Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

Με αφορμή μιά διαμαρτυρία στην Επιτροπή Στεγάσεως.

Λίγο μετά τον βομβαρδισμό της 11ης Ιανουαρίου 1944.


                                                                                     Γράφει ο Δημήτρης Κρασονικολάκης.


Ο συλλέκτης - ερευνητής, κάθε φορά που αποκτά ένα έγγραφο, κάποιο κιτρινισμένο πρόγραμμα, εισιτήριο θεάτρου ή εκδήλωσης, ένα απόκομμα αγγελίας ή διαφήμισης, μία παλιά πρόσκληση ή απόδειξη, δηλαδή οποιοδήποτε έντυπο - τεκμήριο της μικροϊστορίας του τόπου του, έχει το προνόμιο να απολαμβάνει πρώτος το περιεχόμενό του, να δέχεται τις πληροφορίες του, να προσμετρά την αξία του.
Όταν μάλιστα διαθέτει και την ανάλογη ευαισθησία, μπορεί εύκολα να συγκινηθεί, να αναπολήσει, να κάνει συνειρμούς και να γίνει κοινωνός του μηνύματός του.       
Ύστερα φροντίζει να το ταξινομήσει, να το φυλάξει σε κάποιο φάκελο ή display book. Αν μάλιστα το επιθυμεί, έχει μπροστά του όλο τον χρόνο να περιμένει μέχρι να βρει την στιγμή που θα το χρησιμοποιήσει κατάλληλα, να το δημοσιοποιήσει.

Κατόρθωσα στα πολλά χρόνια της αναζήτησης πειραϊκών βιβλίων, δελταρίων και άλλων τεκμηρίων να νιώσω πολλές στιγμές έντασης και ικανοποίησης.
Νομίζω λοιπόν ότι είναι ώρα να διαβάσετε κι εσείς ένα από τα «αγαπημένα» κομμάτια της ιδιωτικής συλλογής μου. Ως πρωτοπαρουσίαση, ανήκει κι αυτό στο άρθρο μου με τίτλο «Πέντε πειραϊκά κατοχικά έγγραφα» που ενέταξα στο περιοδικό ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ, τριμηνιαία έκδοση του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά», τεύχος 25, Οκτ. - Νοέ. - Δεκ. 2008, σ. 14 - 15.
Ελπίζω να σας καταπλήξει - όπως κι εμένα - η εξέλιξη της έρευνάς μου.. 


Α Ι Τ Η Σ Ι Σ
Αγγελικής Ιωάν. Ηλιοπούλου
κατοίκου Αθηνών
οδός Αγίας Ζώνης 42
Εν Αθήναις τη 26/1/1944
ΠΡΟΣ
ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΝ ΣΤΕΓΑΣΕΩΣ
Ε Ν Τ Α Υ Θ Α

Τυγχάνω μισθώτρια του κάτω ορόφου της
ενταύθα και επί της οδού Αγίας Ζώνης αριθ. 42
οικίας του εις το Εξωτερικόν απουσιάζοντος Ξα-
βερίου Στέλλα, αποτελουμένου εκ δύο δωματίων και
μιάς απόθήκης, εξ ων δωματίων το έν χρησιμοποιεί
ο ιδιοκτήτης μου έχων εναποθηκεύσει εν αυτώ τα
έπιπλά του. Κατά συνέπειαν ο μοναδικός χώρος ον
κατέχω εν τη μισθίω ταύτη οικία, είναι έν μι-
κρόν δωμάτιον και ο διάδρομος-χωλλ.
Την μεθεπομένην του βομβαρδισμού του
Πειραιώς, δύο αστυφύλακες της Αστυνομικής περιο-
χής Πειραιώς εγκατέστησαν αυθαιρέτως, παρά τας
διαμαρτυρίας μου εις τον διάδρομον-χωλλ της οι-
κίας μου ταύτης οκτώ (8) συγγενικά των, ως μοι
είπον, άτομα, ων τα ονόματα ούτε γνωρίζω, ούτε
ηδυνήθην να μάθω, και άνευ ουδεμιάς άλλης δια-
τυπώσεως ή διαταγής εγγράφου ή προφορικής του
οικείου Αστυνομικού Τμήματος ή άλλης τινός
αρχής ή Επιτροπής και προ παντός χωρίς ταύτα
να είναι βομβόπληκτα, ώστε νομίμως να δικαιούν-
ται στεγάσεως.-
Έκτοτε και μέχρι σήμερον όχι μό-
νον δεν εμερίμνησαν να εξεύρωσι κατάλληλον οί-
κημα ή να μοι προσκομίσωσι σχετικήν διαταγήν,
αλλά παρά πάσαν έννοιαν φιλοξενίας η συμπεριφο-
ρά των και ο τρόπος διαβιώσεώς των, είναι κάθε
άλλο παρά η πρέπουσα, καθόσον χρησιμοποιούν
τα έπιπλά μου και σκεύη μου, ως και τα έπιπλα άτινα
μοι έχει εμπιστευθή ο κ. Στέλλας θραύσαντες μά-
λιστα το ψυγείον του. Εις παρατήρησίν μου
απεπειράθησαν να με κτυπήσουν.
Επίσης υπό την απειλήν κακοποιή-
σεως μοι αφήρεσαν τας κλείδας της οικίας μου
και είμαι αναγκασμένη όταν έρχομαι εκ της εργα-
σίας μου να αναμένω προ της θύρας της οικίας μου
την έλευσίν των δια να εισέλθω.-
Επειδή Κύριε Πρόεδρε, τυγχάνω υπερήλιξ, ασθενής,
άπορος και άνευ κύκλου στενών συγγενών η διαβίωσίς
μου μετά των ατόμων τούτων είναι αδύνατος, παρακαλώ
όπως διατάξητε την εκκένωσιν της οικίας μου ταύ-
της, δοθέντος μάλιστα ότι εν ουδεμία περιπτώσει εί-
ναι δυνατόν να δικαιωθώσι στεγάσεως.-

Μετά του προσήκοντος σεβασμού


Η οδός Αγίας Ζώνης βρίσκεται στην Κυψέλη. Πήρε την ονομασία της από τον ομώνυμο ναό. Ο αριθμός 42 είναι πολύ κοντά του, μεταξύ των οδών Κύπρου και Καλλιφρονά. Σήμερα είναι πολυκατοικία την οποία επισκέφτηκα και φωτογράφισα στις 1 Δεκεμβρίου 2014 αφού πρώτα συναντήθηκα στην Αγίου Μελετίου με δύο ευγενικές κυρίες, κόρες του Ξαβερίου Στέλλα, του τότε ιδιοκτήτη που απουσίαζε στο εξωτερικό.

Το ισόγειο τμήμα της σημερινής πολυκατοικίας στην Αγίας Ζώνης που κάποτε στον χώρο της υπήρξε η οικία του Ξαβερίου Στέλλα - εγγονού.

Με βεβαίωσαν ότι θυμόντουσαν την κυρία «Κική» αλλά δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν το γεγονός που αναφέρει το έγγραφο ώστε να δώσουν περισσότερες πληροφορίες επειδή οι ίδιες βρίσκονταν την εποχή εκείνη στην Βόρειο Ιταλία και επέστρεψαν μεταπολεμικά.
Το ευχάριστο είναι ότι ο παππούς του πατέρα τους ήταν πράγματι ο Ξαβέριος Στέλλα που έδωσε τ’ όνομά του στην πειραιώτικη Ακτή Ξεβερίου ή Ξαβέρη.
Έτσι χάρις στο παραπάνω έγγραφο πέφτουμε σε απίθανες συμπτώσεις, να μαθαίνουμε ότι λίγο μετά τον μεγάλο βομβαρδισμό στον Πειραιά έγινε επίταξη από Πειραιώτες σε σπίτι της Κυψέλης, το οποίο έτυχε να ανήκε σε απόγονο ενός επίσης παλιού επώνυμου ιδιοκτήτη γης και οικίας, που βρισκόταν σε ορισμένο σημείο του λιμανιού του Πειραιά !!!

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ.

Κώστα Η. Μπίρη. Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών, Β΄ έκδοσις 2005 - ψηφιακή ανατύπωσις, σελ. 76. Η πρώτη έκδοση έγινε στα 1971.
Ξαβερίου Ακτή. Ονομασία της προς τον Κωφόν λιμένα ακτής του Αλκίμου, προκύψασα κατά τους χρόνους του Γεωργίου Α΄ εκ του ονόματος του εκεί εγκατεστημένου ναυπηγού καϊκιών Ξαβερίου Στέλλα, ιταλικής καταγωγής.


Γιάννη Καιροφύλλα. Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων.1995, σελ. 154.
Ξαβερίου ακτή. Η ακτή του Αλκίμου προς τον Κωφό λιμένα του Πειραιώς. Πήρε το όνομα από το εκεί ναυπηγείο καϊκιών του ιταλού ναυπηγού Ξαβερίου Στέλλα. Στην περιοχή Ξαβερίου υπήρχε Ψαρόσκαλα  στην οποία έπιαναν τα καΐκια απ’ τις διάφορες περιοχές για να ξεφορτώσουν εμπορεύματα, όπως κανάτια απ’ την Αίγινα, κρεμμύδια απ’ τα Βάτικα, κρασιά απ’ τη Σαντορίνη και την Πάρο. Κατά τον Παύλο Τσαρόπουλο, συγγραφέα του βιβλίου «Πειραϊκές εικόνες», τα βράδια σε κάτι μικροκαφενεία σύχναζαν οι καϊκτσήδες και διάφοροι εργάτες και μια λατέρνα έλεγε τα παλιά χρόνια ξεχασμένα σήμερα λαϊκά τραγούδια. Στου Ξαβερίου σύχναζαν και λογής λογής τύπου πρεζάκηδες, απόκληροι της ζωής και γι’ αυτό ήταν επικίνδυνο τα βράδια να πλησιάσει κανείς σ’ αυτά τα μέρη.


Πράγματι τις πληροφορίες αντλεί ο Καιροφύλλας από το βιβλίο του Τσαρόπουλου που κυκλοφόρησε στα 1982, σελ. 66 - 67:
Καρβουνιάρικα! Η γνωστή περιοχή Ξαβερίου, με την Ψαρόσκαλα, που σ’ αυτήν έφταναν εκατοντάδες καΐκια, απ’ τα γύρω ή τα μακρινά νησιά μας, ξεφορτώνωντας λογής - λογής εμπορεύματα και πραμμάτιες: κάρβουνα, χαρούπια, κρεμμύδια απ’ τα Βάτικα, κανάτια απ’ την Αίγινα, και κρασιά μυρουδάτα απ’ τη Σάμο, Πάρο Σαντορίνη και Κεφαλονιά, που οι αγοραστές τάπαιρναν μέσα από αυτά μεσοτιμής σε γαλόνια και κανάτες.
Τα βράδια, στα μέρη αυτά, και σε κάτι μικροκαφενεία, που σύχναζαν οι καϊκτσήδες και διάφοροι εργάτες, μιά λατέρνα σκόρπιζε συγκεχυμένες νότες από ένα παλιό ξεχασμένο λαϊκό τραγούδι, που σ’ αυτό έλεγε το παράπονό του ένας φαμελιάρης:
...Φεύγεις και μ’ αφήνεις λυπημένο,
και δεν πόνεσες για μένα καημένο
που ζήσαμε μαζί τρία χρονάκια
και μ’ άφησες με δυό μικρά παιδάκια...
Στου Ξαβερίου σύχναζαν λογής - λογής τύποι, πρεζάκηδες, απόκληροι της ζωής, και γι’αυτό τα βράδια ήταν επικίνδυνο να πλησιάσει κανείς στα μέρη εκείνα. Ένας από τους τύπους αυτούς, για να βγάλει την αξία του χασισιού, που θ’ αγόραζε, πουλούσε τη μέρα μήλα για κομπόστα κι απ’ τη σούρα του παραποιούσε τη διαλάληση «Πάρτε μήλα για τον Κώστα!» [Αντί του σωστού «Πάρτε μήλα για κομπόστα!»]


Το πλήρες τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη:

ΤΩΡΑ ΤΗΝ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ.

Τώρα την καλοκαιριά µικρό µου
φεύγεις απ το σπίτι το δικό µου.
Έννοια σου και θα το µετανιώσεις
σαν το κεράκι αλανιάρα µου θα λιώσεις.
Φεύγεις κι έχω μείνει µοναχός µου
κι έχω τη κατακραυγή του κόσµου.
Γουστάρισες να µου την αµολήσεις
με άλλονε να πας να βρεις να ζήσεις.
Φεύγεις και  µ’ αφήνεις λυπηµένο
δεν πόνεσες για µένα τον καηµένο.
Ζήσαµε µαζί τρία χρονάκια
μ’ άφησες µε δυό µικρά παιδάκια.


Η ΞΑΒΕΡΙΩΤΙΣΣΑ.
Στίχοι - μουσική: Δημήτρης Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας.

Μαραίνεται η καρδούλα μου
από πικρό μαράζι
για κάποια Ξαβεριώτισσα
που όλο καημούς μου βάζει.

Και νυχτοξημερώνομαι
πάντα στη γειτονιά της
να μ’ ανταμώσει δε μπορεί
φοβάται τη μαμά της.

Έλα και σου ’χω κούκλα μου
βοτάνι να σου δώσω
να την κοιμήσεις μια βραδιά
να ’ρθεις να σ’ ανταμώσω.

Πόσες φορές θα σου το πω
με μιά γλυκιά κιθάρα
πως έχω αγάπη στην καρδιά
για σε κρυφή λαχτάρα.


Περιοδικό «Αφιέρωμα» της Ελληνογαλλικής Σχολής του Αγίου Παύλου. Τεύχος 3. 12/2008. Τέχνη Δημοσία. Η εικαστική όψη του Πειραιά. Κεφάλαιο «Το νεκροταφείο της Ανάστασης», της Ευαγγελίας Μπαφούνη. 
Σελ. 89. Το κείμενο κάτω από την φωτογραφία του μνημείου:
Ξαβέριος Στέλλας.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, στην τότε έρημη ακτή Ξαβερίου, ο Ξαβέριος Στέλλας έφτιαξε ένα καφενείο που διέθετε όμως και ζύθο. Δεν άργησε να γίνει σημείο αναφοράς στην πόλη, με αποτέλεσμα εκείνο το σημείο του λιμανιού να πάρει το όνομά του.


Το ταφικό μνημείο της οικογενείας Ξαβερίου Στέλλα εικονίζεται και στο έντυπο «Μιλάει» η σιωπή. 
Ευαγγελία Μπαφούνη, Πειραιάς 2012, σελ. 11.
Στο ταφικό μνημείο:
ΟΙΚΟΣ/
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ/
ΞΑΒΕΡΙΟΥ ΣΤΕΛΛΑ/
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΞΑΒΕΡΙΟΥ ΣΤΕΛΛΑ – γιος του Ξαβερίου
ΛΟΥΚΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΕΛΛΑ – σύζυγος του Νικολάου
ΑΓΓΕΛΙΚΗ Φ. ΤΣΙΛΛΙΑ – θυγατέρα του Ξαβερίου
ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ξ. ΣΤΕΛΛΑ – γιος του Ξαβερίου
ΚΛΕΟΦΕ Ξ. ΣΤΕΛΛΑ – Κλέοφε, θυγατέρα του εγγονού του Στέλλα που είχε το όνομα του παππού του.


Athens Voice. Τεύχος 376. 25.2.2012. City Lover.  Δημήτρης Φύσας.
Γιατί τη λένε ακτή Ξαβερίου
...με ρωτάνε οι «Δυο Ολυμπιακοί κι ένας Εθνικάκιας» από τον Πειραιά. Κι έτσι το έψαξα το θέμα εγώ, 
ο Παναθηναϊκός που δεν ξέρω και πάρα πολλά για το (πολύ αγαπημένο μου ωστόσο) επίνειο της Αθήνας. Βρήκα λοιπόν ότι στην περιοχή αυτή (λαϊκά: «Ξαβέρι»), όπου τώρα βρίσκεται το κέντρο της ναυτιλιακής ζωής της πόλης, διατηρούσε εξοχική ταβέρνα ο Ξαβέριος Στέλλας, μάλλον το 19ο αιώνα. Πιθανολογώ ότι 
ο ταβερνιάρης ήταν Έλληνας καθολικός, ίσως Κυκλαδίτης, καθώς εκεί παραπέμπει το φράγκικο ονοματεπώνυμο. 


Athens Voice. Τεύχος 377. 1.1.2012. Δημήτρης Φύσας.
Ακτή Ξαβερίου (2)
Έγραφα την προηγούμενη βδομάδα ότι ένα ταβερνάκι έδωσε το όνομα στην πειραιώτικη Ακτή Ξαβερίου
Ο κ. Τζίμης Τριβιζάς με πληροφόρησε ότι, κατά τον Μπίρη, εκεί υπήρχε όχι ταβερνάκι, μα μικρός ταρσανάς (ναυπηγείο επισκευών). Ο κ. Γιώργος Ασπρέας μού έγραψε ότι ο Στέλλας ήταν Ιταλός, όχι Κυκλαδίτης καθολικός. Το αποκορύφωμα όμως ήταν το παρακάτω εξαίρετο μέιλ: «…Ο Ξαβέριος Στέλλας ήταν Ιταλός (Saverio Stella). Γεννήθηκε στο Trani της Απουλίας (καμιά 50αριά χλμ. βορειoδυτικά του Bari) το 1836 και, σε ηλικία 20-22 ετών εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, όπου και ανέπτυξε δραστηριότητα ως προμηθευτής πλοίων (ship chandler). Το οικόπεδο στο οποίο έχτισε το σπίτι του συνόρευε, αργότερα, με τη βιομηχανία cognac του Καμπά και με ένα οικόπεδο ιδιοκτησίας του εφοπλιστή Λαιμού, κοντά στο Βασιλικό Περίπτερο. Το κάτω μέρος των σπιτιών της οικογενείας (το δεύτερο σπίτι το έχτισε ο μεγαλύτερος γιος του, ο Nicola Stella) είχε μαγαζιά: ένα από αυτά ήταν όντως ταβέρνα, την οποία διαχειριζόταν στο πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα ο Στέλιος Σαριδάκης. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι απόγονοι του Ξαβέριου Στέλλα 
(τον οικογενειακό τάφο του οποίου μπορείτε να βρείτε στο νεκροταφείο της Αναστάσεως στον Πειραιά) στην Ελλάδα, ένας από τους οποίους είμαι και εγώ. Φιλικά, Έλενα Βλάχου-Overholser». Για κάτι τέτοια ωραία πράγματα, αξίζει να γράφουμε στην εφημερίδα αυτή.


Η Έλενα Βλάχου-Overholser είναι κόρη της Μαριάννας Στέλλα-Βλάχου, άρα εγγονή του εγγονού του Ξαβέριου Στέλλα, η οποία σύμφωνα με το διαδίκτυο στις αρχές του 2012 (20.1.) και για μια τριετία ανέλαβε μέλος του συμβουλίου στο νέο πενταμελές προεδρείο στην ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΩΣΗ ΔΙΕΡΜΗΝΕΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ. (International Association of Conference Interpreters  - AIIC, ιδρύθηκε στα 1953. Η Διεθνής Γραμμματεία της εδρεύει στη Γενεύη. Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν μία Περιφέρεια).

Η σειρά των οικοπέδων σύμφωνα με την Λουκία Στέλλα: Βασιλικό Περίπτερο, Λαιμός, Ξαβέριος, Καμπάς. Τις επισκευές πλοίων τις έκανε σε αύλειο χώρο του Ξαβερίου κάποιος Νίκος (;) Καζιτόρης..

14 Ιανουαρίου 1917. «Μέσα στο λιμάνι του Πειραιά κατά την διάρκεια του αποκλεισμού». Γαλλική στρατιωτική φωτογραφία. Δείχνει την Ακτή κάτω από το Χατζηκυριάκειο και πιθανόν ένα από τα παραλιακά κτήρια που βλέπουμε να ανήκε στον Ξαβέριο Στέλλα. Οι Στέλλα μάλλον αναγκάστηκαν τότε να μετακομίσουν στην Αθήνα επειδή το σπίτι τους επιτάχθηκε από την Αντάντ.. 





1 σχόλιο:

  1. Δεν ξέρω αν είχε σχέση με τα παραπάνω αναφερόμενα για την οικογένεια Στέλλα, αλλά σαν απόφοιτος της Γαλλικής Σχολής "St. Paul" θυμάμαι πολύ καλά τον πολύ αγαπητό μας Frere Louis, που εκτός από γαλλικά μας δίδασκε και ζωγραφική και άλλα "τεχνικά" τότε λεγόμενα μαθήματα. Το ονομά του στα ελληνικά ήταν "Λουδοβίκος Στέλλα" και ήταν ο τελευταίος -ίσως- Frere στον Πειραιά που φορούσε το παλιομοδίτικο ράσο των καθολικών με το ιδιόρρυθμο "κολλάρο" όπως αυτό της φωτογραφίας της διεύθυνσης : http://www.dlsud.edu.ph/Campuslife/assets/img/inside-photo/St.-Benilde.png
    Ο Frere Louis έχει από χρόνια πεθάνει...

    Γ. Γαλέος

    ΑπάντησηΔιαγραφή