Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Η ασφάλεια της πόλης με περιπολίες, ελέγχους και φύλαξη των δρόμων στα 1836 -1837.


Μικρό αφιέρωμα στα 180 χρόνια του Δήμου Πειραιά.   
Από το αρχείο της Φιλολογικής Στέγης.

 
                                                                                              Γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.


Το παρόν τμήμα της έρευνας αφορά στα μέτρα ασφαλείας στον Πειραιά του 1836. Μεταφέρω στην νεοελληνική ένα περιεκτικό κείμενο, απόλυτα κατατοπιστικό, γραμμένο τον 19ο αιώνα (αρχείο Γεωργίου Κρέμου, συλλογή Γιάννη Χατζημανωλάκη).
Ασφάλεια της πόλεως (περιπολίες). Οι πόλεις είναι ασφαλείς εφ’ όσον οι κάτοικοί τους, μισούν το έγκλημα και αγαπά ο ένας τον άλλον. Αυτό συμβαίνει συνήθως εκεί που η ενότητα της θρησκείας και η φυλετική συγγένεια συνδέουν τους συμπολίτες πάνω από κάθε τι άλλο, κάνοντάς τους να ζουν ηθικά. 
Στον Πειραιά υπήρχαν όλα αυτά την εποχή που ξανακτίστηκε.
Αλλά γρήγορα έπαψαν να υφίστανται γιατί ημέρα με την ημέρα άλλοι άνθρωποι, από διαφορετικά μέρη ερχόμενοι, με ξεχωριστούς χαρακτήρες και θρησκείες, εντελώς άγνωστοι μεταξύ τους ήλθαν μεν να συγκατοικήσουν χάριν συμφέροντος, αλλά      συναναστρέφονταν με φόβο. Για αυτό και η ασφάλεια της νεοσύστατης πόλης ημέρα με την ημέρα έπεφτε σε κίνδυνο και παρίστατο ανάγκη να διορισθούν φύλακες.
Στα 1835 αν και δεν υπήρχε κανένας φύλακας οι κάτοικοι ζούσαν σε τάξη και ησυχία.
Στις αρχές του 1836 ακόμα ζούσαν με τον ίδιο τρόπο «επειδή», όπως έγραφε ο δήμαρχος στις 14 Ιανουαρίου 1836 στον εισαγγελέα «όχι μόνο επαγρυπνούν δραστήρια οι υπάλληλοί μας, αλλά και εμείς οι ίδιο επιτηρούμε καθημερινά».
Μετά από λίγες όμως ημέρες, ήτοι στις 21 του ίδιου μήνα διατάχθηκε ο αστυνόμος από τον δήμαρχο να μην περιφέρεται την νύχτα μόνος του, αλλά μαζί με εθνοφύλακες που να οπλοφορούν. Επειδή φρουρούσαν την πόλη μέχρι τότε οκτώ [;] χωροφύλακες, από τους οποίους οι δύο διέμεναν πάντοτε στο Φάληρο κι ένας στον στρατώνα (οπλοστάσιο)∙ ένας εγγράμματος σαν γραμματοφορέας του ενωμοτάρχη στην Αθήνα∙ άλλος συνόδευε τους διαδίκους στην Επίδαυρο ή στον Πόρο οπότε μόνον ένας απέμενε να φυλάσσει την πόλη, ο αστυνόμος ζήτησε αντί του ενός που υπήρχε ακόμα δύο εθνοφύλακες, από τους οποίους ο ένας να περιπολεί από το Άλκιμο έως την Ζέα και ένας στο μνημείο του Καραϊσκάκη, για να επαγρυπνεί το λαθρεμπόριο των ψαράδων: ο δεύτερος την μεν ημέρα να επιτηρεί την καθαριότητα της πόλεως, καταγράφοντας και καταμηνύοντας τους παραβάτες, την δε νύχτα να διανυκτερεύει στον τόπο που έχει συσσωρευτεί η ξυλεία, όπου χρησιμοποιείται ως κρησφύγετο των φαύλων και των λωποδυτών∙ ο τρίτος να διαμένει στον σταθμό∙ Πρότεινε δε τον Γεώργιο Μανίτη και Βενετζιάνο Παυλάκο άνδρες τίμιους και αγωνιστές, που είχαν αιχμαλωτισθεί το 1827 στην πολιορκία της μονής του αγίου Σπυρίδωνος. Αλλά και πάλι η πόλη δεν είχε καλή φρούρηση. 
Στις 8 Μαΐου διέταξε ο αστυνόμος την οπλοφορία των εθνοφυλάκων και παράλληλα την αύξησή τους, διότι οι Βαυαροί στρατιώτες όχι μόνο ήταν δυσκίνητοι, αλλά και άχρηστοι λόγω της άγνοιας της ελληνικής γλώσσας. Αφύλακτο δε ένεκα τούτου έμενε και το κατάστημα της διαμετακομίσεως. Ακόμα δε πιο προσεκτική για την ασφάλεια του Πειραιά έγινε η κυβέρνηση.
Η ιεροσυλία όμως του ναού του αγίου Σπυρίδωνος και ο φόνος που διαπράχθηκε στην οδό που οδηγούσε από τον Πειραιά στην Αθήνα έγινε η αιτία, να διορθωθούν με περισσότερη επιμέλεια τα θέματα της φύλαξης της πόλης.
Το φρουραρχείο δηλαδή των Αθηνών δήλωσε στις 13 Ιουνίου 1836 προς το φρουραρχείο Πειραιώς ότι «από αύριο κάθε βράδυ θα αναχωρούν από την Αθήνα τέσσαρες περίπολοι ανά δύο ιππείς η κάθε μία για την ασφάλεια της οδού που οδηγεί στην πρωτεύουσα. Το φρουραρχείο Πειραιώς θα διατάξει περιπόλους στην πόλη του Πειραιώς από τις 10 η ώρα μ. μ. μέχρι τις 4 π. μ. και όλους εκτός των εμπόρων, όσους θα συνέβαινε να συναντήσουν χωρίς φανάρι και να έχουν ισχυρές αποδείξεις ότι είναι σε περίπατο ή να πηγαίνουν προς την Αθήνα πρέπει να τους εμποδίζουν και να τους κάνουν αναγνώριση». Αυτά έγραψε την ίδια ημέρα και προς τον δήμαρχο Πειραιώς. Με την πάροδο του χρόνου και μάλιστα με την αύξηση των κλοπών προς το τέλος του Οκτωβρίου, ο αστυνόμος συνιστούσε στην διοίκηση να διορισθεί μεν μία ακόμα ενωμοτία χωροφυλακής αντί των αχρήστων Βαυαρών στρατιωτών∙ να δοθεί δε η άδεια οπλοφορίας στους εθνοφύλακες∙ να χορηγηθούν διαμονητήρια έγγραφα στους ύποπτους και στους αγύρτες∙ ο δε υπολιμενάρχης να μην επιτρέπει σε κανένα από τους ναύτες να διαμένει στην πόλη πέραν της 11ης ώρας της νύχτας και ο φύλακας του υγειονομείου να οδηγεί τους καταπλέοντες επιβάτες στην αστυνομία∙ δύο δε χωροφύλακες που θα κατασκηνώνουν όλη την νύχτα κοντά στο άκρο της οδού του Πειραιώς «παρά την θέσιν των ανακτορίων» να μην επιτρέπουν σε κανένα μετά την 11η ώρα της νύχτας την είσοδο από την Αθήνα στον Πειραιά χωρίς να υπάρχει προέλεγχος: ούτε να μένει κάποιο αλιευτικό πλοιάριο σε κοντινή απόσταση έξω από το λιμάνι, αλλά να αράζει μέσα σε αυτό για την πρόληψη καταχρήσεων∙ η δε αστυνομία της Σαλαμίνος να μην επιτρέπει σε κανέναν την διάβαση μέσω του Περάματος προς τα εκεί και από την Σαλαμίνα προς το Πέραμα πριν παρουσιαστεί στην αστυνομία των Αμπελακίων∙ να δοθούν επίσης οι απαραίτητες οδηγίες για τα χαρτοπαίγνια και τέλος το κατάστημα της αστυνομίας να βρίσκεται σε κάποιο ισόγειο κτήριο της πόλης και όχι σε όροφο υψηλής κατοικίας. Πάνω σε όλα αυτά που προτάθηκαν εφιστούσε η διοίκηση την προσοχή της δημαρχίας την πρώτη και εντονότερα την 19 Νοεμβρίου 1836.
Φύλαξη των οδών.
Ήδη από τις 13 Ιουνίου 1836 εξ αιτίας του φόνου που συνέβη έγινε φροντίδα, να φυλάσσεται με περιπόλους ιππέων η μεταξύ Αθηνών και Πειραιώς οδός.
Την δε 5 Ιανουαρίου 1837 προσκαλέστηκε ο δήμαρχος σύμφωνα με το διάταγμα που εκδόθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 1836, να φυλάσσει όχι μόνο την οδό από τον Πειραιά στην Αθήνα, όπως είχε γίνει, αλλά και τον δρόμο που οδηγεί από τον Πειραιά και την Αθήνα προς την Ελευσίνα.
Στις δε 9 Μαΐου 1837 ειδοποιήθηκε ο δήμαρχος να ενημερώσει τους αγροφύλακες, ώστε μαζί τους να συνεργάζεται σε θέματα ασφαλείας η χωροφυλακή και «όσες φορές η περίπολος της χωροφυλακής συναντιέται με τους αγροφύλακες να δίνουν   στην περίπολο όσες πληροφορίες μπορεί να έχουν υπ’ όψη τους για τα διάφορα συμβάντα».

Σχόλια:
Ιεροσυλία του ναού Αγίου Σπυρίδωνος: Τον Ιούνιο του 1836 κάποιος πέταξε στην ανεγειρόμενη εκκλησία ένα ψόφιο [θνησιμαίο] ζώο το οποίο στις 10 του μήνα διατάχθηκε να απομακρύνει [να εκρίψη] ο ενωμοτάρχης.
Ο πρώτος φόνος στον Πειραιά: Ήταν του Αποστόλη Γ. Τριμάνη. Τα πράγματά του τα οποία καταγράφτηκαν και τοποθετήθηκαν σε 4 κιβώτια έστειλε στις 30.6.1836 ο δήμαρχος στον εισαγγελέα. Από πληροφορίες που βρήκα μάλλον τον σκότωσε ο Παναγιώτης Καλκανδής (ο πρώτος διορισμένος - στις 29.12.1835 - γραμματέας του δήμαρχου) με μαχαίρι. 

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Ασφάλεια (πόλεως) - Ασφάλεια της πόλεως (περιπόλησις)

Αι πόλεις είναι ασφαλείς εφ’ όσον οι κάτοικοι αυτών, μισούσι το έγκλημα και αγαπώσιν αλλήλους. Τούτο δε συμβαίνει συνήθως ένθα η ενότης της θρησκείας και η φυλετική συγγένεια συνδέουσι τους ομοπολίδας είπερ τι και άλλο, ηθικούς δήλα δη όντας. Εν Πειραιεί υπήρχον ταύτα πάντα κατά την ανάκτισιν αυτού.
Αλλά ταχέως ταύτα εξέλιπον διότι οσημέραι άλλοι άλλοθεν ορμώμενοι ετερότροποι και ετερόθρησκοι άνθρωποι πάντες άγνωστοι αλλήλοις συμφέροντος ένεκα συνωκίζοντο μεν, αλλ’ ου και αδεώς συνανεστρέφοντο. Εντεύθεν και η ασφάλεια της αρτιδόμου πόλεως οσημέραι εις κίνδυνον περιέπιπτεν και ανάγκη παρίστατο φυλάκων της πόλεως.
Τω 1835 και μηδενός φύλακος όντος εν ευταξία και ησυχία διήγον οι κάτοικοι.
Τω 1836 όμως αρχομένω ομοίως διήγον αλλά «διότι», ως έγραφεν ο δήμαρχος τη 14 Ιανουαρίου 1836 τω εισαγγελεί «ου μόνον οι υπάλληλοί μας επαγρυπνούσι δραστηρίως, αλλά και ημείς οι ίδιοι καθ’ εκάστην επιτηρούμεν».
Μετ’ ολίγας δ’ ημέρας, ήτοι τη 21 του αυτού μηνός, [εξητείτο] ο αστυνόμος [παρά τω δημάρχω] μη μόνον περιφέρηται την νύχτα αυτός ούτος, αλλά και οι μετ’ αυτού εθνοφύλακες οπλοφορώσιν. Επειδή δ’ εφρούρουν την πόλιν έως τότε οκτώ χωροφύλακες, εξ ων δύο διέτριβον πάντοτε εν Φαλήρω και είς εν τω στρατώνι (guανθία di casarma)∙ είς εγγραμματοφόρος ως γραμματοφόρος του ενωματάρχου εν Αθήναις∙ άλλος συνώδευεν διαδίκους εις τ’ Επίδαυρον και Πόρον και μόνον άρα είς υπελείπετο εις φύλαξιν της πόλεως, ο αστυνόμος ητήσατο προς τω ενί υπάρχοντι δύο έτι εθνοφύλακας, ων ο μεν να περιπολή από του Αλκίμου μέχρι της Ζέας και είς εις το μνημείον Καραϊσκάκη, ίνα επαγρυπνή το των αλιέων λαθρεμπόριον: ο δε την μεν ημέραν επιτηρή την της πόλεως καθαριότητα, καταγράφων και καταμηνύων τους παραβάτας, την δε νύκτα διανυκτερεύη εν τη επισεσωρευμένη ξυλεία τω κρυσφυγέτω των φαύλων και λωποδυτών∙ ο δε τρίτος διατελή εν τω σταθμώ. Συνέστησε δε τον Γεώργιον Μανίτην και Βενετζιάνον Παυλάκον άνδρας τιμίους και αγωνιστάς, αιχμαλωτισθέντας τω 1827 εν τη πολιορκία της μονής του αγίου Σπυρίδωνος. Αλλ’ ουχ ήττον αμελώς εφρουρείτο η πόλις.
Τη 8 Μαΐου εξητείτο ο αστυνόμος και αύθις την οπλοφορίαν των εθνοφυλάκων και αύξησιν αυτών, διότι οι Βαυαροί στρατιώται ου μόνον δυσκίνητοι ήσαν, αλλά και άχρηστοι διά την άγνοιαν της ελληνικής γλώσσης. Αφύλακτον δ’ ένεκα τούτου έμενε και το κατάστημα της διαμετακομίσεως. Έτι δ’ επιμελεστέρα της συνασφαλείας του Πειραιώς εγένετο η κυβέρνησις.
Η ιεροσυλία όμως του ναού του αγίου Σπυρίδωνος και ο φόνος ο διαπραχθείς εν τη εκ Πειραιώς εις Αθήνας αγούση αιτία εγένετο, ίνα επιμελέστερον τα της φυλακής της πόλεως διορισθώσιν.
Το φρουραρχείον δήλα δη Αθηνών τη 13 Ιουνίου 1836 εδήλωσε τη 13 Ιουνίου 1836 προς το φρουραρχείον Πειραιώς ότι «απ’ αύριον κάθε εσπέρας θέλουν αναχωρεί από Αθήνας τέσσαρες περίπολοι ανά δύο ιππείς εκάστη διά την ασφάλειαν της οδού την φέρουσαν εις την καθέδραν. Το φρουραρχείον Πειραιώς θέλει διατάξει περιπόλους εις την πόλιν Πειραιώς από τας 10 ώρας μ. μ. μέχρι των 4 π. μ. και όλους εκτός των εμπόρων, τους οποίους ήθελον τύχει χωρίς φανάριον και καλάς αποδείξεις να ήναι ή εις περίπατον ή να πηγαίνουν εις Αθήνας πρέπει να τους εμποδίζουν και να τους αναγνωρίζουν». Τα αυτά τη αυτή έγραψε και προς τον δήμαρχον Πειραιώς.
Οσημέραι δ’ αυξανομένων των κλοπών μάλιστα περί τον Οκτώβριον λήγοντα, ο αστυνόμος συνίστα τη δοικήσει να διορισθή μεν μία έτι ενωμοτία χωροφυλακής αντί των αχρήστων Βαυαρών στρατιωτών∙ δοθή δε η άδεια οπλοφορίας των εθνοφυλάκων∙ χορηγηθώσι δε διαμονητήρια έγγραφα τοις υπόπτοις και αγύρταις∙ ο δε υπολιμενάρχης μηδενί δ’ εκ των ναυτών επιτρέπη την διαμονήν εν τη πόλει πέραν της 11ης ώρας της νυκτός, τους δε καταπλέοντας επιβάτας οδηγή υπό φύλακα του υγειονομείου εις την αστυνομίαν∙ δύο δε χωροφύλακες κατασκηνούντες δι’ όλης της νυκτός παρά το άκρον της οδού του Πειραιώς «παρά την θέσιν των ανακτορίων» μηδενί [επιτρέπωσι] μετά την 11ην της νυκτός επιτρέπωσι την είσοδον εξ Αθηνών εις Πειραιά άνευ προεξελέγξεως: μηδέ δε αλιευτικόν πλοιάριον μένη εκτός του λιμένος πλησίον, αλλ’ εν αυτώ προς πρόληψιν καταχρήσεων∙ μηδενί δ’ η αστυνομία Σαλαμίνος επιτρέπη την διά του περάματος προς τα εκείσε και τα επί τάδε διάβασιν πριν αν παραστή εν τη εν Αμπελακίοις αστυνομία∙ δοθώσι δ’ αι προσήκουσαι οδηγίαι περί των χαρτοπαιγνίων και τέλος το κατάστημα της αστυνομίας κείται εν ισογείω τινί της πόλεως και μη εν υψηλή οικία. Επί πάντων δε των προτεινομένων τούτων εφίστα η διοίκησις την προσοχήν της δημαρχίας τη τε α΄ και εντονώτερον τη 19 Νοεμβρίου 1836.

Φύλαξις των οδών.

Ήδη από της 13 Ιουνίου 1836 διά τον επισυμβάντα φόνον φροντίς εγένετο, ίνα διά περιπόλων ιππέων φυλάττηται η μεταξύ Αθηνών και Πειραιώς οδός.
Τη δε 5 Ιανουαρίου 1837 προσεκλήθη ο δήμαρχος κατά το τη 1 Δεκεμβρίου 1836 εκδοθέν διάταγμα, ίνα φυλάττη ου μόνον την εκ Πειραιώς εις Αθήνας, ως εγένετο, αλλά και την εκ Πειραιώς και Αθηνών εις Ελευσίνα άγουσαν.
Τη δ’ 9 Μαΐου 1837 προσεκλήθη ο δήμαρχος ίνα σημειώση τους αγροφύλακας, όπως μετά τούτων συνεργή εις την ασφάλειαν η χωροφυλακή και «οσάκις η περίπολος της χωροφυλακής συναπαντάται με τους αγροφύλακας να δίδωσιν προς την περίπολον όσας ήθελον έχει πληροφορίας περί συμβάντων».

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό «Φιλολογική Στέγη Πειραιώς». Περίοδος Γ΄. Αρ. Φύλλου 1. Καλοκαίρι 2016. 
Σελ. 6 - 7. Εδώ με το πρωτότυπο κείμενο. 





Δευτέρα 20 Ιουνίου 2016

Τρία ιστορικά τεκμήρια για την Αγία Τριάδα Πειραιώς.


                                                                               Ερευνά και γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.


Με την ευκαιρία του φετινού εορτασμού του Αγίου Πνεύματος στις 20 Ιουνίου 2016 όπου εορτάζει και ο ναός της Αγίας Τριάδος Πειραιώς και των εξήντα χρόνων από την θεμελίωσή του, θα προσφέρω για ενημερωτική κι αισθητική απόλαυσή σας τρία μοναδικά ιστορικά τεκμήρια.  
Α)  Ένας απολογισμός εσόδων και εξόδων του ναού της Αγίας Τριάδος στα 1880.


Παραθέτω ένα αδημοσίευτο χειρόγραφο κείμενο από το αρχείο μου.
Είναι γραμμένο με μελάνι στην εμπρόσθια όψη κόλλας κιτρινισμένου χαρτιού διαστάσεων 30 (ύψος) Χ 20,5 (πλάτος) εκατοστών.  
Απολογισμός εσόδων και εξόδων του ναού της αγίας Τριάδος.
1880
[Αριστερή πλευρά]

Έσοδα
Εκ κηρού     δραχ. 7,807,55
Εκ δίσκων     5,813,15
Εκ κηδειών και μνημοσύνων     1,803,50
Από νεονύμφων     161,75
Από αφιερωμάτων     112
Από φιλεόρτων     100

--------------------------

15, 797,95

[Δεξιά πλευρά]

Έξοδα
Διά τον δεξιόν μουσικόν     2,400
Διά τον αριστερόν     1,080
Διά τους ιερείς     1,130
Διά τον διάκονον     1,440
Διά τους κανονάρχας     470
Διά τον νεωκόρον     900
Διά νεωκόρους γυναίκας     300
τω κηπουρώ     540
Τη χήρα Κ. Ρέϊνεκ     300
Τω πτωχοκομείω Αθηνών     900
Τω ορφανοτροφείω Ελένης Τζάνη    600
Διά διαφόρους βοηθ[ε]ίας πτωχών     444,45
Εξωτερική επισκευή του ναού     764
Επιχρύσωμα δεσποτικού και επιταφίου     200
Χρωματισμός τεμπλέου     100
4 φανάρια και 1 σταυρός      600
6 φανάρια επιταφίου.     133,80
Τάπης.     87,85
Βιβλία του ναού     59
Εις την εορτήν της αγίας Τριάδος     289,10
Εις την των Θεοφανίων εορτήν.     85,60
2 μανουάλια ορειχάλκινα     250
Έλαιον     276,80
Αγορά και χυτικά κηρού    1,093,05
Τω λογιστή     100
Μικρά έξοδα     158,65
----------------------------------
                       14,682,30
Περίσσευμα μέχρι τέλους Δεκεμβρίου 1880     1,115,65
----------------------------------
                      15,797,95

Β) Ένα άγνωστο στιγμιότυπο στην πλατεία Θεμιστοκλέους.

Η Αγία Τριάδα Πειραιώς όπως φαινόταν από την σημερινή οδό Μακράς Στοάς 3 ή 5, στο ύψος της Πλατείας Θεμιστοκλέους. Πλήθος Πειραιωτών παρακολουθεί παράσταση πάνω σε κάρο με άλογο, μάλλον τις σατιρικές ρίμες του Παναγιώτη Θεοδοσίου. 

Η φωτογραφία - μετράει σίγουρα έναν αιώνα ύπαρξης - που ανήκει στην συλλογή μου αν και χωρίς ενδεικτικό υπότιτλο είναι τραβηγμένη στον Πειραιά.
Δίνει την εντύπωση ότι είναι ξένη αφού τυπώθηκε σε γαλλικό χαρτί, που όπως συνηθιζόταν τότε είχε την ένδειξη στην πίσω όψη ταχυδρομικό δελτάριο (CARTE POSTALE), την υπόδειξη ότι όλες οι χώρες δεν δέχονται να καλύπτεται με γράμματα το περιθώριο, την διαίρεση σε δύο τμήματα, αριστερά για την αλληλογραφία (CORRESPONDANCE) και δεξιά για την διεύθυνση του παραλήπτη (ADRESSE). Στην άκρη με μικρά στοιχεία, Société J. JOUGLAParis.
[Οι πλάκες, το φωτογραφικό φιλμ και το χαρτί εκτύπωσης φωτογραφιών του Joseph Jougla (1847 - 1927) συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πιο γνωστά υλικά της εν λόγω τέχνης εκείνη την χρονική περίοδο. Η εταιρεία ιδρύθηκε στα 1882, στα 1911 συνεργάστηκε με τους αδελφούς Loumière με νέα επωνυμία μέχρι το 1927 κι έκλεισε στα 1966]
Ακόμα και ο τόπος που απεικονίζεται θα αναγνωριστεί με δυσκολία κι ας δίνονται κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία.
Βρισκόμαστε σε ταράτσα μιας χαμηλής οικοδομής στην σημερινή οδό Μακράς Στοάς, τότε Ομήρου, ίσως στους σημερινούς αριθμούς 3 ή 5, σε σημείο πίσω από το σημερινό ΝΑΤ. Το μέγαρο δεν είχε χτιστεί ακόμα και την θέση του καταλάμβανε η μεγάλη πλατεία Θεμιστοκλέους. Από εκεί, αν ζούσαμε την ίδια εποχή, θα μπορούσαμε να δούμε ανεμπόδιστα κάτω την οδό Ομήρου και αριστερά την συμβολή της με την οδό Μιαούλη (Εθνικής Αντιστάσεως) όπου περνάει ένα άλογο σέρνοντας το κάρο του. Το μεγάλο μακρόστενο κτήριο που γεμίζει με τον όγκο του το πάνω αριστερό τμήμα της εικόνας αποτελεί τον ναό της Αγίας Τριάδος. Είναι η πρώτη φορά που τουλάχιστον εγώ βλέπω αυτήν την πλευρά της παλαιάς εκκλησίας, εκείνη που στρέφεται λοξά προς την Μακράς Στοάς, αφού όλες οι φωτογραφίες που κυκλοφορούν δείχνουν την μπροστινή, δηλαδή της εισόδου και την όψη προς την λεωφόρο Αθηνάς (μετά τον θάνατό του Γεωργίου ονομάστηκε Βασιλέως Γεωργίου Α΄). Διακρίνονται τα τρία παράθυρα και τα αντίστοιχα του ισογείου με το άνοιγμα θύρας στην μέση.
Ψηλά δεξιά προβάλλει πίσω από τα δένδρα του Τινάνειου κήπου ο Άγιος Σπυρίδωνας κι αριστερά του αχνοφαίνονται τα κτήρια της οδού Φίλωνος.
Όμως η φωτογραφία είναι γεμάτη από ανθρώπινες μορφές συγκεντρωμένες γύρω από ένα κάρο να παρακολουθούν κάποια εκδήλωση, μια παράσταση ίσως.
Μεγέθυνσή της θα μας έδειχνε νεαρά κυρίως κι αντρικά πρόσωπα, όλα φορώντας τα σακάκια και τα καπέλα τους σύμφωνα με τον συρμό των χρόνων εκείνων.           
Στην πλατεία Θεμιστοκλέους μνημονεύονται να έχουν πραγματοποιηθεί εκτός από θρησκευτικές και πολιτικές, αρκετές θεατρικές εκδηλώσεις. Ήδη από την Γαλλική κατοχή στα 1856 είχε στηθεί θεατρικός χώρος όπου «εντός του σκηνώματος ιδρύθη παράπηγμα διά τους υποκριτάς» και θέσεις για τους μουσικούς. Θέατρο του Κ. Λάσκαρη αναφέρεται στα 1893. Επίσης στα πρώτα έτη του 20ού αιώνα οι Πειραιώτες απόλαυσαν κινηματογραφικές προβολές σε υπαίθριες κατασκευές στην πλατεία Θεμιστοκλέους μπροστά από το Ρολόι.
Στην ίδια πλατεία, ανοιχτές παραστάσεις λαϊκών θεάτρων σε σταθερούς και περιστασιακούς χώρους καταγράφει ο τύπος της εποχής πολλές, αλλά ακόμα και του μεταμφιεσμένου, που διακωμωδούσε τους πάντες με σατιρικά δίστιχα πάνω σε στολισμένο κάρο (ειδικά στις απόκριες), ηθοποιού - λαϊκού ποιητή - καλλιτέχνη επιγραφοποιού - εκδότη του ΜΙΚΡΟΥ ΡΩΜΗΟΥ Παναγιώτη Θεοδοσίου (γ. 1863), που πέθανε στις 24.7.1917. Αν και κυκλοφορούσε στου Ψυρρή, στην Πλάκα και στα Πετράλωνα όπου και διέμενε (οδός Θεσσαλονίκης), ο Θεοδοσίου πριν πεθάνει φαίνεται να είχε επαγγελματικές σχέσεις με τον Πειραιά. Έτσι στον τότε Μικρό Ρωμηό υπάρχουν αναφορές για την πόλη μας.

Γ) Έχω στην συλλογή μου το έγγραφο που προσκαλεί τους επισήμους στην θεμελίωση του νέου, μετά τους βομβαρδισμούς, ναού της Αγίας Τριάδος την Κυριακή 17 Ιουνίου 1956:


ΠΑΜΠΕΙΡΑΪΚΗ ΕΝΩΣΙΣ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΩΣ
ΙΕΡΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΝΑΟΥ
ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τσαμαδού 5 –  ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ –
 
Εν Πειραιεί τη 12.6.1956

Αξιότιμον Κύριον
Δρακούλην Μαντούβαλον
Πρόεδρον Ιατρ. Συλλόγου Πειραιώς

ΕΝΤΑΥΘΑ.

"Αξιότιμε Κύριε"
Προκειμένου την προσεχή Κυριακήν 17ην τρέ-
χοντος ε.έ. και ώραν ενδεκάτην π.μ. να λάβη χώραν η θεμελίω-
σις του καταστραφέντος εκ του βομβαρδισμού της πόλεως,
Μητροπολιτικού Ναού της Αγίας Τριάδος Πειραιώς, χοροστατούν-
τος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών "Κυρ.Κυρ."
ΔΩΡΟΘΕΟΥ. –
Παρακαλούμεν Υμάς όπως ευαρεστούμενοι προ-
σέλθητε και παρευρεθήτε εν τη επισήμω τελετή ταύτη, ήτις
αποτελεί ένα γεγονός υψίστης Θρησκευτικής, Πατριωτικής
και Κοινωνικής σημασίας διά την Πόλιν μας, πεποιθότες ότι
θέλετε συνεπικουρήσει το ιερόν ημών έργον συμβάλλοντες εις
την ολοκλήρωσίν του. –

Μετά της προσηκούσης Τιμής
               Ο                                                  Ο
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ         ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΚΚΛ. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

     ΜΙΛΤ. ΠΟΥΡΗΣ                               ΑΛΕΞ. ΨΥΧΟΓΥΙΟΣ
                                                       Πρωτοπρεσβύτερος




 



Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

Οι πρώτες διατάξεις για τις οικοδομές κατοικιών στον Πειραιά.


                                                                               Ερευνά και γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.

Συνεχίζουμε να αναφερόμαστε σε παλαιά, ανέκδοτα κείμενα ανακαλύπτοντας μέσα τους πολύτιμες πληροφορίες για την πόλη που μόλις άρχιζε να χτίζεται μετά το 1835 -στην παραλία του μεγάλου λιμένα. 
*Οικίες. Όταν ο Πειραιάς ορίστηκε ένας από τους δήμους, ούτε πολίχνη ούτε χωριό ήταν αυτός, αλλά μια απέραντη έρημος γεμάτη αρχαιότητες, που υπήρξαν αλάνθαστο τεκμήριο της κάποτε εδώ μεγάλης πόλης και της ακμής της. Το 1835 ήταν ένα και μόνο ταπεινό άσχημο μικρό οίκημα που το έλεγαν τελωνείο, όπου κατοικούσε ένας πενιχρός Οθωμανός τελώνης που εισέπραττε τα λίγα τέλη των ολίγιστων εμπορευμάτων των Αθηνών επιδεικνύοντας προς τους ερχόμενους με τα πλοία μια κομπορρημοσύνη δυσανάλογη προς την ταπεινή του θέση.        
Ήταν δε ίσως το ίδιο, το όποιο και μόνο είδε στα 1674 ο περιηγητής Ιάκωβος Σπόνιση. Παράλληλα δε με την ανακήρυξη του Πειραιά ως δήμου, συνέτρεξαν από παντού Έλληνες και από τις υπόδουλες και από τις ελεύθερες επαρχίες κυρίως από την Χίο και την Ύδρα. Από δε το 1835 άρχισε να σχηματίζεται ο συνοικισμός, για τον οποίο θα ειπωθούν περισσότερα. Μαζί με τον συνοικισμό προχωρούσαν, όπως ήταν φανερό, και οι οικοδομές των οικιών. Μέσα στο διάταγμα της 6 Μαρτίου 1833 παρουσιάζονταν τα καθήκοντα των πολιτών που έχτιζαν σπίτια, εκείνα των αρμοδίων αρχών και οι ποινές των παρανομούντων ειδικά δε στην διατήρηση του σχεδίου της πόλης.
Αλλά, ως ήταν φυσικό, οι παρανομίες άρχισαν αμέσως από τον πρώτο καιρό ∙ για αυτό στις 11 Μαρτίου 1836 ο έπαρχος με την εισήγηση του αρχιτέκτονα προσκάλεσε τον δήμαρχο, να επιτηρεί την εφαρμογή του σχεδίου της πόλης καθ’ όσον όχι λίγοι, μεταξύ των οποίων και κάποιος Μπουκουράκης οικοδομούσαν χωρίς άδεια, και να παρέχει βοήθεια στις ενέργειες του αρχιτέκτονα.             
Ο ίδιος στις 11 Μαΐου στέλνοντας αναφορά του αρχιτέκτονα Λυδέρου, απαιτούσε από τον δήμαρχο σε 48 ώρες να διευκρινίσει τις διατάξεις που αποβλέπουν στις    κατηγορίες των προς οικοδομή οικιών.   
Στις δε 2 Μαρτίου έστειλε ο έπαρχος στον δήμαρχο το εκδοθέν διάταγμα της 25 Φεβρουαρίου που επέβαλλε σε κάθε πολίτη 5 δραχμές για την έκδοση οικοδομικής άδειας, το οποίο στις 17 Μαρτίου κοινοποίησε προς τους κατοίκους, με σκοπό αυτός ο φόρος να χρησιμεύσει στο φύτεμα των δένδρων και στην κατασκευή των δρόμων.      
*Αρχιτεκτονική οικιών. Τα εκδοθέντα δύο διατάγματα της 2 Δεκεμβρίου 1834 και της 3 Απριλίου 1835 προσδιόριζαν ότι και αυτός που σκόπευε να οικοδομήσει στο μέλλον όφειλε να αιτείται την άδεια από τον δήμαρχο και να διατηρεί το σχέδιο του αρχιτέκτονα και την ευθυγραμμία και την ρυμοτομία της πόλης.
Αλλά όπως όλα τα διατάγματα και τους νόμους όχι σπάνια τα παρέβαιναν εκείνοι που έκτιζαν: για αυτό άλλη φορά αλλά και στις 25 Ιανουαρίου 1838 ο αρχιτέκτονας Λαυρέντιος κατήγγειλε μερικούς από τους ιδιοκτήτες ότι άνοιγαν πόρτες και παράθυρα πλαγίως προς τα ξένα οικόπεδα και τις οικίες, μεταξύ των οποίων και ο Τζήμος Αντωνίου και ο Καλαματιανός που έχτιζε οικία κοντά στο τέλμα.
Στις 25 Οκτωβρίου προσκάλεσε η διοίκηση κατά διαταγή της επί των εσωτερικών γραμματείας, ώστε
 α ΄) να σχηματίσει επιτροπή επί των οικοδομών κατά το διάταγμα της 2 Δεκεμβρίου του 1834, να δημοσιεύσει την σύστασή της, της οποίας μέλη να είναι ο αστυνόμος, ο αρχιτέκτων Πειραιώς και δύο ή τρία άλλα που θα διορισθούν ∙
β ΄) τα έργα της επιτροπής να είναι: να μην επιτρέπεται σε κανένα η οικοδομή χωρίς ύπαρξη επικυρωμένου σχεδίου ∙ των δε παραβατών να κατεδαφίζονται τα οικοδομήματα ∙ να έχει κάθε οικία μέτωπο τουλάχιστον οκτώ αττικούς ή 6 βασιλικούς πήχεις ∙ να κατασκευάζονται όλες οι οικίες «στερεώς εκ λίθων» ∙ ξυλότοιχοι επιτρέπεται να κτίζονται μόνο σε οικοδομές περιβόλων, ιπποστασίων και των παρεμφερών κατασκευών στις αυλές των οικιών.
Στις 8 Οκτωβρίου 1838 πρότεινε ο δήμαρχος ως μέλη τον Εμμανουήλ Δυκτάκη, τον Κωνσταντίνο Σκυλίτζη και τον Βασίλειο Αργαστηριάρη, τον αστυνόμο και τον   αρχιτέκτονα του Πειραιώς, οι οποίοι εγκρίθηκαν από την διοίκηση.


TA KEIMENA
*Οικίαι. Ότε ο Πειραιεύς ωρίσθη είς εκ των δήμων, ούτε πολίχνη ούτε κώμη ην αυτός, αλλά έρημος ευρεία πλήρης αρχαιοτήτων, αλάνθαστον ουσών τεκμήριον της πότε ενταύθα μεγάλης πόλεως και ακμής αυτής. Τω 1835 έν και μόνον ταπεινόν ακαλλές οικημάτιον ην τελωνείον καλούμενον, εν ω κατώκει πενιχρός τις Οθωμανός τελώνης εισπράττων τα ολίγα ολιγίστων εμπορευμάτων των Αθηνών τέλη δυσανάλογον προς την αυτού ταπεινότητα κόμπον τοις καταπλέουσιν επιδεικνύμενος.
Ην δε αυτό εκείνο ίσως, όπερ και μόνον τω 1674 είδεν ο περιηγητής Ιάκωβος Σπόνιση. Άμα δε τη ανακηρύξει του Πειραιώς ως δήμου, πανταχόθεν συνέδραμον Έλληνες εκ τε των δούλων και ελευθέρων επαρχιών μάλιστα δ’ εκ Χίου και Ύδρας. Από δε του 1835 ήρξατο ο συνοικισμός, περί ου πλείω είρηται. Συν τω συνοικισμώ δε προύβενον, ως δήλον, και αι οικοδομαί οικιών.
Εν τω τη 6 Μαρτίου 1833 διατάγματι διεγράφοντο τα καθήκοντα των οικοδομούντων οικίας πολιτών, τα των αρμοδίων αρχών και αι ποιναί των παρανομούντων μάλιστα δε εις την διατήρησιν του της πόλεως σχέδιον. Αλλ’, ως εικός, ευθύς εν αρχή ήρξαντο αι παρανομίαι ∙ διό τη 11 Μαρτίου 1836 ο έπαρχος τη εισηγήσει του αρχιτέκτονος προσεκάλεσε τον δήμαρχον, ίνα επιτηρή την του σχεδίου της πόλεως εφαρμογήν καθ’ όσον ουκ ολίγοι, εν οις και Μπουκουράκης τις ωκοδόμουν άνευ αδείας, και παρέχη αρωγήν τω αρχιτέκτονι.
Τη δ’ 11 Μαΐου ο αυτός πέμπων αναφοράν του αρχιτέκτονος Λυδέρου, απήτει παρά του δημάρχου εν 48 ώραις επιστείλη περί των εν αυτή όσον αποβλέπει εις την οικοδομήν των οικιών κατηγοριών.
Τη δε 2 Μαρτίου 1836 έπεμψεν ο έπαρχος τω δημάρχω τω τη 25 Φεβρουαρίου εκδοθέν διάταγμα το επιβάλλον εκάστω πολίτη 5 δραχ. διά οικοδομής άδειαν, όπερ τη 17 Μαρτίου εκοινοποίησε προς τους κατοίκους, ίνα ο φόρος ούτος χρησιμεύση εις δενδροφυτείαν και κατασκευήν οδών.      
*Αρχιτεκτονία οικιών. Τα τη 2 Δεκεμβρίου1834 και 3 Απριλίου 1835 εκδοθέντα δύο διατάγματα προσδιώριζον ότι και ο μέλλων να οικοδομή ώφειλε να αιτήται [;] την άδειαν παρά του δημάρχου και διατηρή το σχέδιον του αρχιτέκτονος και την ευθυγραμμίαν και ρυμοτομίαν της πόλεως. Αλλ’ όπως πάντα τα διατάγματα και τους νόμους ουχί σπανίως παρέβανον οι κτίζοντες: διό άλλοτε και τη 25 Ιανουαρίου 1838 ο αρχιτέκτων Λαυρέντιος κατήγγειλέ τινας των ιδιοκτητών ότι ήνοιγον θύρας και παράθυρα πλαγίως προς αλλότρια οικόπεδα και οικίας, εν οις και ο Τζήμος Αντωνίου και ο παρά το τέλμα οικίαν οικοδομών Καλαματιανός.
Τη δε 5 Οκτωβρίου προσεκάλεσεν η διοίκησις κατά διαταγήν της επί των εσωτερικών γραμματείας, ίνα α΄ σχηματίση επιτροπήν επί των οικοδομών κατά το διάταγμα του 1834 (Δεκεμβρίου 2), δημοσιεύση την σύστασιν αυτής, ης μέλη έσονται ο αστυνόμος, ο αρχιτέκτων Πειραιώς και δύο ή τρία άλλα διορισθησόμενα ∙ β΄ της επιτροπής δ’ έργα: μηδέν να επιτρέπηται η οικοδομή άνευ επικεκυρωμένου σχεδίου ∙ των δε παραβατών να κατεδαφίζωνται τα οικοδομήματα ∙ να έχη εκάστη οικία μέτωπον τουλαχιστον οκτώ αττικούς ή 6 βασιλικούς πήχεις ∙ να κατασκευάζωνται όλαι αι οικίαι στερεώς εκ λίθων ∙ επιτρέπεται οι ξυλότοιχοι εν οικοδομαίς περιβόλων, ιπποστασίων και των τοιούτων εν ταις αυλαίς των οικιών.
Τη δε 8 Οκτωβρίου 1838 προύτεινεν ο δήμαρχος ως μέλη τον Εμμανουήλ Δυκτάκην, Κωνσταντίνον Σκυλίτζην και Βασίλειον Αργαστηριάρην, ο αστυνόμος και ο αρχιτέκτων Πειραιώς, οίτινες ενεκρίθησαν υπό της διοικήσεως.


ΣΧΟΛΙΑ
Jacob Spon, στα γαλλικά Jacques Spon (1647 - 1685) γιατρός και αρχαιολόγος, μελετητής των ελληνικών μνημείων. Με το διώξιμο των Ουγενότων (Καλβινιστών) από την Γαλλία σε εφαρμογή του Édit de Fontainebleau, που υπογράφηκε στις 18.10.1685, προτίμησε να φύγει προς την Ζυρίχη, στην διαδρομή τον λήστεψαν, έχασε τα χρήματα και τις πολύτιμες αποσκευές του, προσεβλήθη από φυματίωση και πέθανε 38 ετών στο Vevey της Ελβετίας, στις 25.12.1685.
Λύδερος και Λαυρέντιος. Γερμανοί αρχιτέκτονες με εξελληνισμένα ονόματα (Lider, Lorenzen).
Ε. Δυκτάκης, Β. Αργαστηριάρης, Κ. Σκυλίτσης. Οι εκλεγμένοι από τους κατοίκους δημοτικοί σύμβουλοι (οι δύο πρώτοι) με δήμαρχο τον Κυριάκο Σερφιώτη και ο πάρεδρος Κ. Σκυλίτζης αναφέρονται να συμμετέχουν σε πολλές επιτροπές την εποχή του διορισμού τους.


Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα ΠΟΛΙΣ - Ζω στον Πειραιά. Φύλλο 2. Ιούνιος 2016, σελ. 8. Εδώ ελάχιστα συμπληρωμένο στα σχόλια και με τα αυθεντικά κείμενα.