[Πρώτα
τεύχη λογοτεχνικών περιοδικών]
Ερευνά
και γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.
Δημοσιογράφος - Συλλέκτης. Ανεξάρτητος
ερευνητής πειραϊκής ιστορίας και
λογοτεχνίας.
Έχω ιδιαίτερη εύνοια
στο περιοδικό Αντι - Παραθέσεις Σκέψης
- Λόγου - Τέχνης. Υπήρξε ένα κομμάτι
της πνευματικής μου δημιουργίας στον
Πειραιά χάρις στις παραινέσεις της
αλησμόνητης φίλης Μαντώς Κατσουλού
(5.7.1929 - 11.3.2019), όταν ανάμεσα στις άλλες
υποχρεώσεις μου, που κυρίως στρέφονταν
σε ιστορικές αναζητήσεις έδινα μικρότερη
σημασία στην τοπική λογοτεχνία.
Στο
τακτικό πέρασμά μου από το διαμέρισμα
της οικογενείας της (κυρίως πήγαινα να
συναντήσω την κόρη της Ελένα) δεν έχανε
την ευκαιρία να μου διαβάζει κομμάτια
των θεμάτων που θα πρόσθετε στην ύλη
κάθε τεύχους, να ζητά την γνώμη μου κι
εγώ να της δίνω ιδέες για ένταξη κειμένων,
ποιημάτων, αφιερωμάτων με ενδιαφέρον.
Η
«τριμηνιαία έκδοση εκτός εμπορίου» με
εκδότρια - ιδιοκτήτρια την Μαντώ Κατσουλού
κυκλοφόρησε από τον Δεκέμβριο του 1997
μέχρι την άνοιξη του 2011 που - από ότι
γνωρίζω - σταμάτησε.
Στους πενήντα
πέντε συνολικά αριθμούς του εντύπου
που έχω στην βιβλιοθήκη μου, άλλοτε με
μνημόνευε ως επιμελητή ύλης, άλλοτε ως
διορθωτή κειμένων ή ως μέλος της
συντακτικής επιτροπής, πολλές φορές
και καθόλου χωρίς να σημαίνει ότι δεν
συμμετείχα. Η Μαντώ ήταν μια δύσκολη
γυναίκα με έντονο και πείσμονα χαρακτήρα.
Όμως ένοιωθα άνετος κοντά της αφού
υπήρχε αμοιβαία συμπάθεια. Όταν ήμουν
σε πίεση λόγω ασχολιών τής έδινα προς
δημοσίευση κρητικές μαντινάδες, παραμύθια
και δημοτικούς στίχους που τραγουδούσαν
οι συμπατριώτες μου, λαογραφική συλλογή
από παλιές αφηγήσεις της γιαγιάς και
της μητέρας μου.
Τότε ξεκίνησα την
καταγραφή των λογοτεχνικών περιοδικών
που διέθετα, τα συγκέντρωνα σε ειδικούς
φακέλους για ευκολότερο έλεγχο. Σε
συνεννόηση μαζί της πρότεινε να τα
γνωστοποιήσω, δηλαδή στην προκειμένη
περίπτωση, να εξέθετα τα πρώτα τους
τεύχη.
Τελικά παρουσίασα τα ΠΕΙΡΑΪΚΑ
ΓΡΑΜΜΑΤΑ, τα ΦΤΕΡΑ, τη ΝΕΑ ΣΚΕΨΗ, τις
ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ, την ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ.
Αντιγράφω
το άρθρο όπως είχε με ελάχιστες παρεμβάσεις
- αφού εδώ έχω περισσότερο χώρο.
Τεύχος
26. Ιανουάριος - Μάρτιος 2004. Σελ. 18 - 19.
Φτερά
Σε επίσημα δελτία πολλών
Ιστορικών Αρχείων, βιβλιοθηκών, σε
αρκετά λογοτεχνικά περιοδικά και σε
αυτοτελείς εκδόσεις συνηθίζεται πλέον
να καταγράφονται, να αποδελτιώνονται
(να περιγράφονται με λεπτομέρειες) τα
τεύχη πολλών σπανίων - δυσεύρετων
λογοτεχνικών περιοδικών τα οποία αφού
κυκλοφόρησαν σε περιορισμένα αντίτυπα
κι άφησαν - το καθένα με τη δική του
εμβέλεια - το στίγμα τους στο χώρο και
στην εποχή τους, σταμάτησαν και
ξεχάστηκαν.
Εμείς θα ασχοληθούμε
αποκλειστικά με τα ΠΡΩΤΑ τεύχη τέτοιων
περιοδικών, κατά κύριο λόγο πειραϊκών,
για να θυμηθούμε ονόματα πνευματικών
δημιουργών, τίτλους άρθρων, ποιημάτων
και διηγημάτων, κριτικές, σχόλια και
άλλα.
Ξεκινάμε με τη Μηνιάτικη Έκδοση
Τέχνης – Διανόησης ΦΤΕΡΑ του Ν.
Πορτοκαλάκη.
ΧΡΟΝΟΣ Α΄. ΦΥΛΛΟ 1. ΝΟΕΜΒΡΗ,
χωρίς χρονολογία (1945). ΤΙΜΗ ΔΡ. 150 Σχήμα
17,5Χ25 εξώφυλλο πορτοκαλί. ΓΡΑΦΕΙΑ Γεωργίου
Α΄ και Κουντουριώτη αριθ. 141 Αος όροφος.
Συνεργασίες και εμβάσματα κ. Ν.
Πορτοκαλάκην, οδός Μαιζώνος 7. Πειραιεύς.
«Τα Φτερά φορτωμένα με την ιερή
αποστολή, να δώσουν μια συνέχεια στην
πνευματική παράδοση του Πειραιά, που
γεννάει λουλούδια…» αρχίζουν με τρία
ποιήματα από τα Ειδύλλια του Ν. Ι. Χαντζάρα
(σελ. 1)
Ακολουθεί το διήγημα «Ποιά είν’
εκείνη που κατεβαίνει» του ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ
ΒΟΥΤΥΡΑ (σελ. 2) και Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΠΛΟΤΗΤΑΣ
το ζωγραφικό έργο ΑΡΜΑΤΩΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ
ένα από τα έργα του Φώτη Κόντογλου (σελ.
3) με άρθρο του «Οι ταπεινοί αγιογράφοι
της ορθόδοξης Ρωμηοσύνης. Η τέχνη της
ταπείνωσης» (σελ. 4-7)
Μετά το κείμενο
«Παράγραφοι» Του ΑΛΚΗ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
(σελ. 7)
Οι «Ομιλίες», ΣΤΕΛΙΟΣ ΞΕΦΛΟΥΔΑΣ
εν είδη θεατρικής σκηνής και «Οι Έγνοιες»
σύντομο κείμενο που υπογράφει ο ΓΙΑΓΚΟΣ
ΠΙΕΡΙΔΗΣ καλύπτουν τις σελίδες 8 και
9.
Το διήγημα «Το αγρίμι», ΠΑΝΟΣ ΣΑΜΑΡΑΣ
(σελ. 10-11) είναι μισό αφού το τέλος θα
τυπωθεί ΣΤΟ ΠΡΟΣΕΧΕΣ.
Στη συνέχεια
έχουμε το ποίημα Η ΘΑΛΑΣΣΑ του Γιώργου
Ν. Καλαματιανού (σελ. 12) και μια συλλογή
από διάφορα «Ποιήματα»: SPLEEN του Ch.
Beaudelaire, (Μετάφραση) ΝΙΚΟΣ
ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ, ΘΡΗΝΟΣ της Σοφίας
Μαυροειδή-Παπαδάκη, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ Φ. Κατσίπης,
ΤΩΡΑ Γ. Μ. Μυλωνογιάννης, ΑΒΥΣΣΟΣ
Ντόρος-Ντορής (σελ. 13), ΑΓΟΝΕΣ ΩΡΕΣ Τάσος
Παππάς, ΚΑΣΤΕΛΛΑ Βαγγέλης Λάβδας, ΣΠΟΝΔΗ
ΑΙΜΑΤΙΝΗ Ν. Ποροτακαλάκη {sic}
(σελ. 14)
Το κείμενο «Πώς αρχίσαμε»
Στάθης Μπάτης, Η ΩΜΟΡΦΙΑ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ
ποίημα, Βαλσ. Παυλόπουλος (σελ.15)
Ο
Πέτρος Χάρης κάνει τον απολογισμό της
καλοκαιρινής θεατρικής περιόδου στις
σελ. 16-17. «Είναι ζήτημα αν το ελληνικό
θέατρο πέρασε χειρότερο καλοκαίρι από
το φετεινό. Δεν έζησε μόνο μέσα στην
γενική ελληνική κρίση, που δεν μας αφήνει
να χαρούμε το μέγα γεγονός της νίκης
και το ανεκτίμητο δώρο της λευτεριάς.
Η κρίση, που πέρασε το ελληνικό θέατρο
τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι από τις
δοκιμασίες που δε θα τις ξεχάσει
εύκολα…».
Στην σελ. 17 δημοσιεύονται
επίσης τα ποιήματα ΛΥΓΜΟΙ, «Ανέκδοτο»
Βασίλης Λαμπρολέσβιος και ΜΙΚΡΟ ΞΩΚΚΛΗΣΙ
Παν. Παπαρρηγόπουλος.
Ο Χρήστος Λεβάντας
με αφορμή το θάνατο του Αντώνη Γιαλούρη
που «απ’ τα άπνοα χείλη του» βγήκε η
αγωνία να σωθούν τα χειρόγραφά του,
προτείνει να ιδρυθεί ένα «Αρχείο
Γραμμάτων», όπου θα συγκεντρώνονταν τα
χαρτιά και τα χειρόγραφα των πνευματικών
μας ανθρώπων, θα ταξινομούντο και θα
βρίσκονταν στη διάθεση κάθε ερευνητή
και μελετητή»… διότι «αρχεία ολόκληρα,
που θα μπορούσαν νάχουν κάποιαν αξία
για την ιστορία του πνευματικού μας
πολιτισμού και ανέκδοτα έργα γραμμένα
ποιος ξέρει με πόσο αίμα, σκορπίστηκαν
ύστερα από το θάνατό τους στους τέσσερις
ανέμους. Πήραν τον δρόμο για τα
σκουπιδοχώρια ή τα σακκουλάδικα. Έγιναν
ʻμπαίγνιοʼ των βεβήλων…» (σελ. 18)
Στη
στήλη Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ παρουσιάζονται
εν συντομία τα βιβλία του Ντυράν Αλεξανιάν
«Ο Πρίγκιπας» μυθιστόρημα, Έκδοση
Μαυρίδη, κρίνει ο Γρηγ. Ξενόπουλος, του
Στρατάκη «Λεύτεροι παλμοί», ποιήματα,
κρίνει ο Σάββας Γ. Αυγερινός, του Σωτήρη
Σκίπη «Μέσ’ από τα τείχη» ποιήματα,
κρίνει ο Π. Τσουτάκος, της Μαργαρίτας
Καραπάνου «Τα δένδρα» μυθιστόρημα,
κρίνει ο Πέτρος Μαρκάκης (σελ. 18-20)
Τέλος
στη σελ. 20 τα «ΦΤΕΡΑ» προσδιορίζουν τις
επιδιώξεις τους. «Η πνευματική ερημιά
σκεπάζει χρόνια τώρα με τα μαύρα της
φτερά την πνευματική ζωή του Πειραιά.
Όπως σ’ όλους τους άλλους τομείς της
ζωής μας, εκτός από το οικονομικό, η
Αθήνα είχε απορροφήσει όλες μας τις
δυνατότητες κι’ όλη μας την δημιουργία.
Λίγα αστέρια που είχαν λάμψει στον έρημο
τόπο γρήγορα τα τράβηξε ο δελεαστικός
ουρανός της Αθήνας και μείναμε μόνοι.
Εξαρτήματα του κέντρου στην κάθε
πνευματική ανάταση. Εχρειάζονταν λοιπόν
κάποια άλλα φτερά για να αποδιώξουμε
τα φτερά των πνευματικών σκοταδιών που
εξακολουθούσαν να σκεπάζουν, να σκεπάζουν
πέρα ως πέρα τους ρόδινους πνευματικούς
μας ορίζοντες.
Και να τώρα τα πάναγνα
φτερά των «ΦΤΕΡΩΝ» γεμάτα φως, ελπίδες,
κι’ αγωνία.
Ήρθαν ν’ αποδιώξουν τα
σκοτάδια με την πίστη πως η προσμονή
σας θα συνοδεύση τα φτερουγίσματά του
προς ένα υψηλότερο, διανοητικώτερο,
λυτρωμένο από τα υλικά δεσμά του, Πειραιά.
Εμπρός».
Επαναλαμβάνω, το κείμενο
που έστειλα στην Μαντώ Κατσουλού έπρεπε
να ήταν σύντομο λόγω περιορισμών στις
σελίδες. Με περισσότερη άνεση τώρα μπορώ
να επεκτείνω και να σχολιάσω.
Φτερά
Μηνιάτικη Έκδοση Τέχνης – Διανόησης.
Χρόνος πρώτος. Μήνας Νοέμβρης.
Συνεργασίες και εμβάσματα κ. Ν.
Πορτοκαλάκην, οδός Μαιζώνος 7, Πειραιεύς.
Τηλ. 41-341.
Στην εσωτερική σελίδα του
εξωφύλλου προβάλλονται τα περιεχόμενα.
Σελ.
1. Αντί προλόγου διαβάζουμε μια εισαγωγή
για τα Ειδύλλια του Νίκου Χαντζάρα.
Τα
«Φτερά», φορτωμένα με την ιερή αποστολή,
να δώσουν μια συνέχεια στην πνευματική
παράδοση του Πειραιά, που γεννάει
λουλούδια, για να σκορπίσουν των αιώνια
ευωδιά τους στο υδροκέφαλο κέντρο –
Νιρβάνας, Βουτυράς, Μελάς – σαλεύουν
απάνω στην κορφή του εφεστίου ποιητή,
του Ν. Χαντζάρα, του Θεόκριτου του
Ελληνικού τραγουδιού. Ίσως να μη
προσφέρουμε κάτι το απόλυτα νέο. Αλλά
ο χρόνος δεν είναι απόλυτος δυνάστης
της τέχνης. Μπορεί κάποτε σε λησμονημένες
στήλες λησμονημένων σελίδων, να ήχησε
ξανά ο αυλός του Πειραιώτη Θεόκριτου.
Αυτό δε σημαίνει. Η ομορφιά έχει μέσα
της τα στοιχεία της αιωνιότητας. Ποτέ
δεν ξεπερνιέται η ανθρώπινη πνοή:
Ακολουθούν τα ποιήματα ΦΤΩΧΕΙΑ. ΧΑΡΕΣ
ΧΑΜΕΝΕΣ. ΔΑΚΡΥΑ.
ΦΤΩΧΕΙΑ
Οι ελιές
είχανε τιναχτή. Τ’ αμπέλια τρυγημένα.
Αμίλητοι
πηγαίνανε, τα γόνα τους κομμένα.
-
Μάννα, ξανοίγω αριά καρπό, τσαμάκια
έχουν αφίσει.
- Άσ’τα παιδί μου. Ο πιο
φτωχός θαρθή ναν τα ζητήση.
Στην
σελίδα 12 κάτω από το ποίημα «Η ΘΑΛΑΣΣΑ»
του Γιώργου Ν. Καλαματιανού το περιοδικό
σημειώνει (Ιούλιος 1943. Από τη συλλογή
που θα τυπωθή σε λίγον καιρό «Ρυθμοί
στο ματωμένο δρόμο». Αμέσως βλέπουμε
το έργο του ζωγράφου Κώστα Αλεξίου
(1914-1999) με θέμα ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ.
Σελίδα 13.
Το ποίημα του Γιώργου Μυλωνογιάννη
ΤΩΡΑ
Τώρα,
που σε βλέπω μέσ’ το βάθος
της ανάμνησής
μου και φαντάζει
όλο μου ο πάθος ένα
λάθος
κι’ άδικο το τόσο μου μαράζι,
Τώρα, που σε τύλιξαν οι θρύλοι
και
σε πήρε, φεύγοντας, η νειότη
με καιρό,
για να σε ξαναστείλει
δίχως την αγνότητα
την πρώτη,
Τώρα, που κι’ η πίκρα δεν
αφήνει
την φαρμακωμένη της πλημμύρα
κι’
ό,τι πριν με πότιζε ν’ οδύνη
έγινε
κλειστή για πάντα θύρα,
Τώρα σ’ αγαπώ,
καθώς ποτέ μου,
πεθαμμένη αγάπη μου,
χαμένη,
τώρα, που το άρωμά σου μένει,
σαν
του μαραμένου χρυσανθέμου…
Σελίδα
14. Τις «Άγονες Ώρες» ο Τάσος Παππάς
αφιερώνει «Στον φίλο μου Μηνά
Ματσάκη»
ΑΓΟΝΕΣ ΩΡΕΣ
Σταλάζει εντός
μου μυστικά
Της Κυριακής η πλήξη
Κάποια
παλιά θυμητικά
Το νου μου έχουν τυλίξει
Σφιχτά σαν χέρια
ερωτικά.
Οι φίλοι αργούνε πόσο
αργούν
Να βρουν τα βήματά τους
Γυμνά
τραγούδια που ριγούν
Σε μάταιους
περιπάτους
και στην καρδιά μας
οδηγούν.
Πώς πλήττει απόψε η
Κυριακή
Πάνω απ’ το πιάνο ως στέκει!
Τα
δάχτυλα, απελπιστική
Μια νοσταλγία
τα πλέκει
Σ’ άφωνη απόψε Μουσική.
Αν
ίσως πέθαινα ποιό αγνό
Τραγούδι θ’
απομείνει
Κι’ όλοι θα κλαίνε τότε,
ενώ
Απ’ την βαθειά του οδύνη
Θα
υψώνομαι στον ουρανό…
Μια έμμονη
σκέψη, μού κρατεί
την πέννα σαν
μαχαίρι
Ρίχνοντας στο άσπιλο χαρτί
-Δειλή
καρδιά που ασπαίρει,
Τ’ όνειρο του
άδοξου ποιητή.
ΚΑΣΤΕΛΛΑ του Βαγγέλη
Λάβδα.
Γαλήνη απλώνει η θάλασσα κι’
απανωτά τ’ αστέρια
εξωτικά στολίζουνε
την κόμη σου, Καστέλλα!
Πόση ηρεμία
τριγύρω σου, μα εντός μου πόση τρέλλα
με
κάνει αθέλητα σ’ εσέ τα δυο ν’ απλώσω
χέρια.
Σ’ εσένα και τα μάτια της
ρεμβαστικά η κοπέλλα
στυλώνοντας τα
φώτα σου προσβλέπει, ως αγιοκέρια
ψυχών,
πούρθαν ευλαβικά να σου δοθούν ακέρια,
σε
μια υπερούσια προσευχή, παρθένα μου
Καστέλλα!
Ώ! Εντός μου πόσο σ’ ένοιωσα
με τα δικά της μάτια
και πόσο στην
ανάσα μου σ’ αγάπησε κι’ εκείνη…
Ας
ήτανε να πίναμε τη θεία σου γαλήνη,
που
ρέει απαλά-απαλά σε φαρφουριά κανάτια,
του
κόρφου σου η αστείρευτη και κρυσταλλένια
βρύση
με τ’ αγιοκέρι της ζωής σιγά ν’
απαλοσβύση…
Σελίδα 15.
Η ΩΜΟΡΦΙΑ
ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ του Β. Παυλόπουλου
ΤΟΝ πόνο
σου τον έκαμα δικό μου και θρηνώ
την
ομορφιά, που έφυγε και πια δε θα
γυρίσει
χαμόγελο στα χείλη σου δεν
είναι πια ν’ ανθίσει
και, όσο πονείς,
πονώ…
Το λυγερό σου το κορμί με τ’
άνθια και τη δρόσο
που τόλεγα μαγιάπριλο
τριαντάφυλλο λευκό,
φύλλο το φύλλο
εμάδησε και πάει βιαστικό
και πονεμένο
τόσο…
Πώς η ψυχή μου μοίρεται, πώς
η καρδιά σπαράζει
κι’ απ’ τη δική σου
πλιότερο και, πώς με τυραννεί
το φετεινό
χινόπωρο και πέφτουν οι ουρανοί
σε
γήϊνο μαράζι…
Σελ. 18. ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
ΤΟΥ ΓΙΑΛΟΥΡΗ. «Αρχείο Γραμμάτων»
…
Τα χειρόγραφά μου…! Ήταν η τελευταία
λέξη που βγήκε με πολύ κόπο, με πάρα πολύ
προσπάθεια, απ’ τα άπνοα χείλη του
Αντώνη Γιαλούρη, σαν είχε αποκάμει πια
απ’ το χαροπάλεμα, την ύστατη ώρα της
λύτρωσης. Κι’ αυτή η λέξη που συνοδεύεται
από ένα τρεμοπαίξιμο του ματιού, του
ματιού πούθελε να δείξει κάποια γωνιά
της καμαρούλας του, όπου ορφάνευε κείνη
τη στιγμή ένας άψυχος κόσμος πλασμένος
με τον κρυφό του μόχθο, από άπειρες ζωές
– το ανέκδοτο έργο του – είναι καιρός
ν’ αντηχήσει πέρα ως πέρα, στον πνευματικό
μας ορίζοντα και να φέρει την γόνιμη
αναταραχή της.
Ο Γιαλούρης, ο σεμνός
αυτός Έλληνας, που έζησε τόσο διακριτικά
κι’ ασκήτεψε σαράντα τόσα χρόνια στο
ναό της Τέχνης, δεν είναι ο πρώτος που
φεύγει απ’ τον εφήμερο τούτον κόσμο με
τον ανείπωτο σπαραγμό της άγνωστης
μοίρας του ανέκδοτου έργου του. Έφυγαν
τόσοι και τόσοι άλλοι πνευματικοί μας
άνθρωποι, λογοτεχνικές και διανοητικές
γενικά προσωπικότητες με τον ίδιο
σπαραγμό. Τον σπαραγμό που γεννάει το
γεγονός, ότι καμιά οργανωμένη φροντίδα
δεν υπάρχει σ’ αυτόν τον βασανισμένο
τόπο για τα χαρτιά και τα χειρόγραφα
των διανοητών και των πνευματικών της
δημιουργών. Ότι αρχεία ολόκληρα, που θα
μπορούσαν νάχουν κάποιαν αξία για την
ιστορία του πνευματικού μας πολιτισμού
και ανέκδοτα έργα γραμμένα ποιος ξέρει
με πόσο αίμα, σκορπίστηκαν ύστερα απ’
τον θάνατό τους στους τέσσερις ανέμους.
Πήραν τον δρόμο για τα σκουπιδοχώρια ή
τα σακκουλάδικα. Έγιναν «μπαίγνιο» των
βεβήλων… Ποιός μίλησε ποτέ για το αρχείο
Λαπαθιώτη, του Άγρα, του Δρίβα – για να
μην αναφέρουμε άλλους παλιότερους –
για το αρχείο τόσων πνευματικών μας
ανθρώπων που πέθαναν στα χρόνια της
κατοχής, ακόμα και καλλιτεχνών ή διανοητών
μας; Ποιός νοιάστηκε ποτέ πόση αξία έχει
ένα σημείωμα ή ένα γράμμα απ’ το αρχείο
κάποιου ποιητή, ακόμα και νέου άγνωστου
ολότελα, που έζησε με τα χειρόγραφά του
κλεισμένα στο συρτάρι, ένα βιβλίο με
σημειώσεις εκτός απ’ το ανέκδοτο έργο
του, που δεν πρόφτασε να το βγάλει στο
φως - μια περίπτωση τόσο συχνή στον τόπο
μας όπου ο δημιουργός πρέπει νάναι και
πλούσιος για να μπορεί να τυπώνει τη
δουλειά του – να το δώκει στη
δημοσιότητα;
Κανένας! Για την ιστορία
του πνευματικού μας πολιτισμού, δε
βρέθηκαν ως την ώρα Βλαχογιάννηδες. Μα
ούτε και το σπουδαίο τούτο θέμα απασχόλησε
ποτέ κανένα πνευματικό μας σωματείο.
Όμως
νομίζουμε πως το ζήτημα δεν είναι ούτε
από τα ασήμαντα, ούτε απ’ τα δαπανηρά.
Μια διάθεση θάπρεπε για να αντιμετωπισθεί.
Και μια τέτοια προσπάθεια, προβάλλει
σα χρέος κάθε πνευματικού μας ανθρώπου
κι’ ιδιαίτερα της «Εταιρείας Ελλήνων
Λογοτεχνών». Πώς θα μπορούσε να λυθεί;
Με μια γωνιά στα υπόγεια, εν ανάγκη, της
Εθνικής Βιβλιοθήκης ή της Βιβλιοθήκης
της Βουλής ή κάποιου ανάλογου ιδρύματος
και με την εξεύρεση ενός μόνου ανθρώπου.
Ενός υπαλλήλου Αρχειοφύλακος. Έτσι θα
μπορούσε να δημιουργηθεί στον τόπο μας
ένα «Αρχείο Γραμμάτων», όπου θα
συγκεντρώνονταν τα χαρτιά και τα
χειρόγραφα των πνευματικών μας ανθρώπων,
θα ταξινομούντο και θα βρίσκονταν στη
διάθεση κάθε ερευνητή και μελετητή.
Αυτή η ιστορία που γινόταν μέχρι τώρα
και που
αποδείχνει – τούτο είναι το
αναταίριαστο – ότι οι ίδιοι οι πνευματικοί
μας άνθρωποι δεν δίνουν περισσότερη
αξία στα χαρτιά τους απ’ όση δίνει ο
αμύητος κόσμος, δεν πρέπει να συνεχιστεί.
Η τελευταία αγωνιώδικη κραυγή του
Γιαλούρη, πρέπει να βρει την απήχηση,
που πρέπει. Να ξεσηκώσει τον πνευματικό
μας κόσμο πάνω στο θέμα αυτό, που δεν
είναι μόνο δικό του, αλλά ολόκληρης της
Ελλάδας, που νοιάζεται για τον πολιτισμό
της. ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΕΒΑΝΤΑΣ
Σελ. 18. Η ΚΡΙΤΙΚΗ
ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ο Γρηγόρης Ξενόπουλος της
Ακαδημίας Αθηνών έγραψε λίγα λόγια για
το μυθιστόρημα του Ντυράν Αλεξανιάν «Ο
Πρίγκηπας» των εκδόσεων Μαυρίδης. [Αθήνα
1944, Μετάφραση Σάββα Αυγερινού, εξώφυλλο
Φάνη Σακελλαρίου, σελ. 190]
Ο Σάββας Γ.
Αυγερινός έκρινε τα ποιήματα του Νίκου
Στρατάκη «Λεύτεροι παλμοί». [Λεύτεροι
παλμοί. Ποιήματα. Εκδότης Αριστ. Ν.
Μαυρίδης. Αθήνα – 1944.
Νίκος Στρατάκης,
Επάνω Χωριό Ιεράπετρας 1888-1970. Ασχολήθηκε
με ποίηση, πεζογραφία, μελέτες και
δοκίμια. Έχω δει τα βιβλία του «Τραγούδια
του Στρατοκόπου» 1940, 80 σελίδες. Στα 1947
τυπώθηκε «Ο δρόμος των άστρων». Στα 1949
«Ποιηταί της Γαλλίας». Στα 1952 έβγαλε το
βιβλίο «Είπεν η ψυχή μου», σελ. 96. Τύπωσε
και άλλα. Στην βιβλιοθήκη μου είδα ότι
βρίσκεται το βιβλίο: Νίκου Στρατάκη.
Του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών. Η
παντοδύναμη Ιεράπυτνα. Έκδοσις Ενώσεως
των εν Αθήναις Ιεραπετριτών. Αθήναι
1964. Σελ. 40]
Ο Σάββας Αυγερινός έβγαλε
το βιβλίο: Σάββα Αυγερινού. Πολεμιστές
του Ιβάν. Εκδότης Αριστ. Ν. Μαυρίδης.
Αθήνα – 1946 (σχέδια Μιχάλη Νικολινάκου)]
Ο Παναγιώτης Τσουτάκος παρουσίασε τα
ποιήματα του Σωτήρη Σκίπη «Μέσ’ απ’
τα τείχη» των εκδόσεων Μαυρίδη που
κοσμείται με ξυλογραφίες του ζωγράφου
Σπύρου Βασιλείου.
Για το μυθιστόρημα
των 288 σελίδων «Τα Δένδρα» της Μαργαρίτας
Καραπάνου (ήταν 26 ετών) έγραψε ο Πέτρος
Μαρκάκης.
ΣΧΟΛΙΑ
-Το περιοδικό
Φτερά αναφέρεται ονομαστικά στο βιβλίο
του Γιάννη Χατζημανωλάκη, Χρονικό της
πειραϊκής πνευματικής ζωής 1835-1973, σελ.
154.
-Νίκος Χαντζάρας, 1884-2.6.1949. Ενδιαφέρον
αφιέρωμα βρίσκεται στο περιοδικό
Διαγώνιος, Ιανουάριος - Μάρτιος 1968,
τεύχος 13 με άρθρο του Τάσου Κόρφη σελ.
30-34 και επιλογή από τα Μικρά Ειδύλλια.
Στην συλλογή μου έχω τα Ειδύλλια (1931)
και τα Μικρά Ειδύλλια Στίχοι Νικ. Χαντζάρα
Μουσική Ιωσήφ Γκρέκα, έκδοση Μουσικών
Χρονικών (Παράρτημα τόμ. Στ΄). (χ. χ., σελ.
16).
-Βουτυράς Δημοσθένης. 1872-1958. Έχω
τα περισσότερα βιβλία του, από αυτές
τις πρώτες εκδόσεις του μού λείπουν
μάλλον τέσσερα.
-Φώτης Κόντογλου,
1895-1965.
-Αλκιβιάδης (Άλκης) Γιαννόπουλος
1896-1981 (Γιος του δημοσιογράφου Αγησίλαου
Γιαννόπουλου, ψευδώνυμο Ο Ηπειρώτης,
Πειραιάς 1852 - Αθήνα 1897 και της
Μαρίας-Ευρυδίκης Σπηλιάδη). Από την
Θεσσαλονίκη ήλθε στην Αθήνα το 1938,
εργαζόταν στην Τράπεζα της Ελλάδος και
μετατέθηκε στον Πειραιά (παραιτήθηκε
το 1953). Τον βλέπουμε στις ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ
ΗΜΕΡΕΣ, στα ΠΕΙΡΑΪΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ (1940, τεύχος
1, ΜΟΥΣΙΚΗ, κεφάλαιο από ανέκδοτο έως
τότε έργο του, σελ. 30-31, τεύχος 3, Η ΘΑΛΑΣΣΑ
διήγημα σελ. 5-8) στα ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΝΕΑ
(1943, φύλλο 10, Τα καράβια), ΤΕΧΝΗ και ΖΩΗ
(1944, φ. 4, 5-7, το διήγημα Ταξίδι στη Σελήνη),
ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (1944, τεύχος 4, διήγημα Η πόλη,
τεύχος 5 απάντησε στην ερώτηση «Πώς
γράφετε;). Έγραψε διηγήματα, πεζογραφήματα.
-Στέλιος Ξεφλούδας, 1902-27.11.1984. ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ (1943, φύλλα 5 και 6, Σημειώσεις),
ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (1944, τεύχος 2, διήγημα Περιπλάνηση
και απάντησε στην ερώτηση «Πώς γράφετε»).
-Γιάγκος Πιερίδης. Μέλος του πρώτου
συμβουλίου του Συνδέσμου Ελλήνων
Λογοτεχνών. ΤΕΧΝΗ και ΖΩΗ (1943, φύλλο 1,
το διήγημα Ηρακλής και φύλλο 2, όπου
παρουσιάζεται το βιβλίο του «Βελουδένιος
κούκος»), ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΚΥΡΙΑΚΗ (1943, φ. 7,
κριτική του βιβλίου του «Βελουδένιος
κούκος») Το ίδιο βιβλίο στα ΕΥΒΟΪΚΑ
ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 1944, φ. 28). ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
(1947, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Τα τελευταία
του χρόνια).
-Πάνος Σαμαράς. Τον
διαβάζουμε στα ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΝΕΑ (1943 με
δυο διηγήματα, το Με τι φθινόπωρο, φύλλο
17 και Ένα κορίτσι 18 χρονών, φύλλο 28),
στην ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΚΥΡΙΑΚΗ (1943, φύλλα 9 και
10, Μιλήματα), στο ΤΕΧΝΗ και ΖΩΗ (1944, φύλλο
3, Ένα τρίτο πρόσωπο), ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ
(1945, τεύχος 30/31, διήγημα Αγάπη στην
εργατιά).
-Γιώργος Ν. Καλαματιανός,
φιλόλογος, σύμφωνα με τον Γιάννη
Χατζημανωλάκη έγραψε στίχους, Τραγούδια
και μοιρολόγια, 1931 - Όνειρα και καημοί
1936 - Ρυθμοί 1955.
-Νίκος Στρατάκης,
1888-1970.
-Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Φουρνή
Λασιθίου 1898 - Καλλιθέα Αττικής 27.6.1977.
-Φίλιππος Κατσίπης, ο Μιχάλης Νικολινάκος
είχε σχεδιάσει το πρόσωπό του. Γνωστά
βιβλία του είναι, α) ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΚΑΤΣΙΠΗΣ.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΣΣΑΣ ΚΙ ΑΛΛΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΝΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΠΑΘΗΣ ΝΗΣΟΥ
ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ. ΑΘΗΝΑ. 1958. β) 1. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ. ΤΑ
ΣΤΕΦΑΝΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ. ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ. ΥΠΟ ΦΙΛ.
Ι. ΚΑΤΣΙΠΗ. ΜΑΥΡΙΔΗΣ. 1959. Τον είδαμε στα
ΜΑΘΗΤΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ (1943, τεύχος 13, Σβησμένες
φλόγες), στα ΠΑΛΑΜΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ (ο Γ.
Θωμόπουλος κρίνει στο τεύχος 1 τις
Σβησμένες φλόγες).
-Γ. Μ. Μυλωνογιάννης,
Χανιά 1909 - Δρομοκαΐτειο ψυχιατρείο
1954.
-Ντόρος-Ντορής. Άγνωστο σε μένα
λογοτεχνικό ψευδώνυμο. Όμως Ντορής-Ντόρος
είναι ο Θεόδωρος Θεοδωρίδης.
-Τάσος
Παππάς, 1921-1999. Διευθυντής του περιοδικού
(τεύχος 1) ΤΕΧΝΗ και ΖΩΗ μαζί με τον Άρη
Βενέτη, στα επόμενα διευθύνεται από
επιτροπή. Στο περιοδικό ΑΡΓΩ του Πειραιά
συμμετείχε με ένα ποίημα, τον βρήκα και
στο ΞΕΚΊΝΗΜΑ, 1944 του Μανώλη Ρούνη. Επίσης
στο ΟΔΥΣΣΕΑΣ του Πύργου Ηλείας.
-Μηνάς
Ε. Ματσάκης. Εκδότης του περιοδικού ΑΡΓΩ
(1942-1943). Αργότερα ψυχίατρος.
-Βαγγέλης
Λάβδας. Βαγγέλη Κ. Λάβδα βρήκα στο
περιοδικό ΤΑ ΝΙΑΤΑ της Ερμούπολης Σύρου
στα 1924.
-Ν. Πορτοκαλάκης
-Στάθης
Μπάτης, 1924-25.7.2012.
-Βαλσ. Παυλόπουλος
-Πέτρος
Χάρης, ο Ιωάννης Μαρμαριάδης, 1902-1998,
συγγραφέας, ακαδημαϊκός. Ο πατέρας του
καταγόταν από το Καμηλάρι της Μεσσαράς,
Ηράκλειο, Νότια Κρήτη.
Βασίλης
Λαμπρολέσβιος, 1908-1989.
-Παν. Παπαρρηγόπουλος,
1913-1985.
-Χρήστος Λεβάντας, 1904-1975. Τον
διαβάζουμε και στα ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΝΕΑ
(1943 με τρία διηγήματα)
-Γρηγόρης
Ξενόπουλος, 1867-1951.
-Σάββας Γ. Αυγερινός,
επιμελητής του περιοδικού ΠΟΡΕΙΑ στα
1945-1946.
-Παναγιώτης Τσουτάκος, δημοσιογράφος
και συγγραφέας, 1920-Ιούλιος 2011.
-Πέτρος
Μαρκάκης, έγραψε επίσης στα ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ
ΝΕΑ (1943, Το βυζαντινό λαϊκό θέατρο),
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΚΥΡΙΑΚΗ (επιστολή του στο
φύλλο 7 του 1943), ΤΕΧΝΗ και ΖΩΗ (τεύχος
5-7, 1944, παρουσίαση βιβλίου), Νέον Πνεύμα,
(1944, τρεις κριτικές).