Γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
[Άρθρο συνταγμένο με αφορμή τον «οικονομικό αποκλεισμό» που
ζούμε σε αυτούς τους ανήσυχους μήνες
του 2015 και τους επώδυνους για την Ελλάδα όρους της έναρξης της διαδικασίας
της «σύμβασης» που έγινε στις Βρυξέλλες (13.7.2015) κάτω από την ασφυκτική πίεση
της Γερμανίας που κυριαρχεί στην Ευρώπη.
Ήδη ονόμασαν την χώρα μας "αποικία
χρέους" που εξηγείται ότι θα εξοφλεί τους «δανειστές» στο διηνεκές με όποιο
κόστος στην καθημερινότητα των πολιτών.
Με την επισήμανση ότι Γερμανικές κυβερνήσεις σε δύσκολες για
την Ελλάδα ιστορικές στιγμές υπήρξαν ή εχθροί - κατακτητές ή υπέθαλπταν την
κυριαρχία της και ότι όταν οι Οθωμανοί πολιορκούσαν το Ηράκλειο Κρήτης, Ολλανδικά
πλοία αντί αμοιβής τούς προμήθευαν με πολεμοφόδια και τρόφιμα..]
Η διαχρονική επιβολή των δυνατών επί των αδυνάτων.
Επεκτατικές βλέψεις. Πιέσεις, διεκδικήσεις. Προπαγάνδα. Ταπεινώσεις
λαών για να καμφθεί κάθε αντίσταση. Πατριωτισμός. Προσχωρήσεις μιάς μερίδας
λαού στους αντιπάλους. Προδότες. Διχασμός. Αντιστάσεις. Ηρωισμοί. Συγκρούσεις. Διλήμματα.
Διπλωματικοί ελιγμοί, στρατιωτικές κινήσεις. Άγριες πολιτικές κόντρες, λεκτικές
επιθέσεις, συνεδριάσεις, δηλώσεις, σκληρές διαπραγματεύσεις, υποχωρήσεις,
παραχωρήσεις, μνημόνια, συμφωνίες, συνθήκες. Υποταγή, κατάκτηση. Τιμωρία.
Λέξεις που χρησιμοποιούνται στο λεξιλόγιο για να αποδείξουν
ή ενισχύσουν τον χαρακτήρα του εκάστοτε γεωπολιτικοστρατηγικού συστήματος.
Το άδικο και το παράνομο της παγκόσμιας ή πολυεθνικής
διακυβέρνησης γίνεται «κανονικό» και πρέπει να επικρατεί άνευ όρων ενώ
αντιθέτως η όποια δίκαια λαϊκή αντίδραση κηρύσσεται «αιρετική» και
καταστέλλεται. Αποτέλεσμα, η αναγκαστική συγχώνευση στο «φιλελεύθερο»
συντηρητικό ευρωπαϊκό σύστημα διακυβέρνησης.
Αλλάζουν τα δεδομένα στον χάρτη, ανανεώνονται τα ονόματα των
κρατών, οι πόλεις μετασχηματίζονται.
Η Αθηναϊκή Δημοκρατία που δημιούργησε ως
επίνειο τον Πειραιά είχε τους δικούς της στενούς φίλους κι άσπονδους εχθρούς
ενώ έπραξε τραγικά λάθη στην επίδειξη δύναμης στους συμμάχους της. Αποτέλεσμα,
το λιμάνι να περάσει πολλές δραματικές στιγμές αγωνίας.
Η εξέλιξη στους αιώνες συνεχίζει να παράγει κεντρικές
εξουσίες, συμμαχίες, σφαίρες επιρροής, ιδεολογικά μορφώματα.
Νέοι εχθροί ή παλιοί με διαφορετικό, σκοτεινό πρόσωπο ελαύνουν
προ των εθνικών πυλών.
Ο Πειραιάς έχει πικρή πείρα. Πριν τους Γερμανούς, οι
Τούρκοι, οι Βενετοί, οι Καταλανοί, οι πειρατές, οι Άραβες, οι βάρβαροι του
Βορρά, οι Ρωμαίοι, οι Μακεδόνες, οι Λακεδαιμόνιοι, οι Πέρσες ... Κάποιοι απ’
αυτούς ή άλλοι πέρασαν από τα εδάφη μας ως δήθεν φίλοι και απελευθερωτές. Τους
ξέρετε, δεν θα τους αναφέρω απαξιώνοντάς τους..
Στο κείμενο που ακολουθεί ο διορατικός αναγνώστης θα βρεί
πολλές αντιστοιχίες μεταξύ των
γεγονότων της τότε ρωμαϊκής άλωσης της Αθήνας - Πειραιά και της σύγχρονης,
συσπειρωμένης από ομάδα φιλογερμανικών κρατών, ευρωπαϊκής ισοπεδωτικής πολιτικοοικονομικής
επέκτασης στην πατρίδα μας ενώ θα κατανοήσει την σκληρή πραγματικότητα, εκείνοι
που την πληρώνουν πάντα (με βαρείς φόρους και κάθε είδος εκμετάλλευση) είναι οι
ανίσχυροι, οι αθώοι πληθυσμοί.
Είχαν περάσει 400 χρόνια μετά την αναγνώριση του πειραϊκού
χώρου ως το κυρίως εμπορικό και πολεμικό λιμάνι της Αθηναϊκής Δημοκρατίας από
τον επώνυμο άρχοντα Θεμιστοκλή στα 493/2 π.Χ.
Η αναπτυγμένη πόλη που είχε σχεδιάσει ο Ιππόδαμος (1) από την Μίλητο και χτίστηκε
προσεκτικά στα 451-431 π.Χ. με τα ιερά, τα δημόσια - ιδιωτικά - λιμενικά μέγαρα
και τις λαϊκές κατοικίες, καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τους Ρωμαίους του Σύλλα
στα 86/85 π.Χ. στερώντας της απότομα την ιστορική συνέχεια.
Πολύ αργότερα, το 2ο μ.Χ. αιώνα ο εγκατεστημένος
στην Ρώμη Αλεξανδρινός Αππιανός (2)
συνέγραψε τα «Ρωμαϊκά» σε 24 βιβλία.
Για την κατάταξη της ιστορίας της Ρώμης χρησιμοποίησε το
εθνογραφικό κριτήριο αφηγόντας περισσότερο τα γεγονότα με αξιοπιστία παρά
εμβαθύνοντας και κρίνοντάς τα. Στο δωδέκατο (Μ του ελληνικού αλφαβήτου) βιβλίο
καταγράφονται οι Μιθριδατικοί πόλεμοι (Μιθριδάτειος). Ακολουθούμε πιστά τα
κεφάλαιά του και απομονώνουμε περιληπτικά ή αναλυτικά τα εδάφια εκείνα που
αναφέρονται στα συμβάντα που οδήγησαν στην άλωση του Πειραιά.
Κεφ. 2 - 4. Οι πολιτικές έριδες των Μακεδόνων μετά
τον Αλέξανδρο έδωσαν αφορμή σε πολλούς να καταλάβουν εδάφη και να στερεώσουν
την ηγεμονία τους στην πολύπαθη Μικρά Ασία. Ο Μιθριδάτης (3), «ανήρ γένους βασιλείου
Περσικού», κυβέρνησε την Καππαδοκία και τον Πόντο και παρέδωσε την εξουσία
στους γιους του.
Ο έκτος με το ίδιο όνομα μετά τον πρώτο Μιθριδάτη, ο
επονομαζόμενος Διόνυσος και Ευπάτωρ είναι αυτός που πολέμησε τους Ρωμαίους. Με
διάφορες αφορμές, όπως οι αποκαταστάσεις ευνοουμένων στο θρόνο της Καππαδοκίας
και Βιθυνίας, άρχισαν οι μεταξύ τους αντιπαραθέσεις που κορυφώθηκαν με την
πίεση των Ρωμαίων πρέσβεων προς τους τοπικούς άρχοντες, γείτονες του Μιθριδάτη,
να τον παρενοχλούν με επιθέσεις.
Αποτέλεσμα, η γενίκευση του πολέμου με πρώτη μάχη σε μια
πλατιά πεδιάδα κοντά στον Αμνειό ποταμό. Νικητής ήταν ο Μιθριδάτης που φέρθηκε
με πολύ ανθρωπισμό αφήνοντας τους αιχμαλώτους να πάνε στα σπίτια τους με σκοπό
να φανεί αρεστός. Κάνοντας επιδρομές, ο ίδιος ή οι στρατηγοί του, υπέταξε
πολλές επαρχίες και τοποθέτησε στα έθνη τους σατράπες. Στην Μαγνησία, στην Έφεσο
και στην Μυτιλήνη έγινε δεκτός με ευχαρίστηση ως απελευθερωτής.
Οι Ρωμαίοι, αν και αντιμετώπιζαν προβλήματα εσωτερικού
πολέμου στην Ιταλία, αποφάσισαν εκστρατεία εναντίον του. Με κλήρο ο ύπατος
Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας (4) ανέλαβε
την διοίκηση της Ασίας και να τιμωρήσει τον Μιθριδάτη. Καθώς δεν υπήρχαν
χρήματα ψήφισαν να πουληθούν όσα ο παλιός βασιλιάς Νουμάς Πομπίλιος (5) είχε διατάξει να προσφέρονται για
τις θυσίες στους θεούς. Από αυτά που διατέθηκαν έβγαλαν 9.000 λίτρες χρυσού.
Ενώ ο Σύλλας καθυστερούσε λόγω των εμφύλιων διαμαχών ο
Μιθριδάτης με απόρρητες εντολές
παρότρυνε τον κόσμο σε τριάντα μέρες από την λήψη τους να σκοτώσει κάθε πολίτη
ιταλικής καταγωγής (6). Εκτυλίχθηκαν
τρομερές σκηνές βίας. Δε γλίτωσαν ακόμα κι όσοι κατέφυγαν ικέτες στα αγάλματα
και στους ναούς, πράγμα που φανέρωνε το μίσος του λαού κατά των Ρωμαίων.
Αργότερα όμως τιμωρήθηκαν διπλά.
Οι κάτοικοι της Κω τον δέχτηκαν με χαρά. Μετά πολιόρκησε την
Ρόδο αλλά έφυγε χωρίς να τα καταφέρει.
Αφήνοντας τον Πελοπίδα να πολεμά τους Λυκίους έστειλε (το 87
π.Χ.) τον στρατηγό του Αρχέλαο στην Ελλάδα να προσεταιριστεί ή να ασκήσει βία
προς όφελός του όσες περιοχές μπορούσε. Αυτός περιορίστηκε να μαζεύει στρατό,
να φτιάχνει όπλα, να δικάζει όποιον τον επιβουλεύονταν ή έπαιρνε το μέρος των
Ρωμαίων και να διασκεδάζει με την γυναίκα του Μονίμη από την Στρατονίκεια.
Κεφ. 5, 28. Ο Αρχέλαος έπλευσε με πολύ στόλο, όλο
προμήθειες, και κατέλαβε με την βία και τα όπλα την Δήλο που είχε αποστατήσει
από τους Αθηναίους, καθώς και άλλα μέρη.
Σκοτώνοντας 20.000 άνδρες που έμεναν εκεί, στην
πλειοψηφία τους Ιταλοί, τα παρέδωσε
στους Αθηναίους. Μετά απ’ αυτό εκείνους, και για τ’ άλλα κομπάζοντας περί του
Μιθριδάτη και εξυψώνοντάς τον υπέρμετρα, έπεισε τους Αθηναίους να γίνουν φίλοι
του. Τους έστειλε ακόμα τα ιερά χρήματα από την Δήλο μέσω του Αθηναίου
Αριστίωνα (7), με την συνοδεία για
την φύλαξή τους 2.000 ανδρών περίπου.
Χρησιμοποιώντας τους παραπάνω στρατιώτες ο Αριστίωνας έγινε
τύραννος της πατρίδας του και από τους Αθηναίους τους μεν σκότωσε αμέσως ως
ρωμαΐζοντες, τους δε έστειλε στον Μιθριδάτη, και τα έκανε όλα αυτά παρ’ ότι
ασκούσε την Επικούρεια φιλοσοφία.
Με τον Αρχέλαο προστέθηκαν οι Αχαιοί και οι Λάκωνες και η
Βοιωτία ολόκληρη εκτός τους Θεσπιείς, τους οποίους πολιορκούσε κυκλώνοντάς
τους. Την ίδια εποχή, ο Μητροφάνης, σταλμένος από τον Μιθριδάτη με άλλη
στρατιά, λεηλατούσε την Εύβοια, την Δημητριάδα και την Μαγνησία που δε δέχονταν
τα λόγια του Μιθριδάτη.
Ο Βρύττιος (8),
φθάνοντας από την Μακεδονία με λίγο στρατό, έκανε μαζί του ναυμαχία και αφού του
καταπόντισε κάποιο πλοίο και μια ημιολία σκότωσε όλους που βρίσκονταν σε αυτά,
μπροστά στα μάτια του Μητροφάνη. Γεμάτος κατάπληξη διέφυγε κι επειδή βρήκε
ευνοϊκό άνεμο δεν μπόρεσε να τον προλάβει ο Βρύττιος. Έτσι ο Βρύττιος κυρίευσε
την Σκιάθο που ήταν θησαυροφυλάκιο των λαφύρων των βαρβάρων. Αφού στράφηκε προς
την Βοιωτία, με μια δύναμη άλλων χιλίων ιππέων και πεζών από την Μακεδονία,
συνεπλάκη κοντά στην Χαιρώνεια για τρεις μέρες με τον Αρχέλαο και τον
Αριστίωνα, που παρά τον αγώνα και την δράση το αποτέλεσμα ήταν ισόπαλο. Όταν
όμως ήλθαν να βοηθήσουν τον Αρχέλαο και τον Αριστίωνα οι Λάκωνες και οι Αχαιοί,
ο Βρύττιος, καταλαβαίνοντας ότι ακόμα δεν θα μπορούσε να τα βάλει με όλους,
αναχώρησε προς τον Πειραιά, μέχρι που έπλευσε και εκεί ο Αρχέλαος και τον
κατέλαβε.
30. Ο Σύλλας πάλι, ο οποίος είχε εκλεγεί για να είναι
στρατηγός του Μιθριδατείου πολέμου από τους Ρωμαίους, διεκπεραιώθηκε στην
Ελλάδα (9) τότε για πρώτη φορά από
την Ιταλία με πέντε λεγεώνες, κάποιες σπείρες και ίλες, μάζευε αμέσως χρήματα,
συμμαχικές δυνάμεις και τρόφιμα από την Αιτωλία και την Θεσσαλία. Μόλις του
φάνηκε πως ήταν επαρκής, διάβηκε στην Αττική για να επιτεθεί στον Αρχέλαο. Στο
πέρασμά του από την Βοιωτία οι Θηβαίοι άλλαξαν πλευρά και πήραν το μέρος του. Ο
Σύλλας λοιπόν προχώρησε προς την Αττική
και έστειλε ένα μέρος του στρατού στην Αθήνα να πολιορκήσει τον Αριστίωνα. Ο ίδιος,
κατέβηκε στον Πειραιά, εκεί που ήταν ο Αρχέλαος, μαζί με τους εχθρούς που ήταν
κλεισμένοι στα τείχη. Το ύψος των τειχών ήταν περίπου 40 πήχεις και είχαν
κατασκευαστεί από μεγάλους και
τετράγωνους λίθους, έργο του Περικλή, στρατηγού των Αθηναίων στον
Πελοποννησιακό πόλεμο, που είχε οχυρώσει πάρα πολύ τον Πειραιά βασίζοντας σε
αυτόν την ελπίδα της νίκης (10).
Αν και ήταν τόσο το ύψος των τειχών ο Σύλλας σήκωσε αμέσως
τις σκάλες πάνω τους και προκάλεσε πολλές ζημιές αλλά πάθαινε κι αυτός αρκετές,
επειδή οι Καππαδόκες αμύνονταν με δύναμη, μέχρι που απόκαμε και αναχώρησε στην
Ελευσίνα και τα Μέγαρα, όπου ξεκίνησε να φτιάχνει μηχανές για να κάνει επίθεση
στον Πειραιά ενώ σκέφτηκε να κατασκευάσει και αναχώματα (11). Τα μέσα και όλη την προπαρασκευή καθώς σίδερο και καταπέλτες
και ο,τιδήποτε παρόμοιο, του το έφερναν από την Θήβα. Ξυλεία έκοβε από τα δάση
της Ακαδημίας (12) και κατασκεύαζε
τεράστιες πολιορκητικές μηχανές. Κατεδάφισε και τα μακρά τείχη, μετατρέποντας
τις πέτρες και τα ξύλα σε αναχώματα.
31. Δύο Αττικοί υπηρέτες από τον Πειραιά, που
προτιμούσαν τους Ρωμαίους ή ήθελαν να καταφύγουν σε εκείνους, προβλέποντας ότι
ίσως κάτι τέτοιο θα συνέβαινε, γράφανε όλα όσα γίνονταν πάνω σε φτιαγμένα
μολυβένια κυλινδρικά βλήματα και τα πέταγαν με σφεντόνα. Επειδή τούτο
επαναλαμβανόταν και ήρθε στην γνώση του Σύλλα, δίνοντας μεγάλη προσοχή σε αυτά
που έρχονταν με την σφεντόνα, βρήκε γραμμένο ότι «την επόμενη το πεζικό θα
επιτεθεί μετωπικά εναντίον των εργατών και το ιππικό θα ριχτεί και από τις δυο
πλευρές στα πλάγια των Ρωμαίων».
Κρύβοντας λοιπόν επαρκή δύναμη στρατού, μόλις έγινε η έφοδος
των εχθρών, που νόμιζαν πως θα είναι πολύ αιφνιδιαστική, αυτός εξαπολύοντας
ακόμα πιο αιφνιδιαστικά τους
κρυμμένους, σκότωσε πολλούς κι άλλους έσπρωξε να πέσουν στην θάλασσα. Αυτό ήταν
το τέλος εκείνης της απόπειρας.
Όταν όμως σηκώθηκαν σε μεγάλο ύψος τα αναχώματα ο Αρχέλαος
τα εξουδετέρωσε με πύργους που τοποθέτησε πάνω τους εργαλεία, προσκάλεσε
δυνάμεις από την Χαλκίδα και από άλλα νησιά και όπλισε τους κωπηλάτες,
θεωρώντας ότι τα πάντα βρίσκονταν σε κίνδυνο. Γινόταν λοιπόν η στρατιά του
Αρχέλαου, που ήταν ήδη πολύ περισσότερη από του Σύλλα με αυτούς που
προστέθηκαν, ακόμα μεγαλύτερη. Κατά τα μεσάνυχτα ο Αρχέλαος εξόρμησε με
λαμπτήρες {σκεύη για άναμμα της φωτιάς} και έκαψε τη μία από τις χελώνες {σκέπη
από ασπίδες για προστασία αλλά και είδος πολιορκητικής μηχανής} και τα μηχανήματα που ήταν πάνω της, όμως σε
δέκα περίπου μέρες ο Σύλλας κατασκεύασε και τοποθέτησε καινούργια, όπου ήταν
και τα προηγούμενα: και σε αυτά ο Αρχέλαος αντέταξε έναν πύργο στο ίδιο σημείο
του τείχους.
32. Μόλις κατέπλευσε προς τον Αρχέλαο κι άλλη
βοηθητική δύναμη από τον Μιθριδάτη, της οποίας ηγείτο ο Δρομιχαίτης, τους έβαλε
όλους στην μάχη. Μαζί τους ανακάτεψε σφενδονιστές και τοξότες και τους παρέταξε
κάτω από το ίδιο τείχος, ώστε ακόμα και οι φρουροί να μπορούν να πλησιάζουν
τους εχθρούς. Άλλοι κάτω από τις πύλες του τείχους κρατώντας πυρσούς
παραφύλαγαν έτοιμοι για επίθεση. Για πολύ χρόνο η μάχη ήταν ισόρροπη και πότε ο
ένας, πότε ο άλλος τρεπόταν σε φυγή. Πρώτοι το έκαναν οι βάρβαροι {οι ξένοι
στρατιώτες}, μέχρι που τους συγκράτησε ο Αρχέλαος και τους επανέφερε στην μάχη,
πράγμα το οποίο τρόμαξε τόσο πολύ τους Ρωμαίους που ξέφευγαν κι εκείνοι, έως
ότου τους συνάντησε ο Μουρήνας και τους γύρισε πίσω. Ένα άλλο τμήμα στρατού που
επέστρεφε από το κόψιμο και το μάζεμα των ξύλων μαζί με αυτούς που είχαν
ατιμαστεί {με το να το βάλουν στα πόδια}, βρίσκοντας την μάχη έπεφταν με
ταχύτητα πάνω στους άνδρες του Μιθριδάτη με σφοδρή δύναμη, σκοτώνοντας περίπου
δύο χιλιάδες, και τους υπόλοιπους απώθησαν μέσα στα τείχη. Ο Αρχέλαος τους
γύρισε πάλι προς τα έξω και εξ αιτίας του ζήλου του για την μάχη, έμεινε για
πολύ ώρα στην θέση του ώστε αποκλείστηκε και τον τράβηξαν πάνω στα τείχη με
σκοινιά. Ο Σύλλας εκείνους μεν που είχαν προσπαθήσει να ξεφύγουν απάλλαξε από
την καταισχύνη επειδή είχαν αγωνιστεί περίφημα, στους δε υπόλοιπους έκανε πολλά
δώρα.
33. Με το που ήλθε ο χειμώνας είχε ήδη στήσει
στρατόπεδο στην Ελευσίνα, άνοιγε βαθιά
τάφρο από τα ψηλά μέχρι την θάλασσα για να μη μπορούν να
εισβάλλουν εύκολα οι ιππείς των εχθρών. Ενώ μοχθούσε να τελειώσουν αυτά
καθημερινά γίνονταν κάποιες συμπλοκές, άλλες γύρω από την τάφρο, άλλες κοντά
στα τείχη, πλησιάζοντας οι εχθροί συχνά χρησιμοποιώντας πέτρες και βλήματα και
μολυβένιες μπάλες.
Ο Σύλλας, έχοντας ανάγκη πλοίων, έστειλε να φέρει από την
Ρόδο, επειδή όμως οι Ρόδιοι δεν μπορούσαν να διαπλεύσουν αφού εξουσίαζε στην
θάλασσα ο Μιθριδάτης, διέταξε τον Λούκουλλο, Ρωμαίο επιφανή άντρα, που μετά τον
Σύλλα έγινε στρατηγός αυτού του πολέμου, να πλεύσει κρυφά στην Αλεξάνδρεια και στην
Συρία και να συγκεντρώσει ένα στόλο από τους βασιλιάδες και τις πόλεις που
διέθεταν ναυτικό ώστε να συνοδέψουν τα ροδίτικα πλοία. Εκείνος, αν και η
θάλασσα ήταν στα χέρια του εχθρού, δεν δίστασε καθόλου, ανέβηκε σε «κελήτιον»{ταχύ
πλοιάριο}, και μετά αλλάζοντας από πλοίο σε πλοίο για να μην φανερωθεί, έφτασε
στην Αλεξάνδρεια.
34. Εν τω μεταξύ, οι προδότες από τα τείχη, αφού
έγραψαν πάλι σε μολυβένιες σφαίρες ότι ο Αρχέλαος θα έστελνε την νύχτα εκείνη
στην πόλη των Αθηναίων, που την έσφιγγε η πείνα, σιτάρι που θα το μετέφεραν
στρατιώτες, τις έριξαν με τις σφεντόνες. Ο Σύλλας στήνοντας ενέδρα πήρε στα
χέρια του και το σιτάρι και αυτούς που το φέρνανε (13). Όχι πολύ αργότερα ενώ ήταν νύχτα στον Πειραιά κι ακόμα οι
τειχοφύλακες κοιμούνταν, οι Ρωμαίοι φέρνοντας σκάλες με τις μηχανές που ήταν
κοντά, ανέβηκαν πάνω στο τείχος και σκότωσαν τους φύλακες που βρίσκονταν εκεί.
Τότε μερικοί από τους βαρβάρους
αποσκίρτησαν αμέσως προς τον Πειραιά, εγκαταλείποντας το τείχος νομίζοντας
πως είχε καταληφθεί ολόκληρο, κι άλλοι στράφηκαν με ανδρεία, σκότωσαν τον
επικεφαλής των εισβολέων και καταγκρέμισαν προς τα έξω τους υπόλοιπους. Μία
άλλη ομάδα εξόρμησε από τις πύλες και θα έκαιγε παρ’ ολίγο τον άλλο πύργο των
Ρωμαίων, εάν δεν επέδραμε ο Σύλλας από το στρατόπεδο και δεν αγωνιζόταν με
επιμονή όλη την νύχτα και την επόμενη ημέρα για να τον περισώσει. Και τότε οι
βάρβαροι υποχώρησαν. Ο Αρχέλαος έστησε ένα μεγάλο πύργο πάνω στο τείχος
αντικριστά από τον Ρωμαϊκό και πυργομαχούσαν μεταξύ τους, ρίχνοντας και από τις
δύο πλευρές αλλεπάλληλα και συνέχεια ο,τιδήποτε υπήρχε, μέχρι που ο Σύλλας με
τους καταπέλτες, που ο καθ’ ένας ταυτόχρονα έριχνε από είκοσι βαρύτατα
μολυβένια βλήματα, και πολλούς σκότωσε και τον πύργο του Αρχέλαου ταρακούνησε
και τον έκανε να μην στηρίζεται καλά. Αμέσως ο Αρχέλαος από φόβο τον απέσυρε
βιαστικά.
35. Επειδή πιέζονταν ακόμα περισσότερο από την πείνα
οι κάτοικοι της πόλης οι μολυβένιες σφαίρες μήνυσαν ξανά ότι θα στέλνονταν την
νύχτα τροφές στην Αθήνα.
Ο Αρχέλαος, με την υποψία ότι κάποιο μήνυμα και προδοσία
γίνεται σε σχέση με τα τρόφιμα την στιγμή που έστελνε το σιτάρι τοποθέτησε και
μερικούς στρατιώτες στις πύλες με πυρσούς για να επιτεθούν στους Ρωμαίους, εάν
ο Σύλλας κάνει κάτι προς τις προμήθειες. Συνέβησαν και τα δύο, ο Σύλλας
συνέλαβε αυτούς που μετέφεραν το σιτάρι, ο Αρχέλαος κατέκαψε κάποια από τα
μηχανήματα. Στην Αττική πάλι, στην μεν Αθήνα, πονεμένη τόσο βαριά από τον λιμό,
ο Σύλλας εγκαθίδρυε πολλά φρούρια για να μην μπορέσουν να δραπετεύσουν οι
κάτοικοι, αφού με το να παραμένουν κλεισμένοι στην πόλη θα υπέφεραν περισσότερο
λόγω της πολυκοσμίας.
36. Στον δε Πειραιά, αφού σήκωσε το ανάχωμα σε ύψος,
κατεύθυνε τα μηχανήματα.
Ο Αρχέλαος όμως έσκαβε κάτω από το ανάχωμα και αφαιρούσε τα
χώματα προς τα πίσω χωρίς να το αντιλαμβάνεται κανείς για πολύ χρόνο. Έτσι
ξαφνικά έπαθε καθίζηση. Έγινε αμέσως αντιληπτό και οι Ρωμαίοι αποσύρανε τα
μηχανήματα και άρχισαν να συμπληρώνουν το χώμα που έλειπε. Με τον ίδιο τρόπο κι
αυτοί έσκαψαν δίοδο στην γη σε ένα σημείο που προσδιόρισαν ότι έβγαινε στα
τείχη. Οι στρατιώτες των δύο πλευρών συναντήθηκαν εκεί κάτω και ήλθαν στα χέρια
μαχόμενοι με ξίφη και δόρατα όσο ήταν δυνατό να γίνει μέσα στο σκοτάδι.
Παράλληλα με όλα αυτά και ο Σύλλας από τα αναχώματα με πολλά μηχανήματα
κτυπούσε το τείχος με κριούς {πολιορκητικές μηχανές} μέχρι που γκρέμισε ένα
μέρος του και προχώρησε βιαστικά για να κατακάψει τον παραπλήσιο πύργο
ρίχνοντάς του πολλά πυρφόρα τοξεύματα και στέλνοντας τους πιο τολμηρούς άντρες
του πάνω σε σκάλες. Όλα έγιναν και από τις δύο πλευρές με τόση ταχύτητα που και
ο πύργος κάηκε και ο Σύλλας κατέλαβε ένα μικρό σε έκταση μέρος του τείχους και
αμέσως εγκατέστησε φρουρά και τα υποσκαμμένα θεμέλια του τείχους που
στηρίζονταν σε ξύλα, γέμισε με θειάφι στουπιά και πίσσα κι έβαλε αμέσως στα
πάντα φωτιά. Από τα τείχη το ένα μετά το άλλο κατέπεφτε συμπαρασύροντας κι
όσους βρίσκονταν πάνω τους. Ήταν τόσο υπερβολικά ξαφνικός και δυνατός ο
θόρυβος, που τάραξε παντελώς τους τειχοφύλακες, σαν να επρόκειτο να πέσει σε
λίγο το τείχος κάτω από τα πόδια τους. Επομένως περιστρέφονταν από εδώ κι από
εκεί έχοντας πεσμένο το ηθικό τους από τον φόβο και αμύνονταν στους εχθρούς
άτονα.
37. Ενώ έτσι ήταν τα πράγματα σε αυτούς, ο Σύλλας
τους επιτίθετο ακατάπαυστα εναλλάσσοντας συνέχεια το καταπονημένο τμήμα των
στρατιωτών του με ολοένα και περισσότερους ακμαίους άντρες με σκάλες και
δυνατές φωνές και παραγγέλματα, προτρέποντας συγχρόνως και απειλώντας και
παρακαλώντας ότι σ’ εκείνο το λίγο χρονικό διάστημα τα πάντα θα κριθούν γι’ αυτούς.
Ο Αρχέλαος με την σειρά του αντεπεξήλθε με άλλους στρατιώτες στην θέση εκείνων
που βρίσκονταν σε σύγχυση, ανανεώνοντας κι αυτός ακατάπαυστα την μάχη με
στρατιώτες παρακινώντας ταυτόχρονα και παροτρύνοντας όλους, λέγοντας ότι πολύ
λίγο ακόμα και θα έλθει η σωτηρία τους.
Στην πολύ προσπάθεια και προθυμία που έγινε αμέσως και από
τα δύο μέρη ο Αρχέλαος ήταν πιο καρτερικός και ο σκοτωμός ήταν ίσος κι όμοιος
μεταξύ τους, μέχρι που ο Σύλλας, που ήταν αυτός που έκανε την επίθεση και
μάλλον είχε κουραστεί πιο πολύ, ανακάλεσε με την σάλπιγγα την στρατιά και την
οδήγησε μακριά επαινώντας πολλούς για την γενναιότητά τους. Ο Αρχέλαος έκτισε
αμέσως την νύχτα τα πεσμένα τμήματα του τείχους, ενισχύοντάς τα από μέσα με
πολλά μηνοειδή εξαρτήματα {προμαχώνες σε σχήμα μισοφέγγαρου}. Ο Σύλλας πάλι
νομίζοντας ότι θα τα κατέρριπτε με ευκολία επειδή ήταν ακόμα υγρά και αδύναμα
αφού ήταν νεόδμητα επιτέθηκε με όλο το στρατό του. Καταβεβλημένος όμως, έτσι
όπως ήταν σε στενό χώρο και δεχόμενος βολές από ψηλά και μετωπικά και από τις
άκρες όπως γίνεται με τα οχυρά που έχουν το μηνοειδές σχήμα, εγκατέλειψε
παντελώς την γνώμη να ξαναεπιχειρήσει στον Πειραιά και παρατάχθηκε σε πολιορκία
για να τους αναγκάσει να υποταχθούν με την πείνα.
Κεφ. 6, 38. Αντελήφθηκε όμως πως οι κάτοικοι της
Αθήνας υπέφεραν ακόμα πιο πολύ από την πείνα και ότι είχαν σκοτώσει όλα τα ζώα
κι έβραζαν τα δέρματα και τα πετσιά τους γλείφοντας ό,τι έβγαινε από αυτά, και
ότι μερικοί είχαν μαγειρέψει ακόμα και πεθαμένους (14). Διέταξε τον στρατό να περιβάλλει με τάφρο την πόλη, ώστε
τίποτα ακόμη και ένας να μην ξεφύγει διαφεύγοντας την προσοχή τους. Μόλις έφερε
σε πέρας κι αυτό έφερε τις σκάλες και μαζί έσπαγε το τείχος. Καθώς
κατατροπώθηκαν γρήγορα οι πιο αδύναμοι άνδρες όρμησε μέσα στην πόλη κι αμέσως
ακολούθησε πολλή και ανελέητη σφαγή {«και ευθύς εν Αθήναις σφαγή πολλή ην και
ανηλεής»}(15). Γιατί οι κάτοικοι δεν
μπορούσαν να ξεφύγουν λόγω της ασιτίας, ούτε υπήρξε έλεος για τα παιδιά ή τις
γυναίκες, αφού ο Σύλλας είχε διατάξει να σκοτώνουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους
οργισμένος επειδή τόσο γρήγορα και χωρίς λόγο προτίμησαν τους βαρβάρους κι
έδειξαν στον ίδιο ασυγκράτητο μίσος. Έτσι οι περισσότεροι Αθηναίοι, που είχαν
ακούσει την διαταγή, έριχναν τους εαυτούς τους εθελοντικά στο έργο που έκαναν
οι σφαγείς. Λίγοι είχαν πάρει αδύναμα τον δρόμο προς την Ακρόπολη. Μεταξύ τους
είχε διαφύγει και ο Αριστίων, αφού έκαψε το Ωδείο, για μην βλάψει σε λίγο την
Ακρόπολη ο Σύλλας με το να έχει έτοιμα ξύλα. Εκείνος απαγόρευσε μεν να
πυρπολήσουν την πόλη, επέτρεψε όμως το στρατό να την λεηλατήσει. Σε πολλά
οικήματα βρέθηκαν σάρκες ανθρώπων έτοιμες για φάγωμα. Την επόμενη ο Σύλλας
πούλησε τους δούλους, και στους ελεύθερους, όσους δεν πρόλαβαν να σκοτώσουν
όταν έφτασε η νύχτα, και ήταν πράγματι ελάχιστοι, είπε πως θα τους έδινε την
ελευθερία, θα τους αφαιρούσε όμως το δικαίωμα να εκλέγουν με την ψήφο ή με την
ανάταση των χεριών επειδή πολέμησαν εναντίον του, αλλά και αυτό θα το
παραχωρούσε στους απογόνους τους.
39. Έτσι λοιπόν η Αθήνα είχε συμφορές κατά κόρον. Ο
Σύλλας εγκατέστησε φρουρά στην Ακρόπολη η οποία μετά από λίγο εξουδετέρωσε τον
Αριστίωνα και εκείνους που είχαν καταφύγει μαζί του, πιεζόμενους από την πείνα
και την δίψα. (16). Από αυτούς ο
Σύλλας τιμώρησε με θάνατο τον Αριστίωνα και τους σωματοφύλακές του όπως κι
εκείνους που είχαν ασκήσει κάποια εξουσία ή έκαναν ο,τιδήποτε άλλο πέρα από όσα
τους είχαν διατάξει οι Ρωμαίοι όταν είχαν πρωτοκατακτήσει την Ελλάδα. Τους
υπόλοιπους συγχώρησε κι έθεσε σε όλους νόμους όμοιους με εκείνους που είχαν
οριστεί στους προγόνους τους από τους Ρωμαίους. Από την Ακρόπολη συγκεντρώθηκε
χρυσός βάρους σαράντα περίπου λίτρων και ασήμι εξακοσίων λίτρων. Αυτά όμως
έγιναν στην περιοχή της Ακρόπολης λίγο πιο ύστερα..
40. Ο Σύλλας, μόλις καταλήφθηκε η Αθήνα, δεν περίμενε
πια να εξολοθρέψει τον Πειραιά με πολιορκία. Έφερε κριούς μαζί με βλήματα και
ακόντια και πολλούς άνδρες, οι οποίοι άνοιγαν τρύπες στα τείχη κάτω από χελώνες
και τμήματα στρατού που ρίχνοντας πυκνά τα ακόντια και τα τόξα τους ανέκοπταν
όσους βρίσκονταν πάνω στα τείχη. Κατέρριψε ακόμα κι ένα τμήμα του μηνοειδούς,
που ως νεόδμητο ήταν κάπως πιο υγρό και αδύνατο. Ο Αρχέλαος είχε προβλέψει κάτι
τέτοιο από πολύ πριν και είχε οικοδομήσει από μέσα πολλά παρόμοια τμήματα, έτσι η επιχείρηση του
Σύλλα ήταν ασταμάτητη αφού έπεφτε από τον ένα όμοιο προμαχώνα στον άλλο. Με
ατέλειωτη ορμή και χρησιμοποιώντας την πυκνή εναλλαγή του στρατού τρέχοντας γύρω
του ο ίδιος τον παρακινούσε για δράση, λέγοντας ότι σε αυτό το λίγο που
απέμεινε βρίσκεται όλη η ελπίδα και το κέρδος από τους προηγούμενους κόπους. Οι
άνδρες θεωρώντας και αυτοί ότι όντως τούτο ήταν το τέλος των κόπων τους και πως
ήταν μεγάλη και λαμπρή υπόθεση να κυριεύσουν τέτοια ισχυρά τείχη, πίεζαν βίαια
με φιλοδοξία, μέχρι που ο Αρχέλαος, γεμάτος κατάπληξη από την ορμή τους, που
ήταν μανιώδης και παράλογη, εγκατέλειψε σε αυτούς τα τείχη και ανέβηκε σε ένα
πολύ καλά οχυρωμένο σημείο του Πειραιά και περικυκλωμένο από την θάλασσα, στο
οποίο ο Σύλλας δεν μπορούσε να επιχειρήσει αφού δεν είχε πλοία (16).
41. Από εκεί ο Αρχέλαος αναχώρησε για την Θεσσαλία
μέσω Βοιωτίας και συγκέντρωσε στις Θερμοπύλες όλα τα υπόλοιπα του στρατού του,
που είχε όταν ήλθε … ενώ μάζευε με ταχύτητα αυτά τα στρατεύματα,
«ο δε
Σύλλας τον Πειραιά του δε άστεος μάλλον ενοχλήσαντά οι κατεπίμπρη,
φειδόμενος ούτε της οπλοθήκης ούτε των νεωσοίκων ούτε τινός άλλου των αοιδίμων»,
ο δε Σύλλας κατέκαψε τον Πειραιά, επειδή τον είχε ενοχλήσει περισσότερο από την
Αθήνα, χωρίς να λυπηθεί ούτε την οπλοθήκη ούτε τους νεώσοικους ούτε κανένα άλλο
από τα περίφημα κτήρια (18). Και
μετά από αυτό βάδισε κι εκείνος εναντίον του Αρχελάου μέσω Βοιωτίας … όπου τον νίκησε στη Χαιρώνεια.
Σχόλια
(1)-Ο Ιππόδαμος (
498 - 408 π.Χ.) πρωτοπόρος της πολεοδομίας, σχεδίασε για λογαριασμό του Περικλή
το επίνειο των Αθηνών, τον Πειραιά που αποτέλεσε πρότυπο για άλλες πόλεις της
κλασικής εποχής. Μεταξύ των έργων του ήταν η «Ιπποδάμειος μελέτη Πειραιώς» (451
π.Χ.) και η «Ιπποδάμειος Αγορά Πειραιώς».
(2)-Ο Αππιανός
(περ. 195 - περ. 165 μ.Χ.) προάχθηκε το 147 σε αυτοκρατορικό επίτροπο στην
Αίγυπτο.
(3)-Μιθριδάτης ο
ΣΤ΄, Αμάσεια 132 π.Χ. - Ποντικάπαιο 63
π.Χ.
(4)-Λεύκιος
Κορνήλιος Σύλλας, Lucius
Cornelius Sulla (138 - 78 π.Χ.). Μετά την νίκη του επί του
Μιθριδάτη γύρισε στην Ιταλία και επέβαλε τυραννικό καθεστώς με προγραφές των
αντιπάλων του. Έγινε δικτάτωρ και προώθησε μεταρρυθμίσεις που δεν ωφέλησαν.
Παραιτήθηκε το 79 π.Χ. και αποσύρθηκε στο κτήματα του στους Ποτιόλους όπου και
πέθανε μετά από ένα χρόνο.
(5)-Νουμάς
Πομπίλιος. Βασιλίας της Ρώμης μετά τον Ρωμύλο, 717-673 π.Χ. Σαβίνος στην
καταγωγή οργάνωσε την ρωμαϊκή θρησκευτική - λατρευτική ζωή.
(6)-88 π.Χ.
φονεύτηκαν 80.000 λατινόφωνοι. Έμεινε στην ιστορία σαν ο Ασιατικός εσπερινός.
(7)-Αριστίωννας. Έτσι
τον αποκαλούν ο Παυσανίας ο Αππιανός και ο Πλούταρχος. Ο Ποσειδώνιος κια άλλες
ελληνικές πηγές τον ονομάζει Αθηνίωνα και τον προβάλλει ως περιπατητικό
φιλόσοφο ενώ ο Αππιανός ως επικούρειο. Σε αυτό ίσως υπάρχει σύγχυση δύο
διαφορετικών ατόμων. Ορίστηκε πρέσβης στην αυλή του Μιθριδάτη. Η αρνητική
εικόνα που έχουμε για αυτόν ίσως βασίζεται στην ρωμαϊκή προπαγάνδα: «άνθρωπος
εξ ασελγείας ομού και ομότητος έχων συγκειμένην την ψυχήν» γράφει ο Πλούταρχος.
Από την Δήλο καθυστέρησε λόγω κακοκαιρίας στην Καρυστία. Στον Πειραιά του
έκαναν λαμπρότατη υποδοχή.
Όταν βγήκε από το πλοίο «επ’ αργυρόποδος μετακομίζεται
φορείου και πορφυρών στρωμάτων».
Τον ακολούθησαν χιλιάδες μέχρι την Αθήνα «το
παράδοξον της τύχης θαυμάζοντες».
(8)-Ο Βρύττιος ή
Βρέττιος Σούρρας, «πρεσβευτής μεν ων Σεντίου, του στρατηγού της Μακεδονίας,
ανήρ δε τόλμη και φρονήσει διαφέρων..» λέει ο Πλούταρχος.
(9)-Αρχές του 87
π.Χ.
(10)-Η τείχιση
του Πειραιά άρχισε επί επωνύμου άρχοντος Θεμιστοκλή «και ωκοδόμησαν τη εκείνου
γνώμη το πάχος του τείχους όπερ νυν έτι δήλον εστι περί τον Πειραιά. Δύο γαρ
άμαξαι εναντίαι αλλήλαις τους λίθους επήγον, εντός δε ούτε χάλιξ ούτε πηλός ήν,
αλλά ξυνωκοδομημένοι μεγάλοι λίθοι και
εντομή εγγώνιοι, σιδήρω προς αλλήλους τα έξωθεν και μολύβδω δεδεμένοι.
Το δε ύψος ήμισυ μάλιστα ετελέσθη ού διενοείτο» Θουκυδίδης, Α΄ 93. Τελείωσε
μετά από 40 περίπου χρόνια επί Περικλή, γι’ αυτό ο Αππιανός το ονομάζει
«Περίκλειον έργον». Το πάχος του ήταν 2 με 3 μέτρα.
(11)-Για να
συγκεντρώσει χρήματα έβαλε χέρι σε όλους τους θησαυρούς των ιερών. Έστειλε τον
Λούκουλο (Lucius Licinius
Lucullus, 118 - 57 ή 56 π.Χ.) στην Πελοπόννησο, από την Επίδαυρο και την
Ολυμπία αφαίρεσε τα πολυτιμότερα αναθήματα και έκοψε με αυτά νομίσματα, τα
λεγόμενα «Λουκούλλεια», που θεωρείται και το πρώτο νόμισμα που κόπηκε σε
κατεχόμενο έδαφος. Πήρε και από τους Δελφούς χρήματα, αφιερώματα μέχρι και το
περίφημο πάμβαρο αργυρό πυθάρι.
(12)-Κόπηκαν
αιωνόβια δένδρα που σκίαζαν την Ακαδημία Πλάτωνος και το Άλσος του Λυκείου
Απόλλωνος. «και την τε Ακαδήμειαν έκειρε δενδροφορωτάτην προαστείων ούσαν και
το Λύκειον». Πλούταρχος, Σύλλας, 12.
(13)-Ο Μέδιμνος
του σιταριού, τροφή πέντε ανθρώπων για δέκα ημέρες, είχε τιμή χίλιες δραχμές!
(14)-Ενώ ο κόσμος
έτρωγε χόρτα, τα πετσιά των παπουτσιών, ασκούς, ζώα, «των ανθρώπων σιτουμένων
το περί την ακρόπολιν φυόμενον παρθένιον, υποδήματα δε και ληκύθους εφθάς
εσθιόντων», ο Αθηνίων «διήγεν εν αφθονία και εν ανέσει» βρίζοντας από τα τείχη
τον Σύλλα και την γυναίκα του Μετέλλα. «Δεινός γαρ τις άρα και απαραίτητος
είχεν αυτόν έρως ελείν τας Αθήνας, είτε ζήλω τινί προς την πάλαι σκιαμαχούντα
της πόλεως δόξαν, είτε θυμώ τα σκώμματα φέροντα και τας βωμολοχίας, αις αυτόν
τε και την Μετέλλαν από των τειχών εκάστοτε γεφυρίζων και κατορχούμενος
εξηρέθιζεν ο τύραννος Αριστίων». Πλούταρχος, Σύλλας, 13. Τα ιερά έμειναν χωρίς
λάδι.
Δυο - τρεις απεσταλμένοι στον Σύλλα αντί να ζητήσουν την
σωτηρία μιλούσαν με επίσημο ύφος για τον Θησέα, τον Εύμολπο και τα Μηδικά κι
αυτός τους έδιωξε, ενώ φαίνεται να είπε νευριασμένος «άπιτε ω μακάριοι, τους
λόγους τούτους αναλαβόντες· εγώ γαρ ου φιλομαθήσων εις Αθήνας υπό Ρωμαίων
επέμφθην, αλλά τους αφισταμένους καταστρεψόμενος». Πλούταρχος, Σύλλας, 13.
(15)-«..αυτός δε
Σύλλας το μεταξύ της πειραϊκής πύλης και της ιεράς κατασκάψας και συνομαλύνας,
περί μέσας νύκτας εισήλαυνε, φρικωδώς υπό τε σάλπιγξι και κέρασι πολλοίς,
αλαλαγμώ και κραυγή της δυνάμεως εφ’ αρπαγήν και φόνον αφειμένης υπ’ αυτού και
φερομένοις δια των στενωπών εσπασμένοις τοις ξίφεσιν, ώστε αριθμόν μηδένα
γενέσθαι των αποσφαγέντων, αλλά τω τόπω του ρυέντος αίματος έτι νυν μετρείσθαι
το πλήθος. άνευ γαρ των κατά την άλλην
πόλιν αναιρεθέντων ο περί την αγοράν φόνος επέσχε πάντα τον εντός του Διπύλου
Κεραμεικόν. πολλοίς δε λέγεται και δια πυλών κατακλύσαι το προάστειον (το αίμα
κάλυψε τον Κεραμεικό μέσα στο Δίπυλο πολλοί δε λένε ότι πέρασε τις πύλες
κατακλύζοντας και το προάστειο). Πλούταρχος, Σύλλας, 14.
(16)-Ο Σύλλας
τους άφησε να παραδοθούν από την δίψα. Τους φυγάδες στον ιερό βράχο πολιόρκησε
ο Κουρίων. Την ώρα που κατέβαζαν τους περί τον Αρχέλαο από την Ακρόπολη, σαν
από δαιμονική σύμπτωση, άρχισε να βρέχει.. «και χρόνον εγκαρτερήσας συχνόν
αυτός εαυτόν ενεχείρισε δίψει πιεσθείς. και το δαιμόνιον ευθύς επεσήμηνε· της
γαρ αυτής ημέρας τε και ώρας εκείνόν τε Κουρίων κατήγε, και νεφών εξ αιθρίας
συνδραμόντων πλήθος όμβρου καταρραγέν επλήρωσεν ύδατος την ακρόπολιν».
Πλούταρχος, Συλλας, 14.
(17)-Το οχυρωμένο
σημείο ήταν η κορυφή του λόφου της Μουνιχίας (υψ. 86,59). Αναφέρεται πως
οχυρώθηκε από τον Ιππία το 511 π.Χ. Μακεδονική φρουρά από το 322 έως το
229 π.Χ.
(18)-«είλε δε και
τον Πειραιά μετ’ ου πολύν χρόνον ο
Σύλλας, και τα πλείστα κατέκαυσεν, ων ήν και η Φίλωνος οπλοθήκη, θαυμαζόμενον
έργον». Πλούταρχος, Σύλλας, 14.
Άλλη
μιά μαρτυρία: Στράβωνος Γεωγραφικά, Θ΄, 15: Τῷ
δὲ τείχει τούτῳ συνῆπτε τὰ καθειλκυσμένα ἐκ τοῦ ἄστεος σκέλη· ταῦτα δ᾽ ἦν μακρὰ
τείχη τετταράκοντα σταδίων τὸ μῆκος, συνάπτοντα τὸ ἄστυ τῷ Πειραιεῖ· Οἱ δὲ
πολλοὶ πόλεμοι τὸ τεῖχος κατήρειψαν καὶ τὸ τῆς Μουνυχίας ἔρυμα, τόν τε Πειραιᾶ
συνέστειλαν εἰς ὀλίγην κατοικίαν τὴν περὶ τοὺς λιμένας καὶ τὸ ἱερὸν τοῦ Διὸς
τοῦ σωτῆρος· τοῦ δὲ ἱεροῦ τὰ μὲν στοΐδια ἔχει πίνακας θαυμαστούς, ἔργα τῶν
ἐπιφανῶν τεχνιτῶν, τὸ δ᾽ ὕπαιθρον ἀνδριάντας· Κατέσπασται δὲ καὶ τὰ μακρὰ
τείχη, Λακεδαιμονίων μὲν καθελόντων πρότερον Ῥωμαίων δ᾽ ὕστερον, ἡνίκα Σύλλας
ἐκ πολιορκίας εἷλε καὶ τὸν Πειραιᾶ καὶ τὸ ἄστυ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου