο Σπυρίδων (πέθανε μικρός, ενός έτους). Ο ήπιος χαρακτήρας του και η ατολμία του να επιβληθεί τον κατέταξε στο περιθώριο. «Ο καλλιτέχνης, που είχε γνωρίσει τόσες δόξες στα νιάτα του, ζούσε σχεδόν ξεχασμένος στα γηρατειά του. Η απογοήτευση αυτή είχε αντίκτυπο και στο έργο του». Ο Νικόλαος Γύζης αναφέρει στο περιοδικό ΤΟ ΑΣΤΥ, 6.7.1907 ότι «έπινε την πικράν του πίπαν εις τας προκυμαίας του Πειραιώς, λησμονημένος και κοιττάζων την θάλασσα».
«Το 1903, ο Κ. Βολανάκης, που έπασχε από κήλη, έπαθε όξυνση της αρρώστιας του και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του στη Σχ. Καλών Τεχνών. Ζούσε πια απ’ τη σύνταξή του και απ’ την εργασία του. Δυστυχώς, ύστερ’ από τέσσερα χρόνια, προσβλήθηκε από οξύτατο δυσεντερικό κατάρρου, εξαιτίας υπερβολικής φρουτοφαγίας. Η πάθηση αυτή τον βρήκε εξαντλημένο και τον οδήγησε στο θάνατο. Ο Κ. Βολανάκης πέθανε στις 29 του Ιούνη 1907, σε ηλικία 68 ετών. Κηδεύτηκε την επόμενη, που ήτανε μέρα Δημοτικών Εκλογών» [Κώστας Θεοφάνους, Η καλλιτεχνική ιστορία του Πειραιά 1884-1984, Γκαλερί Κόντη, Πειραιάς 1985, σελ.20. Στοιχεία παρμένα από εκτενέστερη εργασία του Μανόλη Βλάχου, Ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Βολανάκης, ΟΛΚΟΣ, 1974]
Έκθεση για τον Βολανάκη έγινε από το Ναυτικό Μουσείο Πειραιά και το Ίδρυμα Λασκαρίδη και διήρκησε από 14.10.2009 μέχρι τις 17.1.2010. Το γεγονός αναφέρει και το περιοδικό ΛΙΜΑΝΙ του Δημήτρη Κατσικάρη, τεύχος 199, Νοέμβριος 2009, σελ. 62-65, όπου και το ανάλογο εξώφυλλο με τίτλο «Ο Βολανάκης επιστρέφει στον Πειραιά».
Στην Έκθεση εικαστικών τεχνών Πειραιωτών καλλιτεχνών που έγινε από τον Φυσιολατρικό Μορφωτικό Όμιλο ΠΛΑΤΩΝ στον κήπο της Τερψιθέας από 9.7 έως 10.8.1961, ο γλύπτης Νικόλας εξέθεσε - μετά τη ημέρα των εγκαινίων - την μαρμάρινη προτομή του Κωνσταντίνου Βολανάκη που του είχε παραγγείλει ο Ιωάννης Μελετόπουλος για να δωρηθεί στον Δήμο Πειραιά «προκειμένου να τοποθετηθή εις μίαν των πλατειών της πόλεώς μας».
«Σε λίγο, η προτομή του Κ. Βολανάκη θα είναι έτοιμη και θα περιμένει την τοποθέτησή της σε κάποιο σημείο του Πειραιά. Πριν όμως γίνει αυτό, θα έχουμε την ευκαιρία να χαρούμε την προτομή που την φιλοτέχνησε ο γλύπτης Νικόλας». [Κώστας Θεοφάνους, ΝΕΟΙ ΣΚΟΠΟΙ, 18.5.1961]
Έχω πληροφορίες ότι η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς και η «Κρητική Συντροφιά» κατέβαλαν προσπάθειες για να είναι έτοιμες οι προετοιμασίες τοποθέτησης της προτομής του Βολανάκη ώστε να γίνουν τα αποκαλυπτήριά της κατά τον εορτασμό της Ναυτικής Εβδομάδας. Ο ΟΛΠ είχε παραχωρήσει τον απαιτούμενο χώρο στην Φρεαττύδα: «το βάθρον και η προτομή που εφιλοτέχνησε ο συμπολίτης μας γλύπτης κ. Νικόλας είναι προ διετίας έτοιμον, ώστε δεν δικαιολογείται αναβολή» [Βελισσάριος Μουστάκας, Χρονογράφος, 6.6.1962]
Πέρασε κι άλλος ένας χρόνος, φτάσαμε στα 1963, το Σάββατο, 29 Ιουνίου, ώρα 8.15 μ.μ. για να αποκαλυφθεί τελικά η προτομή του Βολανάκη στον περίβολο του τότε Ναυτικού Μουσείου Πειραιώς, στην Ακτή Μουτσοπούλου 18 (πρώην οικία Άννας Μ. Πιπινέλη), με «αθόρυβη» πρωτοβουλία της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς. Έγινε πάλι στο πλαίσιο της Ναυτικής Εβδομάδος, μετά την λειτουργία της Β΄ Πανελλήνιας Έκθεσης Θαλασσογραφίας (22.6 - 10.7.1963, εκθέτες 59, έργα 97) στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου. Παρόντες στην τελετή ο δήμαρχος Παύλος Ντεντιδάκης και ο πρόεδρος της Στέγης Γρηγόρης Θεοχάρης. Ακολούθησε εκδήλωση στο παρακείμενο γήπεδο του Ολυμπιακού με ομιλία του Βελισσάριου Μουστάκα (θέμα: «Η θάλασσα στο Δημοτικό τραγούδι και στην Νεοελληνική ποίηση»), με απαγγελίες, χορούς και τραγούδια.
ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΟΣ, φύλλο 18.034, Τρίτη 2 Ιουλίου 1963:
ΚΩΝ. ΒΟΛΟΝΑΚΗΣ
Εις την ιστορίαν της νεοελληνικής ζωγραφικής ο Κωνστ. Βολανάκης έχει καταλάβει μίαν θέσιν πρωτεύουσαν μεταξύ των Ελλήνων θαλασσογράφων. Έγκυροι τεχνοκριτικοί του παρελθόντος τον είχαν αποκαλέσει Αϊβαζόφσκυ της Ελλάδος.
Υπήρξε δε ο Αϊβαζόφκυ ο αρμενικής καταγωγής μεγαλείτερος θαλασσογράφος της Τσαρικής Ρωσίας.
Ώφειλε δε ο ημέτερος θαλασσογράφος την ακατανίκητον ροπήν προς την θάλασσαν και προς την εποποιΐαν της, εις την εκ Πειραιώς καταγωγήν του.
Δεν ήτο ο Πειραιεύς της εποχής του Βολανάκη η σημερινή ασφυκτιώσα, υπό την σκιάν των καπνοδόχων των πλοίων και των εργοστασίων, βιομηχανική μεγαλούπολις.
Διετήρει ακόμα τας γραφικότητάς της η πόλις αυτή και των γραφικοτήτων αυτών ο ποιητής υπήρξεν ο μέγας Πειραιώτης θαλασσογράφος.
Ο Πειραιεύς τον ετίμησεν, επί τέλους, ανταξίως προς την καλλιτεχνικήν του προσφοράν εις την γεννέτειράν του, χάρις εις την δωρεάν υπό του συμπολίτου ιστορικού συγγραφέως κ. Ιω. Μελετοπούλου προτομής του Βολανάκη, η οποία την εσπέραν του Σαββάτου εστήθη, πρωτοβουλία της Φιλολογικής Στέγης, αθορύβως, όπως αθόρυβος υπήρξε και η ζωή του θαλασσογράφου, εις τον περίβολον του Ναυτικού Μουσείου του Πειραιώς.
Η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς συνέταξε και απέστειλε στις 31 Ιανουαρίου 1972 κείμενο προς τον δήμαρχο Πειραιώς Αριστείδη Σκυλίτση με σκοπό να τον ενημερώσει για μια σημαντική παράλειψη: Πάνω στην προτομή που ήδη είχε τοποθετηθεί στην νέα της θέση, διαπιστώθηκε ότι δεν αναγραφόταν το όνομα του ζωγράφου! Η Στέγη συνεννοήθηκε με τον Ιωάννη Μελετόπουλο ώστε ο γλύπτης Νικόλας να το χαράξει, αφού ειδοποιηθεί μετά από την συγκατάθεση του δημάρχου.
Αξιότιμε Κε Δήμαρχε,
Εν συνεχεία παλαιοτέρων ενεργειών μας, σχετικώς με την προτομήν Κ. Βολανάκη, εφ’ ων είχε ληφθή και το υπ’ αριθ. 1761/69/30.1.70 Υμέτερον έγγραφον και αφού, κατ’ αρχήν, Σας ευχαριστήσωμεν θερμώς διά την πραγματοποιηθείσαν προ καιρού επανατοποθέτησιν ταύτης εις κατάλληλον, πράγματι, θέσιν, έχομεν την τιμήν να θέσωμεν υπ’ όψιν Υμών τα εξής:
Επί της εν λόγω προτομής έχει σημειωθή από της κατασκευής της μία παράλειψις, η οποία ήδη, μετά την επανατοποθέτησίν της, ήρχισε να γίνεται αισθητή.
Πρόκειται περί της μη αναγραφής του ονόματος του Κ. Βολανάκη επί της προτομής, με αποτέλεσμα να προκαλήται απορία ή και σύγχυσις ακόμη ως προς το τιμώμενον πρόσωπον, μεταξύ των παρατηρούντων ταύτην.
Παρακαλούμεν, όθεν, Υμάς όπως ευαρεστούμενος και εν τω πλαισίω του ενδιαφέροντός σας διά την ρύθμισιν των τοπικών θεμάτων, μεριμνήσητε και διά την ανωτέρω περίπτωσιν. Επί τούτοις, σας γνωρίζομεν ότι, ερωτηθείς σχετικώς ο εκ των δωρητών της προτομής και επίλεκτον στέλεχος της καθ’ ημάς Στέγης κ. Ιωάννης Αλ. Μελετόπουλος, μας εδήλωσεν ότι η χάραξις του ονόματος του τιμωμένου επί της προτομής δύναται να γίνη υπό του γλύπτου κ. Νικόλα, ειδοποιουμένου σχετικώς υπό του ιδίου, μετά την Υμετέραν συγκατάθεσιν.
Τελικά δεν χαράχτηκε το όνομα του ζωγράφου πάνω στην προτομή αλλά διευκρινίζεται η ταυτότητά της στο βάθρο.
Ερευνά
και γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
Το πρωί του Σαββάτου, 24 Φεβρουαρίου 2018 μέλη της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και της ΧΕΝ Πειραιώς επισκεφτήκαμε το Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας 9 με σκοπό να δούμε την έκθεση ζωγραφικής του Κωνσταντίνου Βολανάκη (διάρκεια από 7.2 έως 13.5.2018).
Εκεί μας περίμενε ο Παναγιώτης Δριτσάκος, υπεύθυνος εικαστικών της Στέγης, πληρώσαμε τα εισιτήριά μας και αφού μαζευτήκαμε οδηγηθήκαμε στους χώρους της έκθεσης. Στο μεταξύ, είχα την ευκαιρία να συναντήσω, να χαιρετήσω και να απομονωθώ για λίγο στην καφετέρια πίνοντας καφέ με τον διευθυντή του ιδρύματος, τον φίλο μου από παλιά Τάκη Μαυρωτά. Συζητήσαμε ως συνήθως για τα τρέχοντα πολιτιστικά δρώμενα, ειδικά για την έκθεση του μεγάλου Πειραιώτη θαλασσογράφου που θα βλέπαμε στην συνέχεια. Αμέσως μετά ανεβήκαμε στον επάνω όροφο και με ξεναγό τον ίδιο τον Μαυρωτά, που μας έκανε όπως πάντα την τιμή να αφιερώσει μέρος του χρόνου του, αφεθήκαμε στην απόλαυση των δύο μας αισθήσεων, στην ακοή, μαγνητισμένοι στην ήρεμη και χαρακτηριστική αφηγηματική φωνή του και στην όραση, καλυμμένοι στην πανδαισία χρωμάτων των πινάκων του μεγάλου μας θαλασσογράφου.
Το πρωί του Σαββάτου, 24 Φεβρουαρίου 2018 μέλη της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και της ΧΕΝ Πειραιώς επισκεφτήκαμε το Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας 9 με σκοπό να δούμε την έκθεση ζωγραφικής του Κωνσταντίνου Βολανάκη (διάρκεια από 7.2 έως 13.5.2018).
Εκεί μας περίμενε ο Παναγιώτης Δριτσάκος, υπεύθυνος εικαστικών της Στέγης, πληρώσαμε τα εισιτήριά μας και αφού μαζευτήκαμε οδηγηθήκαμε στους χώρους της έκθεσης. Στο μεταξύ, είχα την ευκαιρία να συναντήσω, να χαιρετήσω και να απομονωθώ για λίγο στην καφετέρια πίνοντας καφέ με τον διευθυντή του ιδρύματος, τον φίλο μου από παλιά Τάκη Μαυρωτά. Συζητήσαμε ως συνήθως για τα τρέχοντα πολιτιστικά δρώμενα, ειδικά για την έκθεση του μεγάλου Πειραιώτη θαλασσογράφου που θα βλέπαμε στην συνέχεια. Αμέσως μετά ανεβήκαμε στον επάνω όροφο και με ξεναγό τον ίδιο τον Μαυρωτά, που μας έκανε όπως πάντα την τιμή να αφιερώσει μέρος του χρόνου του, αφεθήκαμε στην απόλαυση των δύο μας αισθήσεων, στην ακοή, μαγνητισμένοι στην ήρεμη και χαρακτηριστική αφηγηματική φωνή του και στην όραση, καλυμμένοι στην πανδαισία χρωμάτων των πινάκων του μεγάλου μας θαλασσογράφου.
24.2.2018. Ο Τάκης
Μαυρωτάς, διευθυντής εικαστικού προγράμματος Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και
Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, επιμελητής της έκθεσης και της έκδοσης του
καταλόγου, μας ξενάγησε και μας
εισήγαγε αισθητικά στον πολύχρωμο θαλασσινό κόσμο των ζωγραφικών πινάκων του
Πειραιώτη Κωνσταντίνου Βολανάκη.
«Αν όμως ο Βολανάκης κατέχει ξέχωρη θέση στην ελληνική ζωγραφική, τούτο οφείλεται στη σημασιολογική ροπή του για τη θαλασσινή θεματογραφία. Η ήρεμη φύση του τον παροτρύνει να αποδίδει τη γαλήνη και τη λανθάνουσα νοσταλγική ποίηση των αραγμένων καραβιών και τη ζωή των λιμανιών, αποφεύγοντας κατά κανόνα κάθε βίαιη απεικόνιση. Ακόμα και στις ναυμαχίες ή σε παρόμοια θέματα, είναι φανερό πως ρίχνει το βάρος περισσότερο στο περιγραφικό και αφηγηματικό στοιχείο παρά στη δραματικότητα της σκηνής.
Ο Βολανάκης, εξαίρετος σχεδιαστής, είναι από τους λίγους ζωγράφους της γενιάς του που τόλμησε ν’ αντιμετωπίσει πολύπλοκες και πολυάριθμες πολυπρόσωπες συνθέσεις («Τσίρκο», «Ναυμαχίες» κ.ά.) με άνεση και ευχέρεια. Όταν λοιπόν, θα επιδοθεί ειδικότερα στη θαλασσογραφία, εκείνο που θα επικρατήσει στους πίνακές του δεν είναι η ασάφεια του ρευστού στοιχείου, αλλά οι συγκεκριμένες περιγραφικές λεπτομέρειες του σκάφους.
Ο Βολανάκης είναι κατά βάθος ένα κράμα ρεαλιστή και ρομαντικού ζωγράφου. Ο ρεαλισμός που διαφαίνεται στην ακριβή λεπτομερειακή απόδοση της βάρκας, του καραβιού, του λιμανιού. Ταυτόχρονα, η ευαίσθητη νοσταλγική φύση του τον οδηγεί ν’ αποδώσει με μοναδικό τρόπο την υφή της θάλασσας και κυρίως την απεραντοσύνη και τις χρωματικές εναλλαγές του ουρανού. Είναι φανερές εδώ οι μνήμες από τη θητεία του στον εμπρεσιονιστικό χώρο και στους Ολλανδούς δασκάλους.
Τελειώνοντας, ας παρατηρήσουμε τις πρωτοποριακές ανακαινίσεις που επιφέρει η ζωγραφική του Βολανάκη. Στροφή στην εξελικτική πορεία της ελληνικής τέχνης, εκτός από τη δεκτικότητα που επέδειξε ο καλλιτέχνης αφομοιώνοντας τις νεωτεριστικές τάσεις της Δύσης, θεματικά ξέφυγε από το νεοκλασικισμό ή το λαογραφικό περιεχόμενο των ηθογραφικών σκηνών, ανανεώνοντας έτσι τη θαλασσογραφία» [Τώνης Σπητέρης, Δάσκαλοι της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου και 20ου αιώνα, Καστανιώτης, Αθήνα 1982, σελ. 120]
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία και τις δικές μου σημειώσεις, ο Κωνσταντίνος Βολανάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στα 1837. Γιος του Δημητρίου Βολανάκη και της Χαρίκλειας Ηλιάδη. Αδέλφια του ήταν ο Ιωάννης, ο Αθανάσιος, ο Μιλτιάδης, η Πολυξένη και η Καλλιόπη. Η οικογένεια γύρω στα 1851 μετακόμισε στην Σύρο κι ύστερα στον Πειραιά. Αργότερα ο αδελφός του Αθανάσιος Βολωνάκης (μέλος της επιτροπής για την περίθαλψη των Κρητών προσφύγων στα 1867 και στα 1877 για την αποστολή εθελοντών στα σύνορα) ίδρυσε στα 1868 κλωστήριο βάμβακος (αίτηση του Επαμεινώνδα Α. Δ. Βολονάκη, σε χώρο στο τετράγωνο μεταξύ των οδών Ασκληπιού, Παλαμηδίου, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και Μεθώνης, λειτούργησε από το 1869, χρεοκόπησε και αγοράστηκε στα 1881 από την μετοχική εταιρεία «Έκτωρ Ψύχας και Σία») και το 1873 αγγειοπλαστείο (ο αδελφός του Μιλτιάδης βρίσκεται και στο κεραμοποιείο των αδελφών Ζαρόκωστα <Ζαροκώστα;> πριν μπει στην διεύθυνση του νηματουργείου, τον βρήκα και ως έναν από τους διευθυντές της επιχείρησης στα 1884).
Η Καλλιόπη πήρε ως σύζυγο τον Ι. Μανούση. Η Πολυξένη παντρεύτηκε τον Θεόδωρο Αφεντούλη (ιατρός, καθηγητής φαρμακολογίας, 1824 - 8.4.1893). Ο αδελφός του Γεώργιος Αφεντούλης διέκρινε στην Τεργέστη - που είχε τον Κωνσταντίνο ως υπάλληλο - το καλλιτεχνικό του ταλέντο όποτε τον έστειλε για σπουδές στο Μόναχο (1864). Στην πόλη μας, περίπου στα 1875, έγινε ο γάμος του με την Φανή, κόρη του Ιωάννου Χρηστίδη και της αδελφής του Αφεντούλη, δηλαδή πήρε την ανιψιά του γαμπρού του. Τα πρώτα παιδιά τους, η Πολυξένη, ο Δημήτριος και ο Γεώργιος, γεννήθηκαν στο Μόναχο. Την Πολυξένη βάπτισε ο Νικόλαος Γύζης, τον Γεώργιο ο Πολυχρόνης Λεμπέσης. Ο Δημήτρης πέθανε περίπου δύο ετών. Στο Μόναχο έμεινε έως το 1883. Τα προβλήματα υγείας της συζύγου του «αποδοθείσας παρ’ αυτής και των ιατρών εις το ασύνηθες δι’ αυτήν κλίμα του Μονάχου», ανάγκασαν τον Βολανάκη να μετοικήσει στον Πειραιά και να δεχτεί την θέση καθηγητού στην Σχολή των Τεχνών (Πολυτεχνείο).
Αρχικά έμειναν στην οικία Καστριώτη, Σώτειρας ή Σωτείρας (Σωτήρος Διός) και Δεληγιώργη. Μετά στην οικία των οδών Σωτείρας και Λεωφόρο Μουνυχίας (Γρ. Λαμπράκη) όπου γεννήθηκαν τα παιδιά τους Άγγελος (πέθανε στα 1924) και Μαρία (Μαίρη). Στα 1890 περίπου εγκαταστάθηκε στην οικία Ιωάννου Σκλήρη, λεωφόρο Αθηνάς (Γεωργίου Α΄) 16 όπου άνοιξε σχολή ζωγραφικής και συμμετείχε στο «Καλλιτεχνικόν Κέντρον Πειραιώς» (1895), που σύμφωνα με τον Άγγελο Κοσμή στα «Περασμένα κι αλησμόνητα» αποτελούσε συντροφιά από τους Νιρβάνα, Στρατήγη, Βώκο, Δραγάτση, Πορφύρα, Καραγιάννη και άλλους που είχε θέση στις παρέες που σύχναζαν μέσα στον Τινάνειο κήπο όταν είχε καλό καιρό (σελ. 102). «Αλλά του κέντρου αυτού η δράσις είχε περιορισθή εις το να συγκεντρώνωνται οι λογοτέχναι και οι ποιηταί της εποχής εκείνης του 1896 εις το οίκημα του συλλόγου των, χωρίς να εξωτερικεύουν την λειτουργίαν του με καμμίαν εξαιρετικήν ενέργειαν» (σελ. 155).
Εκεί γεννήθηκε ο Μιλτιάδης και ο Σπυρίδων (πέθανε μικρός, ενός έτους). Ο ήπιος χαρακτήρας του και η ατολμία του να επιβληθεί τον κατέταξε στο περιθώριο. «Ο καλλιτέχνης, που είχε γνωρίσει τόσες δόξες στα νιάτα του, ζούσε σχεδόν ξεχασμένος στα γηρατειά του. Η απογοήτευση αυτή είχε αντίκτυπο και στο έργο του». Ο Νικόλαος Γύζης αναφέρει στο περιοδικό ΤΟ ΑΣΤΥ, 6.7.1907 ότι «έπινε την πικράν του πίπαν εις τας προκυμαίας του Πειραιώς, λησμονημένος και κοιττάζων την θάλασσα».
«Το 1903, ο Κ. Βολανάκης, που έπασχε από κήλη, έπαθε όξυνση της αρρώστιας του και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του στη Σχ. Καλών Τεχνών. Ζούσε πια απ’ τη σύνταξή του και απ’ την εργασία του. Δυστυχώς, ύστερ’ από τέσσερα χρόνια, προσβλήθηκε από οξύτατο δυσεντερικό κατάρρου, εξαιτίας υπερβολικής φρουτοφαγίας. Η πάθηση αυτή τον βρήκε εξαντλημένο και τον οδήγησε στο θάνατο. Ο Κ. Βολανάκης πέθανε στις 29 του Ιούνη 1907, σε ηλικία 68 ετών. Κηδεύτηκε την επόμενη, που ήτανε μέρα Δημοτικών Εκλογών» [Κώστας Θεοφάνους, Η καλλιτεχνική ιστορία του Πειραιά 1884-1984, Γκαλερί Κόντη, Πειραιάς 1985, σελ.20. Στοιχεία παρμένα από εκτενέστερη εργασία του Μανόλη Βλάχου, Ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Βολανάκης, ΟΛΚΟΣ, 1974]
Έκθεση για τον Βολανάκη έγινε από το Ναυτικό Μουσείο Πειραιά και το Ίδρυμα Λασκαρίδη και διήρκησε από 14.10.2009 μέχρι τις 17.1.2010. Το γεγονός αναφέρει και το περιοδικό ΛΙΜΑΝΙ του Δημήτρη Κατσικάρη, τεύχος 199, Νοέμβριος 2009, σελ. 62-65, όπου και το ανάλογο εξώφυλλο με τίτλο «Ο Βολανάκης επιστρέφει στον Πειραιά».
11 Μαρτίου 2018. Ανοιξιάτικη ημέρα στον Πειραιά, πολύς κόσμος στην
παραλιακή για περίπατο και ψυχική ηρεμία. Δρασκέλησα τα χαμηλά κάγκελα, μπήκα
στον περιφραγμένο χώρο που τέτοια εποχή είναι γεμάτος χόρτα και στάθηκα στο βάθρο με την προτομή του
Κωνσταντίνου Βολανάκη - αφού είχα επισκεφτεί την έκθεση και τελειώσει το παρόν
άρθρο μου. Απέτινα νοερό χαιρετισμό στην μορφή του και έβγαλα αυτές τις πέντε
φωτογραφίες. Η προτομή, λερωμένη στην κορυφή από τα περιστέρια που κάθονται
επάνω της, φέρει στον αριστερό ώμο της την υπογραφή του δημιουργού της: Νικόλας
γλύπτης 1961. Βρίσκεται στην Μαρίνα Ζέας, κοντά στο Ναυτικό Μουσείο της
Ελλάδος, στο ύψος της Ακτής Θεμιστοκλέους 4. Από κάτω, το παλαιό flocafé αντικαταστάθηκε από το casca.
Στην Έκθεση εικαστικών τεχνών Πειραιωτών καλλιτεχνών που έγινε από τον Φυσιολατρικό Μορφωτικό Όμιλο ΠΛΑΤΩΝ στον κήπο της Τερψιθέας από 9.7 έως 10.8.1961, ο γλύπτης Νικόλας εξέθεσε - μετά τη ημέρα των εγκαινίων - την μαρμάρινη προτομή του Κωνσταντίνου Βολανάκη που του είχε παραγγείλει ο Ιωάννης Μελετόπουλος για να δωρηθεί στον Δήμο Πειραιά «προκειμένου να τοποθετηθή εις μίαν των πλατειών της πόλεώς μας».
«Σε λίγο, η προτομή του Κ. Βολανάκη θα είναι έτοιμη και θα περιμένει την τοποθέτησή της σε κάποιο σημείο του Πειραιά. Πριν όμως γίνει αυτό, θα έχουμε την ευκαιρία να χαρούμε την προτομή που την φιλοτέχνησε ο γλύπτης Νικόλας». [Κώστας Θεοφάνους, ΝΕΟΙ ΣΚΟΠΟΙ, 18.5.1961]
Η προτομή του Κωνσταντίνου
Βολανάκη όπως ήταν τοποθετημένη στην έκθεση του κήπου της Τερψιθέας το
καλοκαίρι του 1961. [Σελίδα 20 του περιοδικού ΠΛΑΤΩΝ του ομώνυμου Φυσιολατρικού
- Μορφωτικού Ομίλου, Πειραιεύς, 1961 με τίτλο «Στους Πειραιώτες καλλιτέχνες» κι
αφιερωμένο στην έκθεση εικαστικών τεχνών της Τερψιθέας (9.7 - 10.8.1961)]
Έχω πληροφορίες ότι η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς και η «Κρητική Συντροφιά» κατέβαλαν προσπάθειες για να είναι έτοιμες οι προετοιμασίες τοποθέτησης της προτομής του Βολανάκη ώστε να γίνουν τα αποκαλυπτήριά της κατά τον εορτασμό της Ναυτικής Εβδομάδας. Ο ΟΛΠ είχε παραχωρήσει τον απαιτούμενο χώρο στην Φρεαττύδα: «το βάθρον και η προτομή που εφιλοτέχνησε ο συμπολίτης μας γλύπτης κ. Νικόλας είναι προ διετίας έτοιμον, ώστε δεν δικαιολογείται αναβολή» [Βελισσάριος Μουστάκας, Χρονογράφος, 6.6.1962]
Πέρασε κι άλλος ένας χρόνος, φτάσαμε στα 1963, το Σάββατο, 29 Ιουνίου, ώρα 8.15 μ.μ. για να αποκαλυφθεί τελικά η προτομή του Βολανάκη στον περίβολο του τότε Ναυτικού Μουσείου Πειραιώς, στην Ακτή Μουτσοπούλου 18 (πρώην οικία Άννας Μ. Πιπινέλη), με «αθόρυβη» πρωτοβουλία της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς. Έγινε πάλι στο πλαίσιο της Ναυτικής Εβδομάδος, μετά την λειτουργία της Β΄ Πανελλήνιας Έκθεσης Θαλασσογραφίας (22.6 - 10.7.1963, εκθέτες 59, έργα 97) στο Φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου. Παρόντες στην τελετή ο δήμαρχος Παύλος Ντεντιδάκης και ο πρόεδρος της Στέγης Γρηγόρης Θεοχάρης. Ακολούθησε εκδήλωση στο παρακείμενο γήπεδο του Ολυμπιακού με ομιλία του Βελισσάριου Μουστάκα (θέμα: «Η θάλασσα στο Δημοτικό τραγούδι και στην Νεοελληνική ποίηση»), με απαγγελίες, χορούς και τραγούδια.
ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΟΣ, φύλλο 18.034, Τρίτη 2 Ιουλίου 1963:
ΚΩΝ. ΒΟΛΟΝΑΚΗΣ
Εις την ιστορίαν της νεοελληνικής ζωγραφικής ο Κωνστ. Βολανάκης έχει καταλάβει μίαν θέσιν πρωτεύουσαν μεταξύ των Ελλήνων θαλασσογράφων. Έγκυροι τεχνοκριτικοί του παρελθόντος τον είχαν αποκαλέσει Αϊβαζόφσκυ της Ελλάδος.
Υπήρξε δε ο Αϊβαζόφκυ ο αρμενικής καταγωγής μεγαλείτερος θαλασσογράφος της Τσαρικής Ρωσίας.
Ώφειλε δε ο ημέτερος θαλασσογράφος την ακατανίκητον ροπήν προς την θάλασσαν και προς την εποποιΐαν της, εις την εκ Πειραιώς καταγωγήν του.
Δεν ήτο ο Πειραιεύς της εποχής του Βολανάκη η σημερινή ασφυκτιώσα, υπό την σκιάν των καπνοδόχων των πλοίων και των εργοστασίων, βιομηχανική μεγαλούπολις.
Διετήρει ακόμα τας γραφικότητάς της η πόλις αυτή και των γραφικοτήτων αυτών ο ποιητής υπήρξεν ο μέγας Πειραιώτης θαλασσογράφος.
Ο Πειραιεύς τον ετίμησεν, επί τέλους, ανταξίως προς την καλλιτεχνικήν του προσφοράν εις την γεννέτειράν του, χάρις εις την δωρεάν υπό του συμπολίτου ιστορικού συγγραφέως κ. Ιω. Μελετοπούλου προτομής του Βολανάκη, η οποία την εσπέραν του Σαββάτου εστήθη, πρωτοβουλία της Φιλολογικής Στέγης, αθορύβως, όπως αθόρυβος υπήρξε και η ζωή του θαλασσογράφου, εις τον περίβολον του Ναυτικού Μουσείου του Πειραιώς.
Η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς συνέταξε και απέστειλε στις 31 Ιανουαρίου 1972 κείμενο προς τον δήμαρχο Πειραιώς Αριστείδη Σκυλίτση με σκοπό να τον ενημερώσει για μια σημαντική παράλειψη: Πάνω στην προτομή που ήδη είχε τοποθετηθεί στην νέα της θέση, διαπιστώθηκε ότι δεν αναγραφόταν το όνομα του ζωγράφου! Η Στέγη συνεννοήθηκε με τον Ιωάννη Μελετόπουλο ώστε ο γλύπτης Νικόλας να το χαράξει, αφού ειδοποιηθεί μετά από την συγκατάθεση του δημάρχου.
Αξιότιμε Κε Δήμαρχε,
Εν συνεχεία παλαιοτέρων ενεργειών μας, σχετικώς με την προτομήν Κ. Βολανάκη, εφ’ ων είχε ληφθή και το υπ’ αριθ. 1761/69/30.1.70 Υμέτερον έγγραφον και αφού, κατ’ αρχήν, Σας ευχαριστήσωμεν θερμώς διά την πραγματοποιηθείσαν προ καιρού επανατοποθέτησιν ταύτης εις κατάλληλον, πράγματι, θέσιν, έχομεν την τιμήν να θέσωμεν υπ’ όψιν Υμών τα εξής:
Επί της εν λόγω προτομής έχει σημειωθή από της κατασκευής της μία παράλειψις, η οποία ήδη, μετά την επανατοποθέτησίν της, ήρχισε να γίνεται αισθητή.
Πρόκειται περί της μη αναγραφής του ονόματος του Κ. Βολανάκη επί της προτομής, με αποτέλεσμα να προκαλήται απορία ή και σύγχυσις ακόμη ως προς το τιμώμενον πρόσωπον, μεταξύ των παρατηρούντων ταύτην.
Παρακαλούμεν, όθεν, Υμάς όπως ευαρεστούμενος και εν τω πλαισίω του ενδιαφέροντός σας διά την ρύθμισιν των τοπικών θεμάτων, μεριμνήσητε και διά την ανωτέρω περίπτωσιν. Επί τούτοις, σας γνωρίζομεν ότι, ερωτηθείς σχετικώς ο εκ των δωρητών της προτομής και επίλεκτον στέλεχος της καθ’ ημάς Στέγης κ. Ιωάννης Αλ. Μελετόπουλος, μας εδήλωσεν ότι η χάραξις του ονόματος του τιμωμένου επί της προτομής δύναται να γίνη υπό του γλύπτου κ. Νικόλα, ειδοποιουμένου σχετικώς υπό του ιδίου, μετά την Υμετέραν συγκατάθεσιν.
Τελικά δεν χαράχτηκε το όνομα του ζωγράφου πάνω στην προτομή αλλά διευκρινίζεται η ταυτότητά της στο βάθρο.
ΣΧΟΛΙΑ
*Βολανάκης, Βολωνάκης, Βολονάκης. Ταλαιπωρημένος στην ζωή, αλλοιώθηκε ακόμα και το όνομα της οικογενείας του, υπάρχουν διαφωνίες από πού προέρχεται το επώνυμό του, πόσο μάλλον ο τόπος καταγωγής του. Πάντως «Βολωνάκης και μετά Βολανάκης» λέγονταν τα αδέλφια του στον Πειραιά.
*Ο Μιλτιάδης Δ. Βολανάκης εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στα 1891 -1895 (δήμαρχος Θεόδωρος Ρετσίνας), 1899 - 1903 (δήμαρχος Τρύφων Μπουτζόπουλος), 1903 - 1907 (δήμαρχος Παύλος Δαμαλάς). Χρημάτισε επίσης και πρόεδρος του Συλλόγου Κρήτων «Ομόνοια». «Η Α.Μ. ο Βασιλεύς εκτιμών την υπέρ της Εθνικής Βιομηχανίας αφοσίωσίν του, ετίμησεν αυτόν προ ετών, δια του αργυρού Σταυρού του Σωτήρος!» [Ηρακλέους Παπαμανώλη: Φιλολογικόν, επιστημονικόν, χρονογραφικόν και ευθυμογραφικόν ΛΕΥΚΩΜΑ 1901. Σελ. 170 - 171 και φωτογραφία του στην σελίδα 129.
*Σε πολλές βιογραφίες χρόνος γέννησής του καταγράφεται το 1839.
*Η Φανή Ιωάννου Χρηστίδου αναφέρεται και ως Φανή Ιωάννου Χρησαΐδου ίσως από λάθος.
*Ο Βολανάκης σύχναζε και διέθετε έργα του στο κορνιζοπωλείο και καθρεπτοπωλείο του Χαράλαμπου Π. Γλυτσού, που βρισκόταν στην οδό Σωτείρας (Σωτήρος Διός) κοντά στον Τινάνειο κήπο, στο ισόγειο της τότε «οικίας Γεωργουλοπούλου».
*Νικόλας, Νικόλαος Παυλόπουλος, 13.12.1909 - 11.10.1990, γλύπτης και χαράκτης, είχε κάποιες επαφές με τον πνευματικό Πειραιά. Γνωρίζω ότι γύρω στα 1929 ήλθε στον Πειραιά με το πλοίο από τον Βόλο, κατοίκησε στην πόλη μας, έδωσε εξετάσεις στην Σχολή Θεάτρου, πέρασε επιτυχώς, αλλά σύντομα γοητεύτηκε από μια έκθεση γλυπτικής του Φωκίωνα Ρωκ οπότε παρακολουθώντας ένα σύντομο φροντιστήριο πώς να χειρίζεται το κάρβουνο, έκανε ένα πορτραίτο ηλικιωμένου άντρα που ενώ του εξασφάλισε το πέρασμα στο προπαρασκευαστικό τμήμα, ο Γεώργιος Ιακωβίδης τον παρέπεμψε στον καθηγητή γλυπτικής Θωμά Θωμόπουλο για την απ’ ευθείας εισαγωγή του στην Γ΄ τάξη της Σχολής Καλών Τεχνών. Στον Πειραιά συμμετείχε σε εκθέσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνων της Φιλολογικής Στέγης. Ήταν παρών στην Ιστορική Έκθεση Εικαστικών Τεχνών στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου στα 1953 με 13 έργα από ξύλο, τερακότα, μάρμαρο. […Του Νικόλα, χαράκτη και γλύπτη με δυνατό ρεαλισμό και φυσικότητα. Ξεχωρίζω ιδιαίτερα τη σκηνή εκείνη που παριστάνει τις γυναίκες της Πίνδου που βαδίζουν με πίστη στα χιονισμένα βουνά. Μα και τα μικρά τα ξύλινα γλυπτά που μας δίνουν ηθογραφικές σκηνές με χωρικές, εργάτες, αθλητές, καθώς επίσης και ο λαμπρός «Χριστός» του, δείχνουν καλλιτέχνη που ξέρει ν’ αποκαλύπτει το μυστικό της φυσικής ομορφιάς. Η φιλολογική, δεκαπενθήμερη λογοτεχνική και καλλιτεχνική εφημερίδα, φύλλο 2, 18.4.1953, σελ. 1 με την υπογραφή του Ιουλίου Καΐμη και την απεικόνιση της ξυλογραφίας του «Γυναίκες της Πίνδου» (δεν αναφέρεται στον κατάλογο της έκθεσης)]
Στην έκθεση θαλασσογραφίας του 1962 είδαμε δύο ξυλόγλυπτα, «Ψαράς» και «Ψαράς (τρατάρης)».
Κατά την διάρκεια αυτών των εκθέσεων ήδη έμενε στην Αθήνα, στο ρετιρέ της Σολωμού 48 Α΄ και μετά, από το 1963, σε δικό του χώρο στον Παράδεισο Αμαρουσίου. Τα έργα του (εκτός εκείνων που έχουν διατεθεί) βρίσκονται στο Μουσείο Γλύπτη Νικόλα, «Δημήτρειον Πνευματικό Οίκημα», στο χωριό που γεννήθηκε, στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας στο Πήλιο.
*Για την προτομή του Βολανάκη είχα κάνει αναφορά σε διάλεξή μου στον ΖΗΝΩΝΑ στις 16.4.2015 με θέμα «Μικρές πειραιώτικες ιστορίες μέσα από αγάλματα και προτομές της πόλης». Ανάρτηση στο blog με φωτογραφία της (που είχα βάλει στις 11.4.1999), 25 Απριλίου 2015 και στο ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τεύχος 51, σελ. 20 - 23.
* Το παρόν αναδημοσιεύτηκε σε συντετμημένη μορφή στο περιοδικό ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τεύχος 62, Ιανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος 2018, σελ. 20 - 22.
*Βολανάκης, Βολωνάκης, Βολονάκης. Ταλαιπωρημένος στην ζωή, αλλοιώθηκε ακόμα και το όνομα της οικογενείας του, υπάρχουν διαφωνίες από πού προέρχεται το επώνυμό του, πόσο μάλλον ο τόπος καταγωγής του. Πάντως «Βολωνάκης και μετά Βολανάκης» λέγονταν τα αδέλφια του στον Πειραιά.
*Ο Μιλτιάδης Δ. Βολανάκης εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στα 1891 -1895 (δήμαρχος Θεόδωρος Ρετσίνας), 1899 - 1903 (δήμαρχος Τρύφων Μπουτζόπουλος), 1903 - 1907 (δήμαρχος Παύλος Δαμαλάς). Χρημάτισε επίσης και πρόεδρος του Συλλόγου Κρήτων «Ομόνοια». «Η Α.Μ. ο Βασιλεύς εκτιμών την υπέρ της Εθνικής Βιομηχανίας αφοσίωσίν του, ετίμησεν αυτόν προ ετών, δια του αργυρού Σταυρού του Σωτήρος!» [Ηρακλέους Παπαμανώλη: Φιλολογικόν, επιστημονικόν, χρονογραφικόν και ευθυμογραφικόν ΛΕΥΚΩΜΑ 1901. Σελ. 170 - 171 και φωτογραφία του στην σελίδα 129.
*Σε πολλές βιογραφίες χρόνος γέννησής του καταγράφεται το 1839.
*Η Φανή Ιωάννου Χρηστίδου αναφέρεται και ως Φανή Ιωάννου Χρησαΐδου ίσως από λάθος.
*Ο Βολανάκης σύχναζε και διέθετε έργα του στο κορνιζοπωλείο και καθρεπτοπωλείο του Χαράλαμπου Π. Γλυτσού, που βρισκόταν στην οδό Σωτείρας (Σωτήρος Διός) κοντά στον Τινάνειο κήπο, στο ισόγειο της τότε «οικίας Γεωργουλοπούλου».
*Νικόλας, Νικόλαος Παυλόπουλος, 13.12.1909 - 11.10.1990, γλύπτης και χαράκτης, είχε κάποιες επαφές με τον πνευματικό Πειραιά. Γνωρίζω ότι γύρω στα 1929 ήλθε στον Πειραιά με το πλοίο από τον Βόλο, κατοίκησε στην πόλη μας, έδωσε εξετάσεις στην Σχολή Θεάτρου, πέρασε επιτυχώς, αλλά σύντομα γοητεύτηκε από μια έκθεση γλυπτικής του Φωκίωνα Ρωκ οπότε παρακολουθώντας ένα σύντομο φροντιστήριο πώς να χειρίζεται το κάρβουνο, έκανε ένα πορτραίτο ηλικιωμένου άντρα που ενώ του εξασφάλισε το πέρασμα στο προπαρασκευαστικό τμήμα, ο Γεώργιος Ιακωβίδης τον παρέπεμψε στον καθηγητή γλυπτικής Θωμά Θωμόπουλο για την απ’ ευθείας εισαγωγή του στην Γ΄ τάξη της Σχολής Καλών Τεχνών. Στον Πειραιά συμμετείχε σε εκθέσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνων της Φιλολογικής Στέγης. Ήταν παρών στην Ιστορική Έκθεση Εικαστικών Τεχνών στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου στα 1953 με 13 έργα από ξύλο, τερακότα, μάρμαρο. […Του Νικόλα, χαράκτη και γλύπτη με δυνατό ρεαλισμό και φυσικότητα. Ξεχωρίζω ιδιαίτερα τη σκηνή εκείνη που παριστάνει τις γυναίκες της Πίνδου που βαδίζουν με πίστη στα χιονισμένα βουνά. Μα και τα μικρά τα ξύλινα γλυπτά που μας δίνουν ηθογραφικές σκηνές με χωρικές, εργάτες, αθλητές, καθώς επίσης και ο λαμπρός «Χριστός» του, δείχνουν καλλιτέχνη που ξέρει ν’ αποκαλύπτει το μυστικό της φυσικής ομορφιάς. Η φιλολογική, δεκαπενθήμερη λογοτεχνική και καλλιτεχνική εφημερίδα, φύλλο 2, 18.4.1953, σελ. 1 με την υπογραφή του Ιουλίου Καΐμη και την απεικόνιση της ξυλογραφίας του «Γυναίκες της Πίνδου» (δεν αναφέρεται στον κατάλογο της έκθεσης)]
Στην έκθεση θαλασσογραφίας του 1962 είδαμε δύο ξυλόγλυπτα, «Ψαράς» και «Ψαράς (τρατάρης)».
Κατά την διάρκεια αυτών των εκθέσεων ήδη έμενε στην Αθήνα, στο ρετιρέ της Σολωμού 48 Α΄ και μετά, από το 1963, σε δικό του χώρο στον Παράδεισο Αμαρουσίου. Τα έργα του (εκτός εκείνων που έχουν διατεθεί) βρίσκονται στο Μουσείο Γλύπτη Νικόλα, «Δημήτρειον Πνευματικό Οίκημα», στο χωριό που γεννήθηκε, στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας στο Πήλιο.
*Για την προτομή του Βολανάκη είχα κάνει αναφορά σε διάλεξή μου στον ΖΗΝΩΝΑ στις 16.4.2015 με θέμα «Μικρές πειραιώτικες ιστορίες μέσα από αγάλματα και προτομές της πόλης». Ανάρτηση στο blog με φωτογραφία της (που είχα βάλει στις 11.4.1999), 25 Απριλίου 2015 και στο ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τεύχος 51, σελ. 20 - 23.
* Το παρόν αναδημοσιεύτηκε σε συντετμημένη μορφή στο περιοδικό ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τεύχος 62, Ιανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος 2018, σελ. 20 - 22.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου